του Θάνου Καμήλαλη

Δεν μιλάω φυσικά για τον όλο και πιο φανερό χρυσαυγητισμό του Θέμου Αναστασιάδη ή το «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια – Ευρώπη» του Μπογδάνου, αλλά για τις αναλύσεις που ενώ παραδέχονται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης διολισθαίνει προς τα ακροδεξιά του κόμματός του συνεχώς, δικαιολογούν αυτήν την τακτική με μόνο επιχείρημα την κατάληψη της εξουσίας.

Τελευταίο κρούσμα που υπέπεσε στην αντίληψή μου είναι ένα άρθρο του Κώστα Γιαννακίδη στην Athens Voice, με τον ειρωνικό τίτλο «Δεν τραβάει ο Κυριάκος». Πρόκειται για ένα ενδεικτικό και ευσύνοπτο παράδειγμα, που συμπυκνώνει όλη τη φιλελεύθερη «άφεση αμαρτιών» στον Μητσοτάκη, αφού έτσι «καλπάζει προς την εξουσία». Γράφει ο Γιαννακίδης:

«Η αλήθεια είναι ότι κάπου άρχισε να μας μπερδεύει. Ενίοτε και να απογοητεύει, με τους χειρισμούς σε θέματα αιχμής όπως το Μακεδονικό, ή ιδιαίτερου συμβολισμού όπως η αναδοχή από ομόφυλα ζευγάρια. Ωστόσο, πιστεύω ότι ο αντίλογός του είναι πειστικός. Αν συναινούσε στη λύση του Μακεδονικού, με στρατηγούς και Μακεδονομάχους να είναι στα κάγκελα, σήμερα θα είχε στο λαιμό του τα δοντάκια του Βελόπουλου, του Καμμένου, του στρατηγού Φράγκου και της Χρυσής Αυγής. Ο Μητσοτάκης ελέγχεται επίσης για την ανοχή του προς τη δεξιά/ακροδεξιά πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας. Το πρόβλημα είναι ότι για να κερδίσεις εκλογές, πρέπει να είσαι πολυσυλλεκτικός.»

Απογοητεύει λοιπόν ο Μητσοτάκης σε θέματα αιχμής, αλλά δεν πειράζει, γιατί «πρέπει να κερδίσει εκλογές». Με άλλη συλλογιστική αλλά κοινή κατάληξη, την ίδια άποψη παραθέτουν κι άλλοι, όπως π.χ ο Στάθης Καλύβας. Υπάρχει σειρά αντιφάσεων εδώ: Οι ίδιοι άνθρωποι που επιτίθενται τακτικά (και σωστά) στον ΣΥΡΙΖΑ για τη συνεργασία με τους ΑΝΕΛ και για τους συνεχόμενους συμβιβασμούς ή ήττες του, δικαιολογούν με ιδιαίτερη θέρμη την παράδοση του «μετριοπαθούς» και «φιλελεύθερου» Μητσοτάκη στην ακροδεξιά πτέρυγα της ΝΔ, κάνοντας λόγο για ανάγκη «πολυσυλλεκτικότητας» και παραβλέποντας ότι πλέον υπάρχει ένα μεγάλο δείγμα που καταδεικνύει ποια τάση κάνει πραγματικά κουμάντο στην αξιωματική αντιπολίτευση. Ένας πολιτικός χώρος επίσης που κατακεραυνώνει εδώ και χρόνια τον «εθνολαϊκισμό» των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δικαιολογεί τις συνεχιζόμενες επικλήσεις της ΝΔ σε αυτόν.  

«Αν ο Μητσοτάκης έκανε όλα αυτά που περιμέναμε, τώρα, πράγματι, δεν θα είχε ένα μεγάλο Ποτάμι. Θα είχε, απλώς, κάτι μεγαλύτερο από το Ποτάμι» υποστηρίζει ο αρθρογράφος. Ο Μητσοτάκης όμως, υποτίθεται ότι ενσάρκωνε το «μέτωπο της λογικής», τον «ρεαλισμό», την ακύρωση των αντιπολιτευτικών εύκολων υποσχέσεων και τον άκρατο ευρωπαϊσμό. Πλεόν, οι υποστηρικτές του, απαλλαγμένοι όπως κι αυτός από ιδέες και προσωπεία, θέλουν να ενσαρκώσει μόνο την πρωτιά στις δημοσκοπήσεις. Οι παλινωδίες του αρχηγού έχουν μικρή σημασία, γιατί:

«Ας είναι. Το ωμό ερώτημα των επόμενων εκλογών θα είναι αν θέλουμε να παραμείνει πρωθυπουργός ο Τσίπρας ή να δώσουμε ευκαιρία στον Μητσοτάκη. Ξέρουμε την απάντηση. Και ο Μητσοτάκης θα έχει εύκολη δουλειά. Όταν ο προκάτοχός σου έχει πιάσει πάτο, δεν μπορείς να πας χειρότερα. Και τότε, μετά τις εκλογές, θα δούμε αν οι μεταρρυθμιστικές του προθέσεις είναι αληθινές ή αν ψωνίσαμε τελικά έναν δεξιό παλαιάς κοπής που έχει τη δυνατότητα να ξεγελάει ως σύγχρονος.» 

Υπάρχει και πάλι μια σειρά από προβλήματα σε αυτόν τον συλλογισμό:

1) Όταν από την ασύγκριτα πιο εύκολη θέση της αντιπολίτευσης οι υποχωρήσεις του Μητσοτάκη είναι συνεχείς κι αδιαμαρτύρητες, πόσο σοβαρό είναι το επιχείρημα «να τον κάνουμε Πρωθυπουργό και μετά βλέπουμε»; Ως δια μαγείας δηλαδή, μια κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα αντιστέκεται, τόσο στην ακροδεξιά (στην οποία να υποθέσουμε ότι δεν θα δώσει υπουργεία) όσο και στις πιέσεις των Ευρωπαιών, με επιτυχία που δεν έχει δείξει μέχρι σήμερα. Αν η ελπίδα αυτή είναι πραγματική και όχι προσχηματική ή οπαδική, η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς στην εξουσία θα έπρεπε να έχει διδάξει πολλά. 

2) Διάφορες φωνές του «κέντρου» προσπαθούν να δικαιολογήσουν την στάση της ΝΔ στο Μακεδονικό, γιατί «δεν έστειλε κόσμο στην Χρυσή Αυγή, ή κράτησε ενωμένο το κόμμα». Είμαστε σίγουροι ότι αυτό θα γινόταν; Προσωπικά, το βλέπω ως ένα προβλημα τύπου «η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα;». Με την στάση της η Νέα Δημοκρατία έδωσε κεντρική θέση στα ακροδεξιά πολιτικά επιχειρήματα, μιλώντας ή έστω υπονοώντας ακόμα και «εθνική προδοσία». Φοβούμενη μη δώσει χώρο στους Φραγκούληδες, τους Βελόπουλους, ή τους ναζί, έβαλε τα επιχειρήματά τους σε πρώτο πλάνο, καθημερινά στα τηλεπαράθυρα και εντυπωσιακά στην Ολομέλεια της Βουλής. Δεν είναι σίγουρο καν αν αυτή η τακτική κόβει ψήφους από την ακροδεξιά, ή τελικά οι ψηφοφόροι θα επιλέξουν την original εκδοχή της. Για παράδειγμα, παρά τις συνεχείς υποχωρήσεις της Μέρκελ προς τα δεξιά της στο προσφυγικό και τους καβγάδες της με τον υπουργό Εσωτερικών της, Ζεεχόφερ, το νεοφασιστικό AfD στη Γερμανία εμφανίζει ποσοστά – ρεκόρ σήμερα (17,5%), και καταλαμβάνει τη 2η θέση σε δημοσκόπηση. Η κατάσταση στην Ελλάδα ομολογουμένως δεν θα μπορούσε να είναι ίδια, λόγω του ξεκάθαρου εγκληματικού χαρακτήρα της Χ.Α., αλλά δεν αποκλείεται να το βρούμε μποστά μας με κάποιον άλλον τρόπο στο μέλλον (νέο ΛΑΟΣ, «σοβαρή Χρυσή Αυγή» κλπ).

3) Ας δεχτούμε ότι «η πολυσυλλεκτικότητα ειναι αναγκαία» και ότι «πρέπει η ΝΔ να κρατάει στο μαντρί και μια ακροδεξιά τάση». Πού είναι οι άλλες τάσεις της ΝΔ; Αυτήν τη στιγμή ο φιλελεύθερος χώρος που υποτίθεται εκπροσωπεί ο Κυριάκος και η «Καραμανλική» κεντροδεξιά, δέχονται συνεχείς εσωκομματικές ήττες. Ακόμα και οι ίδιοι αναγνωρίζουν, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η ακροδεξιά αλωνίζει. Και είναι πολύ λογικό: Αφού οι υπόλοιπες τάσεις είναι ουσιαστικά χειροκροτητές και απολογητές του Μητσοτάκη, χωρίς να ασκούν καμία πίεση ή κριτική, αφού «στις δημοσκοπήσεις να κερδίζουμε και όλα τ' άλλα…», αναπόφευκτα θα υποκύπτουν συνεχώς σε όσους φωνάζουν περισσότερο και απειλούν δήθεν (αφού η οσμή της εξουσίας είναι γλυκιά) με νέο κόμμα και αποχώρηση. 

4) Μπορεί οι δημοσκοπήσεις να είναι σύντομα ανέκδοτα (διαφόρων χρωμάτων), αλλά λογικά, αν γίνονταν σήμερα εκλογές, όντως το πιθανότερο είναι να κέρδιζε η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Το προβάδισμα που εμφανίζεται να έχει όμως, είναι αφενός de facto, κάτι που συμβαίνει όταν ο αντίπαλός σου εφαρμόζει μνημόνια και αφετέρου μάλλον εύθραυστρο, παρά το μέγεθος που φημολογείται ότι έχει. Φαίνεται ότι όλα εξαρτώνται από το θέμα της περικοπής των συντάξεων: Αν η κυβέρνηση πάρει δώρο από τους δανειστές την αναστολή του μέτρου (για ακύρωση ούτε λόγος, όπως κι αν προβληθεί) τότε, με τις εκλογές μάλλον λίγους μήνες μετά, η «νίκη» αυτή θα αποδειχθεί λογικά το υπερόπλο του Αλέξη Τσίπρα. Επειδή το πιθανότερο είναι οι σημερινές πρωτιές της ΝΔ στις δημοσκοπήσεις να κρέμονται από μία κλωστή, μπορεί πολύ εύκολα αυτό για το οποίο κομπάζουν οι απολογητές του Μητσοτάκη να καταρρεύσεις εν μία νυκτί. Κάτι που εν συνεχεία, θα αποτελέσει και το πολιτικό του τέλος, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση.

Στη δημόσια συζήτηση υπάρχει εδώ και χρόνια ο υποτιμητικός όρος του «φιλελέ» (ή νεοφιλελέ), τον οποίον οι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως φιλελεύθεροι απορρίπτουν μετά βδελυγμίας. Αναγνωρίζοντας ότι μερίδα της Αριστεράς χρησιμοποιεί τον όρο συνεχώς κι αδιακρίτως ενάντια σε πληθώρα διαφορετικών απόψεων, νομίζω ότι ο διαχωρισμός είναι σαφής. Ο φιλελευθερισμός, που εκφράζεται και με πίστη στα ευρωπαϊκά οράματα, είναι μια σειρά από ιδέες για δικαιώματα και κοινωνικές ελευθερίες, μαζί με αποδοχή συγκεκριμένων οικονομικών θεωριών. Ο «φιλελεδισμός» είναι ένας αχταρμάς από όλα αυτά, με ιδεοληψίες, οπαδισμό (κυρίως αντι-ΣΥΡΙΖΑ), χάιδεμα της ακροδεξιάς γιατί «κοιτάξτε, ένας Ρουβίκωνας», ευρωπαϊσμός μόνο στα μνημόνια και ψευτικές αλλά διασκεδαστικές βιωματικές αναρτήσεις. Λόγω του Κυριάκου, αποδεικνύεται όλο και περισσότερο ότι δυστυχώς έχουμε λιγότερους φιλελεύθερους και πολύ περισσότερους «φιλελέ».