του Μηνά Κωνσταντίνου
 
«Η χώρα θα φορτωνόταν ένα τεράστιο χρέος, τόσο μεγάλο που δε θα ήταν δυνατό να αποπληρωθεί. Οπότε εμείς, οι οικονομικοί δολοφόνοι, πηγαίναμε στη χώρα και λέγαμε: “Κοιτάξτε, δεν μπορείτε να πληρώσετε, οπότε κάντε μας μια χάρη. Ψηφίστε υπέρ μας στην επόμενη ψηφοφορία του ΟΗΕ ή στείλτε στρατεύματα σε κάποιο μέρος όπως το Ιράκ. Ή καλύτερα, πουλήστε φθηνά το πετρέλαιό σας σε εμάς, το εργατικό δυναμικό ή κάποια άλλη πηγή που θέλουμε».
 
Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον συγγραφέα Τζον Πέρκινς -γνωστό ως «οικονομικό δολοφόνο»- και τα οποία ακούγονται στη συνέντευξή του, το 2008, στο ντοκιμαντέρ του Στέλιου Κούλογλου «Εξομολόγηση ενός οικονομικού δολοφόνου». Τα λεγόμενά του τότε συνοδεύτηκαν, μεταξύ άλλων, από σκληρή κριτική του συστημικού αμερικανικού Τύπου για συνωμοσιολογία. Κοντά μια δεκαετία αργότερα, η πρόσφατη συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με τη γερμανική για το προσφυγικό αποκαλύπτει πως η θεσμική πολιτική γίνεται σήμερα ακριβώς με όρους οικονομικής δολοφονίας, ή έστω ωμού εκβιασμού.
 
Κατά τη διάρκεια της αντιμετώπισης της ελληνικής κρίσης, ειδικά τα τελευταία χρόνια, δεν μπορεί κανείς να μη διακρίνει τη συνεχή αύξηση της αμερικανικής παρουσίας εντός της ελληνικής επικράτειας, τόσο στρατιωτικά όσο και σε επίπεδο αξιωματούχων, παράλληλα με τη «σθεναρή» υποστήριξη που γνώρισε εσχάτως το ελληνικό αίτημα για την ελάφρυνση του χρέους. Επίσης, αρκετές είναι οι θέσεις των ελληνικών κυβερνήσεων σε διεθνείς οργανισμούς που έχουν προκαλέσει έκπληξη, όπως η περσινή εκ νέου αποχή της Ελλάδας από το ψήφισμα του ΟΗΕ για την καταδίκη του ναζισμού, ή λίγο παλιότερα για τη διαχείριση του χρέους. Την ίδια ώρα, ευρωπαϊκά και εγχώρια σενάρια συνδέουν τα μέτρα «ελάφρυνσης» του χρέους με τη συμφωνία των Πρεσπών για το Μακεδονικό.
 
Όμως, παρά την παραφιλολογία, όλα τα παραπάνω παραμένουν για τους υποστηρικτές της σημερινής εφαρμοζόμενης πολιτικής απλή συνωμοσιολογία. Αντιθέτως, το ζήτημα του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά, τα οποία αναγκάζονται από τη συμφωνία της ΕΕ με την Τουρκία να αντιμετωπίσουν το προσφυγικό, είναι χαρακτηριστικό, αν και δεν είναι παρά απλώς η κορυφή του παγόβουνου, και αρκεί για να σκιαγραφήσει τους όρους του παιχνιδιού.
 
Από τη μία, η επιβολή του μέτρου της αύξησης του ΦΠΑ ήρθε από το τρίτο μνημόνιο και απέναντι του είχε σχεδόν όλα τα κόμματα, με χαρακτηριστική τη στάση της κυβέρνησης, που την ώρα που θεσμοθετούσε αυτή την αύξηση διακήρυσσε την αντισυνταγματικότητα του. Παράλληλα, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί επέμεναν σε κάθε αξιολόγηση, συνδέοντας το ζήτημα ακόμα και με την ελεύθερη αγορά και τον αθέμιτο ανταγωνισμό που ευνοεί, τάχα μου, τα νησιά με τον μειωμένο ΦΠΑ έναντι των υπόλοιπων νησιών.
 
Μετά από αναβολές της εφαρμογής του, οι οποίες πανηγυρίστηκαν δεόντως, ήρθε η συμφωνία για την εφαρμογή του από 1η Ιουνίου, έως τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης για το προσφυγικό. Εκεί όπου η κυβέρνηση «κέρδισε» την αναστολή του μέχρι το τέλος του έτους, με αντάλλαγμα να δέχεται πίσω πρόσφυγες από τη Γερμανία. Λαμπρά.
 
Την ίδια ώρα, τα δικαιώματα των προσφύγων καταπατώνται βάναυσα, με τα ανθρώπινα δικαιώματα να μπαίνουν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, χωρίς όμως καν να έχουν εκπροσώπηση. Η Γερμανία αντιμετωπίζει τις εξ ακροδεξιών κατηγορίες για «φιλοπροσφυγική πολιτική» και η Ελλάδα παίρνει ένα αίτημα που βρισκόταν από την υπογραφή του τρίτου μνημονίου υπό διαπραγμάτευση.
 
Στη μέση, οι πρόσφυγες που έχουν φτάσει στη Γερμανία και θα αναγκαστούν να επιστρέψουν στην Ελλάδα και να παραμείνουν εγκλωβισμένοι εντός ελληνικής επικράτειας, σε κέντρα όπως της Μόριας και συνθήκες πολλάκις καταδικασμένες ως απάνθρωπες από πλήθος οργανώσεων και θεσμών, ενώ η συμφωνία αποτελεί για την Ευρώπη «πρότυπο» για τη μονίμως μετακινούμενη δεξιότερα διαχείριση του προσφυγικού. Όπως αποδεικνύουν άλλωστε και οι σχεδιασμοί για τα κέντρα κράτησης μεταναστών και προσφύγων σε τρίτες «συνεργαζόμενες χώρες», πάντα έναντι αντιτίμου.
 
Με απλά λόγια, δημόσια και σε κοινή θέα, παρακολουθούμε να ακυρώνεται κάθε επιχείρημα που έχει να κάνει με την «τήρηση του προγράμματος», την «ελεύθερη αγορά», και κυρίως τον «σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα», απέναντι στο δίκιο του ισχυρού, που πλέον συμπεριφέρεται ανερυθρίαστα ως οικονομικός εκβιαστής. Προσφέροντας παράλληλα και ένα μάθημα πολιτικής αυτογνωσίας για την αξία της όποιας πολιτικής αντιπαράθεσης, για όσους επιθυμούν φυσικά να το πάρουν…