του Γιώργου Ρήγα
(Δημοσιεύτηκε στο 15ο τεύχος του περιοδικού «ΖΗΝ» του TPP)

Η πλειοψηφία της ισραηλινής κοινωνίας και πολλοί στη Δύση βλέπουν με σκεπτικισμό τα γεγονότα που εκτυλίσσονται στο φράχτη που χωρίζει τη Γάζα από το Ισραήλ. Αρνούνται το αφήγημα που θέλει τους Ισραηλινούς στρατιώτες να εκτελούν εν ψυχρώ ανυπεράσπιστους και άοπλους Παλαιστίνιους. Αντίθετα, επιμένουν να βλέπουν τους πολυάριθμους θανάτους και τραυματισμούς ως τραγικούς και αναγκαστικούς στο πλαίσιο μιας νόμιμης άμυνας και υπεράσπισης της πατρώας γης. Διατείνονται μάλιστα πως οι στρατιώτες δεν θα στόχευαν ποτέ και κανέναν αν προηγουμένως εκείνος δεν προκαλούσε, απειλούσε, και γενικά συμμετείχε συνειδητά σε μια ευρύτερη προσπάθεια να διαστρεβλωθεί η πραγματικότητα ώστε να παρουσιαστούν οι Ισραηλινοί ως δολοφόνοι αμάχων. Αυτή η συλλογιστική εμπεριέχει μια αλήθεια, ότι δηλαδή οι Παλαιστίνιοι επιθυμούν να στείλουν ένα μήνυμα στη διεθνή κοινότητα, ένα μήνυμα γραμμένο όχι με απλή μελάνη, αλλά με το αίμα τους. Αλλά οι υποστηρικτές του Ισραήλ δεν αμφισβητούν μόνο την αλήθεια του μηνύματος, αλλά και τη γνησιότητα του. Συγκεκριμένα, θεωρούν τις διαμαρτυρίες μπροστά στο φράχτη ένα καλοστημένο θέατρο της Χαμάς με σκοπό την ενίσχυση της εξουσίας της τελευταίας στη Γάζα. Ούτε αυτή η οπτική είναι τελείως παράλογη καθώς η θέση της Χαμάς ενδεχομένως να βελτιώθηκε έναντι της Φατάχ λόγω των διαδηλώσεων. Είναι όμως αυτό αρκετό για να δικαιωθεί το επίσημο ισραηλινό αφήγημα; Με άλλα λόγια, πού σταματά η αλήθεια και πού ξεκινά η προπαγάνδα; Για να απαντηθούν όσο γίνεται καλύτερα τα παραπάνω είναι απαραίτητη μια σύντομη αναδρομή στο χρονικό, τα αίτια, και τη μέχρι τώρα διαχείριση της κρίσης από Χαμάς και Ισραήλ αντίστοιχα.

Το Ισραήλ συχνά καθιστά υπόλογη για ό,τι συμβαίνει στη Γάζα τη Χαμάς που κυβερνά την περιοχή. Βέβαια μπορεί η Χαμάς το 2007 να εκδίωξε τις αφοσιωμένες στη Φατάχ και τον πρόεδρο Αμπάς δυνάμεις ασφαλείας, αλλά αυτό δεν την κατέστησε αυτόματα απόλυτη κυρίαρχη στη στενή αυτή λωρίδα γης. Αν μη τι άλλο, η Χαμάς συμβιώνει με τις υπηρεσίες του ΟΗΕ και ένα πλήθος μικρών ΜΚΟ που στηρίζουν με πολλούς τρόπους τους πρόσφυγες που είναι πλειοψηφία στη Γάζα. Σε αυτό το πλαίσιο, πολλές μικρές συλλογικότητες βρίσκουν χώρο να αναπτύξουν πολιτική δράση χωρίς η Χαμάς να μπορεί να τις περιορίσει και να επιβάλλει, φερειπείν, μια ακραία ισλαμική ατζέντα.

Επίσης, λόγω του διεθνούς ενδιαφέροντος, μπορεί οι πολίτες της Γάζας να είναι εγκλωβισμένοι σε λίγα τετραγωνικά χιλιόμετρα, όμως παραμένουν ενημερωμένοι για το πώς αντιδρά ο κόσμος σε αυτά που τους συμβαίνουν. Αν συνδυάσει κανείς το παραπάνω με τον πολύ χαμηλό ηλικιακό μέσο όρο των κατοίκων της, γίνεται κατανοητό ότι εύκολα μπορούν να δρομολογηθούν πρωτοβουλίες χωρίς την γνώση ή την καθοδήγηση της ηγεσίας της Χαμάς που αποτελείται κυρίως από στελέχη που δραστηριοποιούνται πολιτικά από τη δεκαετία του 1980. Κάπως έτσι λοιπόν γεννήθηκε και απέκτησε δυναμική η ιδέα να διοργανωθούν συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας μπροστά στον μεθοριακό φράχτη την 30η Μαρτίου, στην επέτειο δηλαδή της «Μέρας της Γης» οπότε τιμάται η μνήμη των κινητοποιήσεων του 1976 ενάντια στην απαλλοτρίωση από τις ισραηλινές αρχές χιλιάδων στρεμμάτων ιδιωτικής αραβικής γης.

Οι διοργανωτές θέλησαν να συνδέσουν τη διαμαρτυρία με το ευρύτερο προσφυγικό ζήτημα. Ως εκ τούτου προώθησαν την πρωτοβουλία τους ως τη «Μεγάλη Πορεία της Επιστροφής». Ο υπαινιγμός σαφής, οι συγκεντρωθέντες στη μεθόριο ιδεατά θα πέρναγαν το φράχτη και θα κατευθύνονταν στις εστίες τους που εγκατέλειψαν οι πρόγονοί τους το 1948. Φυσικά όλοι ήξεραν ότι ο φράχτης φυλάσσεται, οπότε το καλύτερο που θα μπορούσαν να περιμένουν ήταν κάποια ομάδα να πέρναγε για λίγα μέτρα το συρματόπλεγμα κραδαίνοντας περήφανα μια παλαιστινιακή σημαία μέχρι τα μέλη της να συλληφθούν και να προωθηθούν βίαια πίσω.

Η Χαμάς δεν εμπόδισε την πρωτοβουλία, αλλά άρχισε να της δίνει σημασία μονάχα όταν φάνηκε πως ένας σημαντικός αριθμός πολιτών ενδιαφερόταν να λάβει μέρος. Όπως συχνά λέμε στη σύγχρονη πολιτική διάλεκτο, το μπαλάκι ήταν στην πλευρά των Ισραηλινών. Η εντολή που ήρθε από τον υπουργό άμυνας Λίμπερμαν ήταν να αποτραπεί κάθε προσπάθεια παραβίασης των συνόρων. Η στρατιωτική ηγεσία αποφάσισε να θέσει τις δυνάμεις της σε επιφυλακή και να παρατάξει κλιμάκια ελεύθερων σκοπευτών σε τεχνητούς αμμόλοφους λίγα μέτρα από το συρματόπλεγμα καθ’ όλο το μήκος του φράχτη. Όταν λοιπόν κάποιοι από τους συνολικά 30.000 περίπου διαδηλωτές προσέγγισαν τη μεθόριο, οι στρατιώτες άνοιξαν πυρ σκοτώνοντας 15 Παλαιστινίους. Το ότι αυτό δε συνέβη μεμονωμένα φαίνεται από το γεγονός ότι την ίδια μέρα περίπου 1.000 ακόμα τραυματίστηκαν.

Οι αιματηρές συγκρούσεις στο φράχτη άλλαξαν τα δεδομένα κυρίως γιατί μετά από πολύ καιρό η προσοχή της διεθνούς κοινότητας στράφηκε προς τη Γάζα. Οι διοργανωτές κατάφεραν να στείλουν το μήνυμα που ήθελαν. Και εδώ είναι που έρχεται στο προσκήνιο το ερώτημα που θέτουν οι απολογητές του Ισραήλ σχετικά με  το κατά πόσο είναι ηθικό να ενσωματώνονται τέτοια γεγονότα σε πολιτικές ατζέντες. Η απάντηση δεν είναι δύσκολη. Όταν ο αντίπαλος είναι πανίσχυρος και η καταφυγή στα όπλα είναι μάταιη και καταδικαστέα, η πολιτική αντίσταση που αποσκοπεί στην ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινής γνώμης μοιάζει με μονόδρομο. Και αυτό, καλύτερα από όλους, το ξέρουν οι Παλαιστίνιοι που από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 χρησιμοποίησαν τις κάμερες για να επικοινωνήσουν στις δυτικές κοινωνίες την καταπίεση που υφίσταντο από τις ισραηλινές κατοχικές δυνάμεις.

Στον απόηχο των γεγονότων της 30ης Μαρτίου η Χαμάς μετέβαλε περαιτέρω τη στάση της προσφέροντας υποστήριξη στους ακτιβιστές για τη συνέχιση των διαδηλώσεων κάθε Παρασκευή. Αυτή η εναλλαγή δεν πρέπει να ξενίζει. Η Χαμάς δεν είναι ένα μονολιθικό ισλαμικό κίνημα προσκολλημένο σε μαξιμαλιστικά και ουτοπικά προστάγματα. Η Χαμάς έχει την τάση να προσαρμόζει τη στάση της στα νέα δεδομένα και τις διαθέσεις της κοινής γνώμης. Αν μη τι άλλο, η ίδια η ίδρυσή της το 1988 ήταν η απάντηση των ηγετών της τοπικής μουσουλμανικής αδελφότητας σε μια νέα κατάσταση, την πρώτη παλαιστινιακή ιντιφάντα. Οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν και κορυφώθηκαν την 14η Μαΐου, την ημέρα που οι Παλαιστίνιοι τιμούν τη Νάκμπα, και την ημέρα που η κυβέρνηση Τραμπ επέλεξε να εγκαινιάσει την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ. Εκείνη η μέρα έμελλε να είναι η πιο βίαιη καθώς 60 Παλαιστίνιοι θα έπεφταν νεκροί από ισραηλινά πυρά με το αίμα τους να στιγματίζει τα εγκαίνια της πρεσβείας.

Οι διαδηλώσεις της 14ης Μαΐου ήταν μια πύρρειος νίκη για τους Παλαιστίνιους υπό την έννοια ότι την ώρα που τα φώτα της διεθνούς κοινότητας είχαν επικεντρωθεί στο πανηγυρικό άνοιγμα της νέας αμερικάνικης πρεσβείας, οι κάμερες αναγκάστηκαν να στρέψουν τους φακούς τους νοτιότερα και να καταγράψουν τα τραγικά γεγονότα της Γάζας. Τα αιματηρά επεισόδια στο φράχτη υπενθύμισαν σε όλους ότι η διένεξη κάθε άλλα παρά επιλύθηκε με την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ από τις ΗΠΑ. Ισραηλινοί και Αμερικανοί επέρριψαν για μια ακόμη φορά την ευθύνη στη Χαμάς ενώ κάλυψαν τους στρατιώτες χαρακτηρίζοντας τις ενέργειές τους ως αναγκαστική και νόμιμη άμυνα. Βέβαια για μία ακόμα φορά όλα τα θύματα ήταν Παλαιστίνιοι. Από την πλευρά της, η ηγεσία της Χαμάς έκανε λόγο για ακηδεμόνευτες λαϊκές κινητοποιήσεις τις οποίες δεν μπορούσε να ελέγξει ή να περιορίσει. Όσα ακολούθησαν τις επόμενες μέρες απέδειξαν πως και οι δύο πλευρές δεν έλεγαν την αλήθεια.

Μια μέρα πριν την επέτειο της Νάκμπα ο επικεφαλής της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγιε κλήθηκε στο Κάιρο για διαβουλεύσεις. Το καθεστώς Σίσι, λόγω των στενών δεσμών του με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, λειτουργεί συχνά ως διαμεσολαβητής μεταξύ Χαμάς και Ισραηλινών. Αιγύπτιοι αξιωματούχοι προφανώς μετέφεραν στον Χανίγιε το αίτημα για περιορισμό, αν όχι αναστολή των διαδηλώσεων. Τόσο ο Χανίγιε, όσο και ο επικεφαλής της Χαμάς στη Γάζα Γιάχια Σινουάρ αρνήθηκαν ότι τους ασκήθηκαν πιέσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Και αυτό γιατί είναι οικουμενικός κανόνας στην πολιτική επικοινωνία ότι η οφθαλμοφανής άρνηση μιας άβολης αλήθειας είναι προτιμότερη από την δημόσια παραδοχή της. Για την ιστορία, δεν χρειάζεται κανείς να ξέρει αραβικά για να καταλάβει ότι ο Σινουάρ έλεγε ψέματα όταν αρνιόταν την ύπαρξη αιγυπτιακών πιέσεων σε συνέντευξη του στο Αλ Τζαζίρα στις 16 Μαΐου, η γλώσσα του σώματός του τα λέει όλα.

Ο Χανίγιε επέστρεψε στη Γάζα είτε το βράδυ της 13ης Μαΐου, ή το πρωινό της 14ης και δεν πήρε πρωτοβουλίες για να περιορίσει τις διαδηλώσεις που λόγω της επετείου της Νάκμπα και των εγκαινίων της αμερικάνικής πρεσβείας αναμένονταν μαζικότατες. Ενδεχομένως και να μην ήταν εφικτό να γίνει κάτι την τελευταία στιγμή. Όμως το ότι η ηγεσία της Χαμάς έλαβε σοβαρά υπόψη το μήνυμα του Καΐρου φάνηκε όταν μετά το πέρας των διαμαρτυριών στο φράχτη και τις κηδείες των δεκάδων νεκρών, επέλεξε να μην κλιμακώσει την ένταση.

Η Χαμάς δεν είναι μια δράκα φανατικών αποκομμένων από την πραγματικότητα. Αντίθετα, οι ηγέτες της ξέρουν πολύ καλά ότι η ισορροπία ισχύος με το Ισραήλ κάθε άλλο παρά ευνοϊκή για την οργάνωσή τους είναι. Ως εκ τούτου, βασική τους έγνοια και σκοπός είναι η άμβλυνση των επιπτώσεων του εμπορικού αποκλεισμού της Γάζας χωρίς την υπονόμευση της εξουσίας τους. Σε αυτό το πλαίσιο, χρησιμοποίησαν τις διαδηλώσεις στο φράχτη για να πετύχουν κάποια μικρά οφέλη στα σύνορα με την Αίγυπτο.

Μετά τις 14 Μαΐου οι διαδηλώσεις συνεχίζονται μεν, αλλά με μειωμένη δυναμική δε. Η Χαμάς παίρνει διακριτικές αποστάσεις καθώς φαίνεται να εξασφάλισε το πιο συχνό άνοιγμα του μεθοριακού περάσματος της Ράφα στα σύνορα με την Αίγυπτο. Σε αυτό το πλαίσιο, η Χαμάς όχι μόνο έσπευσε να διαπραγματευτεί μέσω Καΐρου την επιστροφή στην ηρεμία όταν σημειώθηκε μεγάλη ένταση από τις συνεχείς επιθέσεις των Ισραηλινών σε στόχους στη Γάζα, αλλά επίσης αντιτάχθηκε στη διοργάνωση ειδικής κινητοποίησης για τη Ραζάν Νατζάρ προτείνοντας την ενσωμάτωση της εκδήλωσης στις καθιερωμένες εβδομαδιαίες διαμαρτυρίες στο φράχτη. Με αφορμή τα παραπάνω, ή αλλά παρόμοια περιστατικά τις προηγούμενες βδομάδες, οι απολογητές του Ισραήλ, καλοπροαίρετοι και μη, χρεώνουν στη Χαμάς κυνισμό και ευθύνη για τις απώλειες που σημειώνονται στις διαδηλώσεις. Κυνισμός και πολιτικά παιχνίδια υπάρχουν, αλλά αυτά μάλλον εντάσσονται στη δραστηριότητα που αναμένεται να έχει οποιαδήποτε πολιτική συλλογικότητα δρα υπό διαρκή πίεση και απειλή. Η Χαμάς θα ευθυνόταν ουσιαστικά για την αιματοχυσία στη Γάζα αν ίσχυε ένα σχήμα όπου οι Παλαιστίνιοι που διαμαρτύρονται στο φράχτη το έκαναν επειδή προηγουμένως είχαν κατά κάποιο τρόπο εκβιαστεί να διαλέξουν ανάμεσα στις σφαίρες της Χαμάς και εκείνες των Ισραηλινών. Κάτι τέτοιο μέχρι στιγμής δεν προκύπτει από πουθενά.

Αλλά και η ισραηλινή πλευρά άλλαξε τακτική μετά την 14η Μαΐου όπου υπέστη ένα επικοινωνιακό Βατερλό. Και αυτό γιατί όσα αναγκάζεται να λέει η Νίκι Χάλεϊ στον ΟΗΕ προς υπεράσπιση του Ισραήλ κάθε άλλο παρά πείθουν τους μετριοπαθείς παρατηρητές. Η κυβέρνηση Νετανιάχου παρά τις κορώνες και τη δημόσια υπεράσπιση των στρατιωτών του, προσπάθησε να αποκλιμακώσει την ένταση με δύο τρόπους. Αφενός αυξάνοντας την πίεση προς την Χαμάς προκειμένου να αποστασιοποιηθεί από τις διαδηλώσεις, και αφετέρου δίνοντας συστάσεις για μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση των ελεύθερων σκοπευτών. Αν δει κανείς τα βίντεο που έχουν διαρρεύσει από την πλευρά των στρατιωτών που σκοπεύουν Παλαιστίνιους, γίνεται σαφές από τη χαλαρή ατμόσφαιρα και τους αστεϊσμούς ότι στο χώρο δεν είναι παρών κάποιος ιδιαίτερα υψηλόβαθμος αξιωματικός. Μετά την 14η Μαΐου αυτό άλλαξε και η εντολή για το πάτημα της σκανδάλης οφειλόταν, τουλάχιστον στη θεωρία, να έρχεται από διοικητή μονάδας ή σχηματισμού.

Μοιραία λοιπόν οι διαμαρτυρίες στο φράχτη έχασαν κάτι από την αρχική τους δυναμική. Όμως δεν κατέστησαν τελείως αναίμακτες καθώς, όπως η Χαμάς δεν έφτασε στο σημείο να τις απαγορεύσει, έτσι και το Ισραήλ δεν εγκατέλειψε την κόκκινη γραμμή της μη παραβίασης του εδάφους του. Η Χαμάς δεν έχει συμφέρον από την οξεία κλιμάκωση της έντασης διότι ξέρει ότι μετά από κάθε μέρα αιματηρών επεισοδίων στη μεθόριο, η ισραηλινή πολεμική μηχανή βάζει στο στόχαστρο τις δομές και εγκαταστάσεις που δημιουργήθηκαν με μεγάλο κόστος και που δεν είναι εύκολο να αναπληρωθούν. Από την άλλη, η Χαμάς δεν μπορεί να απαγορεύσει τελείως τις διαδηλώσεις όχι μόνο γιατί θα φανεί να πηγαίνει ενάντια στην πάντα υπολογίσιμη κοινή γνώμη, αλλά και γιατί πιστεύει ότι οι διαμαρτυρίες στη μεθόριο ωθούν τους Ισραηλινούς σε ενέργειες που άθελά τους αναδεικνύουν τη σκληρότητα της κατοχής.

Μέχρι στιγμής μπροστά στο φράχτη έχουν καταγραφεί θάνατοι και τραυματισμοί παιδιών, γυναικών, βρεφών, φωτογράφων, δημοσιογράφων, νοσηλευτών και αναπήρων. Το αποκορύφωμα όμως ήταν ο θάνατος της 21χρονης Ραζάν Νατζάρ την 1η Ιουνίου. Το εν λόγω περιστατικό δικαίως προκάλεσε τη μήνη όλων των απολογητών του Ισραήλ γιατί, ως στιγμιότυπο, αρκεί για να διαλύσει κάθε φιλοϊσραηλινό αφήγημα. Η κυβέρνηση Νετανιάχου υποστηρίζει με θέρμη από τις 30 Μαρτίου ότι οι στρατιώτες κατά μήκος της μεθορίου με τη Γάζα απωθούν με επαγγελματισμό και αυτοσυγκράτηση όλους όσοι προσπαθούν με εχθρικές διαθέσεις να παρεισφρήσουν στο Ισραήλ. Ο υπαινιγμός αφορά κυρίως εκείνους που ενεργούν για λογαριασμό μιας ακραίας ισλαμιστικής οργάνωσης που ελέγχει παράνομα τη Γάζα καταπιέζοντας γυναίκες και μειονότητες.

Τι έγινε λοιπόν την 1η Ιουνίου; Ένας ελεύθερος σκοπευτής, του οποίου το όνομα δεν θα μάθουμε ποτέ και που μάλλον ποτέ δεν θα δικαστεί για την πράξη του, στόχευσε και σκότωσε μια 21χρονη νοσηλεύτρια που προσέφερε εθελοντικά περίθαλψη στους διαδηλωτές. Η Ραζάν, παρόλο που το μεγαλύτερο μέρος της σύντομης ζωής της το πέρασε στη Γάζα της Χαμάς, δεν φορούσε μπούργκα ή νικάμπ αλλά μια χρωματιστή μαντίλα. Η Ραζάν, καίτοι γυναίκα, είχε σπουδάσει και όπως οι περισσότεροι συνομήλικοί της δεν είχε δουλειά. Η Ραζάν βρισκόταν εθελοντικά στη μεθόριο παρά τις αντιρρήσεις του αρραβωνιαστικού της και παρά το ότι η οικογένειά της ήταν συνδεδεμένη πολιτικά με τη Φατάχ. Η Ραζάν φορώντας το διακριτικό γιλέκο νοσηλεύτριας σκοτώθηκε από ευθεία βολή κατά τη διάρκεια παροχής πρώτων βοηθειών σε τραυματία κοντά στο φράχτη. Ο θάνατός της προκάλεσε διεθνή κατακραυγή στην οποία ο εκπρόσωπος του ισραηλινού στρατού απάντησε ατυχώς μέσω twitter ότι η Ραζάν είχε ενεργό ρόλο στα επεισόδια παραθέτοντας ένα απόσπασμα λίγων δευτερολέπτων που τη δείχνει να πετάει ένα καπνογόνο μερικά μέτρα μακριά της σε ένα άδειο χωράφι. Λίγες μέρες μετά μια άλλη αποκρουστική εικόνα από τη Γάζα έκανε το γύρο του κόσμου. Ο 23χρονος Χάιθμαν Αμπού Σάλμπα τραυματίστηκε βαριά από δακρυγόνο που καρφώθηκε στο πρόσωπο του. Μια υπενθύμιση ότι και τα μη θανάσιμα μέσα που χρησιμοποιούν οι Ισραηλινοί για να διαλύσουν τις διαδηλώσεις, μπορούν εύκολα να γίνουν θανάσιμα.

Αν συνεχιστούν λοιπόν οι διαμαρτυρίες, τότε θα πληθύνουν τα άβολα για το Ισραήλ περιστατικά που ενδεχομένως να οδηγήσουν σε διεθνείς πιέσεις που θα χαλαρώσουν τον αποκλεισμό της Γάζας. Αυτή είναι η στρατηγική τόσο της Χαμάς, όσο και των Παλαιστινίων εν γένει. Οι Ισραηλινοί πάλι θα επιμένουν ότι οι θάνατοι και οι τραυματισμοί στη μεθόριο είναι αποπροσανατολιστικοί και ότι δε θα συνέβαιναν ποτέ αν δεν σημειώνονταν απόπειρες να παραβιαστεί ο διαχωριστικός φράχτης. Θα αναρωτιέται κανείς γιατί πρέπει να αναφέρεται το τι ισχυρίζεται το Ισραήλ και οι υποστηρικτές του. Είναι απαραίτητο διότι όταν δύο αντίθετες πλευρές συμφωνούν σε κάτι, τότε μάλλον είμαστε κοντά στην αλήθεια. Όταν διαφωνούν, όπως στην προκειμένη περίπτωση, ο μόνος τρόπος να προσεγγίσεις την αλήθεια είναι μέσω της εξέτασης των αντικρουόμενων επιχειρημάτων. Φυσικά υπάρχει και ένας εναλλακτικός συντομότερος δρόμος προς την αλήθεια. Σύμφωνα με τον Βολταίρο όταν κάποιος υποστηρίζει κάτι που αντιτίθεται στα συμφέροντα του, τότε μάλλον δεν υποκρίνεται. Κάνοντας λοιπόν δημιουργική χρήση του συγκεκριμένου αξιώματος, θα μπορέσουμε να απαντήσουμε στο κατ’ εξοχήν βασικό ερώτημα. Στο γιατί αρκετοί κάτοικοι της Γάζας συνεχίζουν να έρχονται αντιμέτωποι με τις σφαίρες και τα δακρυγόνα των Ισραηλινών καίτοι δεν αναγκάζονται ούτε από τη Χαμάς, ούτε από κανέναν άλλο να συμμετέχουν στις διαδηλώσεις.

Από τα πρώτα επεισόδια της «Μεγάλης Πορείας της Επιστροφής» οι ισραηλινές αρχές ανακυκλώνουν την πληροφορία ότι η Χαμάς πληρώνει με λίγα δολάρια όσους συμμετέχουν στα επεισόδια. Τόσο η Χαμάς, όσο και οι ακτιβιστές που διοργάνωσαν τις πρώτες διαμαρτυρίες στο φράχτη το αρνούνται. Όμως, μολονότι αμφισβητούμενοι, οι ισραηλινοί ισχυρισμοί λένε κάτι που δε συμφέρει το Τελ Αβίβ, και άρα πιθανότατα ισχύει. Ότι αρκετές δεκάδες χιλιάδες κάτοικοι της Γάζας είναι σε τόσο δεινή και απελπιστική θέση, που με ευκολία για λίγα δολάρια θα έβαζαν τους εαυτούς τους στο στόχαστρο ελεύθερων σκοπευτών. Το μείζον ζήτημα λοιπόν δεν είναι η ενδεχομένως κυνική και προκλητική Χαμάς με την ισλαμική της ιδεολογία, αλλά η κατοχή, η πολιορκία και ο οικονομικός στραγγαλισμός της Γάζας από ένα κράτος που διατείνεται ότι εμφορείται από τις αξίες της φιλελεύθερης δυτικής δημοκρατίας. Στο βαθμό που αυτό ισχύει επαφίεται στην ισραηλινή κοινωνία να σεβαστεί την κριτική, να αναστοχαστεί τις ευθύνες της, και εν τέλει να πάρει πρωτοβουλίες για μια δίκαιη και ισορροπημένη διευθέτηση της διένεξης.