Σύμφωνα με το αίτημα της Εκκλησίας της ΠΓΔΜ προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο προσυπογράφει ο πρωθυπουργός της χώρας, Ζόραν Ζάεφ, ζητεί την αναγνώρισή της ως Αρχιεπισκοπή Αχριδών, με την Ιερά Σύνοδο να αποφασίζει να επιληφθεί και να πράξει τα δέοντα, πάντα υπό τους απαράβατους, όπως τονίζεται σε σχετική ανακοίνωση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, όρους των ιστορικοκανονικων αρμοδιοτήτων και προνομίων του πρωτόθρονου Οικουμενικού Πατριαρχείου.
 
Το ανακοινωθέν της Αγίας και Ιεράς Συνόδου αναφέρει αναλυτικά:

«Ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος, συνελθοῦσα σήμερον ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α.Θ.Παναγιότητος, ἐξήτασε τό αἴτημα τῆς ἐν σχίσματι Ἐκκλησίας τῶν Σκοπίων, ὑποστηριζόμενον καί διά γράμματος τοῦ Πρωθυπουργοῦ τῆς FYROM Ἐξοχ. κ. Ζόραν Ζάεφ, περί ἀναλήψεως ὑπό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τῆς πρωτοβουλίας ἐπαναφορᾶς τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς εἰς τήν κανονικότητα ὑπό τό ὄνομα τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀχριδῶν, καί ἀπεφάσισε νά ἐπιληφθῇ αὐτοῦ καί διενεργήσῃ τά δέοντα ὑπό τούς ἀπαραβάτους ὅρους τῶν ἱστορικοκανονικῶν ἁρμοδιοτήτων καί προνομίων τοῦ πρωτοθρόνου Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
 
Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 30ῇ Μαΐου 2018
 
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου».

 
Υπογραμμίζεται πως το ζήτημα της ονομασίας της Εκκλησίας της ΠΓΔΜ αποτελούσε για την ελληνική Εκκλησία ένα από τα σημαντικότερα αγκάθια και αιτία για την αντίθεση της στις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με την αντίστοιχη της ΠΓΔΜ. Μάλιστα, το αίτημα για μετονομασία της Εκκλησίας της γειτονικής χώρας αποτελούσε το κεντρικό επιχείρημα για τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο στην επιστολή που απέστειλε στον πρωθυπουργό, δέκα ημέρες πριν από τα συλλαλητήρια του περασμένου Ιανουαρίου για τη Μακεδονία.
 
Συγκεκριμένα, ο Ιερώνυμος ανέφερε, μεταξύ άλλων, στην επιστολή:
 

«Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, χωρίς νά ἐπιθυμεῖ τήν ὁποιαδήποτε ἀνάμειξή της στίς ἐνέργειες τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν, χωρίς ταυτόχρονα νά ἀπεμπολεῖ τή διαχρονική μαρτυρία λόγου καί αἵματος τοῦ Κλήρου καί τοῦ λαοῦ της ὑπέρ τῆς Ἑλληνικότητας τῆς Μακεδονίας, ἡ ὁποία τῆς ἀπαγορεύει νά ἀποδεχθεῖ τή χρήση τοῦ ὀνόματος “Μακεδονία” ἀπό ὁποιονδήποτε ἄλλον, ἀποφάσισε στή συνεδρία της τῆς 9ης Ἰανουαρίου τ.ἔ., νά ἐπισημάνει τόν κίνδυνο τῆς πιθανότητας μετακυλίσεως τοῦ προβλήματος τῆς ὀνομασίας τοῦ γειτονικοῦ Κράτους, ἀπό τό πολιτικό στό ἐκκλησιαστικό ἐπίπεδο καί τήν ἐπιβίωση ἑνός ἰδιότυπου ἀλυτρωτισμοῦ στή γείτονα χώρα μέσῳ τοῦ τίτλου τῆς σχισματικῆς Ἐκκλησίας τῶν Σκοπίων. Ἐν ὄψει αὐτοῦ, θερμῶς παρακαλοῦμε νά ληφθοῦν ὑπ’ ὄψη τά ἀνωτέρω, ὥστε στά πλαίσια τῆς συμφωνίας περί τοῦ ὀνόματος τοῦ Κράτους τῶν Σκοπίων, νά ὑπάρξει μέριμνα καί γιά τήν ἀντίστοιχη ὀνομασία τῆς σχισματικῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τόν τίτλο τῆς ὁποίας πρέπει νά ἀπαληφθεῖ ὁ ὅρος “Μακεδονία” καί τά παράγωγά του».

 
Σημειώνεται πως το ζήτημα της «Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας – Αρχιεπισκοπής Οχρίδας», προέκυψε τον Οκτώβριο του 1958, μετά τη διάσπαση των τριών νοτιότερων επαρχιών της Σερβικής Εκκλησίας, των μητροπόλεων Σκοπίων, Ζλετόβου-Στρωμνίτσας, Αχρίδας-Βιτωλίων. Σήμερα δεν αναγνωρίζεται από καμία άλλη ορθόδοξη Εκκλησία.
 
Την αρχική αναγνώριση από τον Σέρβο Πατριάρχη το 1958, διαδέχθηκε η ανακήρυξη του αυτοκέφαλού της το 1967, με την έκτακτη Σύνοδο της Ιεραρχίας της Σερβικής Εκκλησίας να κηρύσσει την ηγεσία της «Σλαβομακεδονικής Εκκλησίας» ως σχισματική.