Όπως αναφέρει το εβδομαδιαίο δελτίο για την ελληνική οικονομία του ΣΕΒ, ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού αναμένεται να δημιουργήσει προβλήματα στην αγορά εργασίας, γιατί θα οδηγήσει τις επιχειρήσεις στο να υποκαταστήσουν την πλήρη απασχόληση με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση.

«Αύξηση του κατώτατου μισθού, ειδικά αν είναι μεγάλη, θα επηρεάσει σημαντικό μέρος της αγοράς εργασίας, και μάλιστα σε επιχειρήσεις που λόγω της εντατικής προσφυγής σε θέσεις εργασίας μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης βρίσκονται σε θέση να προχωρήσουν σε εύκολη υποκατάσταση πλήρους με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση ή και ημιδηλωμένη απασχόληση».

Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, όσοι επιθυμούν την αύξηση του κατώτατου μισθού υποτιμούν ή και αγνοούν πλήρως τις έμμεσες επιπτώσεις μιας αύξησης του κατώτατου μισθού στην παρέκκλιση των αμοιβών σε μισθολογικά κλιμάκια που ξεπερνούν κατά πολύ τον κατώτατο μισθό. Τάσσονται κατά των συλλογικών συμβάσεων και της υποχρεωτικής διαιτησίας, σε περίπτωση που προκύψουν διαφορές ανάμεσα σε εργαζόμενο και εργοδότη, επισημαίνοντας ότι τέτοιου είδους πρακτικές συνέβαλαν στην πτώχευση της χώρας.

«Αυτό το φαινόμενο ήταν ιδιαίτερα εκτεταμένο πριν το ξέσπασμα της κρίσης, λόγω της μοναδικότητας της Ελλάδας ως χώρας που ταυτόχρονα προβλέπει, α) την συλλογική διαπραγμάτευση σε κεντρικό επίπεδο, μέσω εθνικής, κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων, και όχι αποκεντρωμένη διαπραγμάτευση σε επίπεδο επιχείρησης, β) υποχρεωτική διαιτησία, γ) εύκολη ή και αυτόματη επέκταση συλλογικών συμβάσεων και σε επιχειρήσεις που δεν τις έχουν υπογράψει και, δ) την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης χωρίς τη δυνατότητα εξαίρεσης για επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα αναδιάρθρωσης και βιωσιμότητας. Οι απόψεις που συνηγορούν υπέρ μιας μεγάλης αύξησης του κατώτατου μισθού αγνοούν ή υποτιμούν εξόφθαλμα αυτή την πραγματικότητα, καθώς και το γεγονός ότι πλέον έχει ξαναστηθεί το σκηνικό των νομικών και θεσμικών προϋποθέσεων για τη στρεβλή και βλαπτική λειτουργία της αγοράς εργασίας, που συνετέλεσε εν μέρει στην πτώχευση της χώρας».

Παράλληλα, υποστηρίζουν ότι είναι άτοπη η σύγκριση με την Πορτογαλία που προχώρησε αυξήσεις του κατώτατου μισθού μόλις βγήκε από το μνημόνιο, καθώς ακόμα και σήμερα ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα είναι υψηλότερος.

«Όσοι παραπέμπουν στο παράδειγμα της Πορτογαλίας που προχώρησε σε διαδοχικές αυξήσεις του κατώτατου μισθού μετά την έξοδο από το δικό της μνημόνιο, πρέπει να λάβουν υπόψη τους ότι ο κατώτατος μισθός στην Πορτογαλία εξακολουθεί και σήμερα να είναι χαμηλότερος από αυτόν της Ελλάδας καθώς επίσης ότι το διαθέσιμο εισόδημα των Πορτογάλων (συμπεριλαμβανομένων όσων αμείβονται με τον κατώτατο μισθό) είναι υψηλότερο της Ελλάδας λόγω χαμηλότερων ασφαλιστικών εισφορών και φόρων στην εργασία».