Η καταδίκη της ακροδεξιάς κυβέρνησης του Βίκτορ Ορμπάν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η ενεργοποίηση του άρθρου 7  για «την επανειλημμένη παραβίαση των δημοκρατικών κανόνων και των ιδρυτικών αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης», διαφημίστηκε ως νίκη των δημοκρατικών αρχών της Ένωσης απέναντι στις όντως απάνθρωπες πρακτικές της ουγγρικής κυβέρνησης. Ο Ορμπάν «τιμωρήθηκε» αλλά η ΕΕ δεν δείχνει καμία διάθεση να τιμωρήσει την ακροδεξιά ρητορική. Τα παραδείγματα των δήθεν δημοκρατών που προωθούν την αντιλαϊκή ατζέντα εντός της, είναι χαρακτηριστικά.

Στις γαλλικές προεδρικές εκλογές την άνοιξη του 2017, ο Εμανουέλ Μακρόν φάνταζε ως σωτήρια λύση, καθώς είχε απέναντι του την ακροδεξιά Λεπέν. Μετά την επικράτηση του ακολούθησαν πανηγυρισμοί εντός της ΕΕ επειδή δεν επικράτησε η ακροδεξιά και έτσι πέρασαν στα ψιλά οι προεκλογικές δεσμεύσεις του για ξήλωμα του κοινωνικού κράτους και περαιτέρω ισχυροποίηση της γαλλικής ελίτ.

Κάτι ακόμα που πέρασε στα ψιλά ήταν το νομοσχέδιο που ποινικοποιεί τη διέλευση συνόρων σε μετανάστες χωρίς έγγραφα και δυσκολεύει τους αιτούντες άσυλο να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. Οι έντονες αντιδράσεις και οι φωνές του γαλλικού λαού δεν έφτασαν ποτέ στα αυτιά των Βρυξελλών. Άλλωστε το ζητούμενο ήταν οι «μεταρρυθμίσεις» του Μακρόν που καταργούν τα εργασιακά δικαιώματα. Οι μαζικές διαδηλώσεις, οι απεργιακές κινητοποιήσεις εβδομάδων και το όργιο αστυνομικής βίας δεν ενόχλησαν την ΕΕ.

Η «προοδευτική» ΕΕ δεν είχε ενοχληθεί με το αποτέλεσμα των αυστριακών εκλογών τον Οκτώβριο του 2017, όταν το «Λαϊκό Κόμμα» του νεοφιλελεύθερου Σεμπάστιαν Κουρτς πήρε την εξουσία, έχοντας συμμαχήσει με το ακροδεξιό «Κόμμα των Ελευθέρων». Ο Ορμπάν έστελνε τότε συγχαρητήρια μηνύματα για το «αδελφό κόμμα» και στις Βρυξέλλες έβγαζαν ανακοινώσεις  που τόνιζαν  ότι προβληματίζονται και είναι επιφυλακτικοί απέναντι στη νέα κυβέρνηση.

Μετά τις εκλογές, ο Κουρτς σε κάθε ευκαιρία έκλεινε το μάτι στην ομάδα του Βίσεγκραντ (Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία και Σλοβακία), ενώ για την αυστριακή κυβέρνηση είχε γίνει ρουτίνα το να βγάζει ανακοινώσεις που ζητούσαν τον αυστηρότερο έλεγχο των συνόρων της ΕΕ.

Οι χλιαρές αντιδράσεις των Βρυξελλών απέναντι στην ακροδεξιά κυβέρνηση της Αυστρίας έπαψαν ως δια μαγείας όταν υπερψηφίστηκε το αντεργατικό νομοσχέδιο για την θέσπιση δωδεκάωρου ημερήσιας εργασίας. Έτσι σταμάτησε η Κομισιόν να βλέπει με μισό μάτι την κυβέρνηση Κουρτς και κάθισαν στο τραπέζι  για να τα βρουν και για την ενίσχυση της Frontex. Ήταν τέτοια η χαρά της ΕΕ και του Γιουνκέρ που έταξαν την ενίσχυση της Frontex με 10.000 άτομα ως το 2020. Δωδεκάωρο είναι αυτό, δεν είναι αστεία.

Ίσως η ιταλική κυβέρνηση αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα για το πόσο ευέλικτη είναι η ΕΕ με τις «αρχές» και τις «αξίες» της απέναντι στους ακροδεξιούς. Δεν υπήρξε αντίδραση όταν σχημάτισε κυβέρνηση το μπουλούκι των ακροδεξιών. Οι Βρυξέλλες και τα ΜΜΕ  έβαλλαν κατά της ακροδεξιάς κυβέρνησης όταν μαθεύτηκε πως θα αναλάβει τη θέση του υπουργού Οικονομικών ο Πάολο Σαβόνα που είχε την ταμπέλα του ευρωσκεπτικιστή.

Είναι αστείο το να σκεφτεί  κανείς ότι ένας 82χρονος οικονομολόγος που επί της ουσίας δεν έχει καμία διαφωνία με τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς θα απειλούσε την ΕΕ, αλλά έστω και έτσι ο Σαβόνα βγήκε από την εικόνα με συνοπτικές διαδικασίες. Ο αχυράνθρωπος των Βρυξελλών – Πρόεδρος της Ιταλίας, Σέρτζιο Ματαρέλα, έθεσε βέτο.

Στη συνέχεια τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους… Η ιταλική κυβέρνηση ορκίστηκε, ο υπουργός Εσωτερικών Ματέο Σαλβίνι εξέφραζε σε κάθε ευκαιρία το μένος του κατά των μεταναστών, αλλά στην ΕΕ καλούσαν τους Ιταλούς να ηρεμήσουν και να μη δυναμιτίζουν το κλίμα στις αγορές.

Η επιμονή του Σαλβίνι στην αντιμεταναστευτική ρητορική και οι δηλώσεις του για μια Ευρώπη – φρούριο που θα εμποδίζει την μεταναστευτική ροή ουδόλως ενόχλησαν τις Βρυξέλλες, που έβγαζαν ανακοινώσεις για τα μάτια του κόσμου και καλούσαν την ιταλική κυβέρνηση να σεβαστεί τα ευρωπαϊκά ιδεώδη.

Αντιδράσεις δεν υπήρξαν ούτε όταν η Ιταλία ζητούσε «χειροπιαστές δεσμεύσεις» για την αντιμεταναστευτική πολιτική στη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου. Τον Αύγουστο ο Ορμπάν, αφού είχε εφαρμόσει τα μέτρα για τα οποία καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, συναντήθηκε με τον Σαλβίνι και τον χαρακτήρισε ήρωα του. Ούτε εκεί υπήρξε καταδίκη από την προοδευτική και δημοκρατική ΕΕ.

Λίγες μέρες πριν τη συνάντηση τους, μετανάστες που βρίσκονταν κυριολεκτικά σε κατάσταση ομηρίας στο πλοίο Diciotti, ξεκίνησαν απεργία πείνας γιατί δεν τους επέτρεπαν να αποβιβαστούν στο λιμάνι της Κατάνια. Η Ένωση αντέδρασε μόνο όταν ο αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης Λουίτζι Ντι Μάιο, απείλησε ότι δεν θα καταβάλουν την ετήσια συμβολή της Ιταλίας στον προϋπολογισμό της ΕΕ, ύψους 20 εκατομμυρίων ευρώ. Εντός ωρών από την δήλωση Ντι Μάιο, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, Αλεξάντερ Βίντερσταϊν, αντέδρασε και θυμήθηκε τους ανθρώπους που βρίσκονταν εγκλωβισμένοι στο πλοίο.

Πάμε τώρα στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον πυρήνα του κέντρου αποφάσεων, τη γερμανική κυβέρνηση. Ο υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας και αρχηγός των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), Χορστ Ζεεχόφερ, προσπάθησε προ ημερών να ξεπλύνει την επίθεση ακροδεξιών στο Κέμνιτς τον Αύγουστο.

Είναι ο ίδιος που απείλησε τη Μέρκελ με αποχώρηση από τον κυβερνητικό συνασπισμό της Γερμανίας, ζητώντας αυστηρά μέτρα. Το κέρδισε με συνοπτικές διαδικασίες. Η Μέρκελ προσαρμόστηκε  πολύ εύκολα στη δίωξη προσφύγων και μεταναστών, αλλά θεωρεί «ανέφικτο» το να μπορεί μια χώρα να εφαρμόζει τη δική της πολιτική απέναντι στα κελεύσματα των οίκων αξιολόγησης.  Ο δρόμος που ακολουθεί η ΕΕ είναι αυτός του διχασμού και της ξενοφοβία. Το ζητούμενο είναι η απάντηση των πολιτών. Έστω,  να κλοτσήσουν τα αντανακλαστικά και οι μνήμες των όσων έζησε πριν από δεκαετίες η Ευρώπη.