Στις απολογίες κατηγορουμένων προχώρησε η δίκη ενώπιον του Τριμελούς εφετείου Κακουργημάτων για την σύμβαση 8002 μεταξύ ΟΤΕ και Siemens που πλέον εισέρχεται στην ολοκλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας και αρχίζει να μετρά αντίστροφα ο χρόνος για την κρίση της δικαιοσύνης σε μία από τις μεγαλύτερες υποθέσεις διαφθοράς.

Η διαδικασία ξεκίνησε ουσιαστικά τον Μάρτιο του 2017, και αφορά την πλέον εμβληματική από τις δικογραφίες που φέρουν το όνομα του γερμανικού κολοσσού, η οποία αναφέρεται στην σύμβαση ψηφιακοποίησης των κέντρων του ΟΤΕ που υπογράφηκε το 1997.

Σύμφωνα με το «Documento» ο πρώην πρόεδρος του ΔΣ Siemens, Heinrich von Pierer, ισχυρίστηκε πως δεν είχε γνώση για την ύπαρξη των «μαύρων ταμείων», καθώς και ότι ο ίδιος συνέβαλε στο να δοθεί εντολή έρευνας στην Debevois and Plimpton: «Από το 1992 που ήμουν στη θέση του προέδρου του ΔΣ Siemens μέχρι το 1999 που έγινε ποινικό αδίκημα ( σ.σ. οι δωροδοκίες) εγώ δεν ήμουν σύμφωνος με τις παράνομες πληρωμές και προσπαθούσα να το εξαλείψω. Στο δικό μου πεδίο επιρροής δεν επέτρεπα να συμβούν τέτοιες πληρωμές», υποστήριξε.

Στο δικαστήριο δεν παρέσθη ο Μιχάλη Χριστοφοράκος, που εκπροοσωπήθηκε μέσω της δικηγόρου του, η οποία υποστήριξε ότι τίθεται ζήτημα δεδικασμένου, επικαλούμενη ως επιχείρημα το γεγονός της καταδίκης του εντολέως της από το Ειρηνοδικείο Μονάχου, για τα ίδια πραγματικά περιστατικά. Υποστήριξε επίσης ότι τα ημερολόγια της γραμματέα του Χριστοφοράκου, Αικατερίνης Τσάκαλου, που καταγράφει συναντήσεις με κρατικούς αξιωματούχους, δεν έχουν ερμηνευθεί σωστά.

Από την πλευρά του, το πρώην υψηλόβαθμος στέλεχος της Siemens Hells, Ηλίας Γεωργίου, αναφέρθηκε στους τραπεζικούς λογαριασμούς που φέρεται να διαχειριζόταν, υποστηρίζοντας πως αυτό συνέβαινε για τις ανάγκες της εταιρείας. «Δεν ήθελαν να φαίνονται στο όνομα μου για φορολογικούς λόγους» είπε, ενώ εξήγησε ότι τα χρήματα που διακινούνταν σε αυτούς ήταν «για κατασκοπεία των ανταγωνιστών και για φιλοξενία προσώπων που δεν ήθελε η μητρική να φαίνεται ότι φιλοξενήθηκαν».

Για την υπόθεση της “8002” λογοδοτούν 62 κατηγορούμενοι, αντιμέτωποι με βαριές κατηγορίες που σε ορισμένες περιπτώσεις επισύρουν ποινές ισόβιας κάθειρξης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ογκώδους δικογραφίας , τα ποσά που αποτέλεσαν “ωφέλιμες πληρωμές” – εκτιμάται ότι αγγίζουν τα 70 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που υπολογίζεται -υπό τις αντιρρήσεις της υπεράσπισης- ως ζημιά που υπέστη το Ελληνικό Δημόσιο καθώς τα παράνομα χρήματα μετακυλήθηκαν στο κόστος για την υλοποίηση του έργου.