Σύμφωνα με δημοσίευμα της Εφημερίδας των Συντακτών, το δικαστήριο αποφάσισε να υιοθετήσει την εισαγγελική εισήγηση, που προέβλεπε αθώωση του εφοπλιστή, των τραπεζικών στελεχών και των εκπροσώπων εταιρειών από τα αδικήματα -που τους αποδίδονταν κατά περίσταση- της απιστίας σε βαθμό κακουργήματος, καθώς και της ηθικής αυτουργίας σε αυτήν.
 
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, τα μέλη της Επιτροπής δανείων της τράπεζας First Business Bank και ο τότε διευθύνων σύμβουλος, Βίκτωρας Ρέστης, κατά τη διαχείριση της περιουσίας της τράπεζας συμμετείχαν στη διαδικασία έγκρισης δανείων, συνολικού ύψους 62.250.000 δολαρίων ΗΠΑ προς νομικά πρόσωπα και εκταμίευσης από την τράπεζα των αντίστοιχων ποσών, ενεργώντας κατά παράβαση των υποχρεώσεών τους και των αρχών της πιστοδοτικής πολιτικής της τράπεζας, όπως αυτές καθορίζονται στο Εγχειρίδιο Χρηματοδότησης.
 
Κατά το βούλευμα, φέρονταν να έλαβαν προς εξασφάλιση των απαιτήσεων της τράπεζας ναυτικές υποθήκες πλοίων ιδιοκτησίας των πιστούχων οι οποίες ήταν επισφαλείς για την τράπεζα, «δεδομένου ότι είχε σημειωθεί σημαντική πτώση της αξίας των πλοίων ήδη από τα τέλη του 2008, όταν η διεθνής οικονομική κρίση επηρέασε και τον κλάδο της ναυτιλίας, και ενώ έκτοτε η τράπεζα δεν ήταν επαρκώς κεφαλαιοποιημένη για την κάλυψη των αναλαμβανομένων κινδύνων, ιδίως στον κλάδο της ναυτιλίας, γεγονός που είχε κατ’ επανάληψη επισημανθεί από την ΤτΕ, η οποία υποδείκνυε διαρκώς την ανάγκη μείωσης των χορηγήσεων στον κλάδο αυτό». 
 
Κατά το σκεπτικό της αθωωτικής απόφασης, τα εν λόγω δάνεια χορηγήθηκαν με εμπράγματες εξασφαλίσεις, και επιπλέον η έγκριση και η εκταμίευσή τους δεν ήταν αυτή που επηρέασε την κεφαλαιακή επάρκεια του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, με συνέπεια να προσφύγει σε χρηματοδότηση από τον Έκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας της Τράπεζας της Ελλάδας. 
 
Σημειώνεται επίσης πως, σύμφωνα το δικαστικό συμβούλιο κατά την έκδοση του βουλεύματος, η αξία των μεταχειρισμένων πλοίων που τέθηκαν ως εγγυήσεις για τη χορήγηση των δανείων, «έβαινε έκτοτε συνεχώς μειούμενη κατ' έτος και ουδόλως εξασφάλιζε τα χορηγηθέντα δάνεια, προξενώντας έτσι μείωση του ενεργητικού της και ζημιώνοντας την περιουσία της τράπεζας κατά το ποσό αυτό, το οποίο τέθηκε σε οριστική καθυστέρηση και μετακυλήθηκε στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, κατόπιν απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος με την οποία ανακλήθηκε η άδεια του πιστωτικού ιδρύματος και τέθηκε σε ειδική εκκαθάριση».
 
Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα του News 247 κατά την έκδοση του βουλεύματος, τα δάνεια εμφανίζονται να δόθηκαν την περίοδο 2009-2012 σε εταιρείες με έδρα, μεταξύ άλλων, τις νήσους Μάρσαλ και Λιβερίας, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, ως μέτοχος των εταιρειών εμφανιζόταν η ίδια η οικογένεια του Βίκτωρα Ρέστη. Ακόμη, στο ίδιο δημοσίευμα, αναφέρονταν ενδεικτικά χαρακτηριστικά παραδείγματα δανείων που έδωσαν τα στελέχη της τράπεζας. Μεταξύ άλλων, αναφερόταν δάνειο ύψους 24 εκατ. δολ. για το οποίο είχε δοθεί ως εγγύηση πλοίο το οποίο στις αρχές του 2008 είχε εμπορική αξία 47,2 εκατ. δολ., ωστόσο κατά το χρόνο έγκρισης του δανείου αυτή είχε μειωθεί στο ποσό των 24 εκατ. ευρώ, επομένως «ήταν επικείμενη μετά βεβαιότητας περαιτέρω απομείωση της αξίας του, η οποία και πράγματι επήλθε, αφού την 29 Μαΐου 2012 η αξία του περιορίστηκε στο ποσό των 12.000.000 ευρώ και συνέχισε μειώμενη».