Γιατί το ίδιο βράδυ, γυρνώντας σπίτι, ανεβάζω ένα ποστ στο facebook για να πω δυο λόγια γι’ αυτό. Το κάνω από καθήκον, μια και μου το είχαν στείλει πολλοί, γιατί βέβαια δεν θα έλεγα τίποτα καινούριο, έχω γράψει τόσα για την κουλτούρα του βιασμού, απλά είπα να το συνοδεύσω με μια σχετική εικόνα, για να στηρίξω την ιρλανδική διαμαρτυρία. Άνοιξα το συρτάρι μου με τα εσώρουχα, έβαλα ένα πάνω στο κρεβάτι μου, και τράβηξα μια φωτογραφία. Και έγραψα αυτό:
 

«Αυτή τη στιγμή, στην Ιρλανδία, γίνονται διαμαρτυρίες σχετικά με μια δίκη βιασμού. Ένας 27χρονος βρέθηκε αθώος για το βιασμό μιας 17χρονης, γιατί οι ένορκοι αποφάσισαν ότι στη σεξουαλική τους συνεύρεση, υπήρχε συναίνεση. Σαν «απόδειξη» της εν λόγω συναίνεσης, η υπεράσπιση παρουσίασε το εσώρουχο της δεκαεφτάχρονης. Είπε χαρακτηριστικά στους ενόρκους: «Πρέπει να λάβετε υπόψη τι φορούσε. Ένα δαντελένιο στρινγκ».
 
Γι’ αυτό γίνονται οι διαμαρτυρίες. Από το Κοινοβούλιο στους δρόμους κι ως το τουίτερ, γυναίκες ουρλιάζουν ό,τι έχετε βαρεθεί να ακούτε αλλά δεν έχω κουραστεί να λέω. Ότι η κουλτούρα του βιασμού είναι ακόμα εδώ και είναι παντού. Ότι σε κάθε υπόθεση βιασμού, δεν κατηγορείται ο θύτης αλλά το θύμα. Ενώ στην πραγματικότητα του βιασμού, φταίει πάντα ο θύτης και ποτέ το θύμα.
 
Κι ότι συναίνεση δεν είναι το πού ήσουν, τι φορούσες, αν είχες πιει και με ποιον ήσουν, αλλά μόνο το «ναι». Το δηλωμένο χωρίς πίεση και εξαναγκασμό, ενθουσιώδες «ΝΑΙ».
 
Αυτό εδώ δεν είναι συναίνεση. Είναι απλά ένα βρακί μου. #ThisIsNotConsent»

 
Το ποστ μοιράστηκε πολύ, το θέμα πήρε έκταση, μόνο που υποψιάζομαι πως το μισό ενδιαφέρον δεν ήταν για την απεχθή πράξη της υπεράσπισης, αλλά για το δικό μου το βρακί.
 
Και, μοιραία, κάτω από το ποστ, εμφανίστηκαν στρατιές αγνώστων, που στην καλύτερη των περιπτώσεων έλεγαν πως ο κατηγορούμενος δεν αθωώθηκε λόγω του βρακιού. Αρνούνταν να δουν ότι το θέμα δεν ήταν αυτό. Αρνούνταν να δουν ότι οι περισσότεροι βιασμοί δεν αναφέρονται ποτέ, γιατί οι γυναίκες ξέρουν ότι η κοινωνία θα τις αντιμετωπίσει σαν να φταίνε εκείνες, και θα τις κατηγορήσει.
 
Αρνούνταν να δεχτούν ότι τα δικαστήρια δικάζουν όχι τους βιαστές, αλλά τις γυναίκες που βιάζονται.
 
Μια από τις πολλές φωνές της διαμαρτυρίας στην Ιρλανδία, ήταν αυτή της μητέρας ενός άλλου 17χρονου κοριτσιού, από τη Σκωτία, που το 2002 αυτοκτόνησε μετά το τραύμα και τον εξευτελισμό που υπέστη στη δίκη ενάντια του βιαστή της. Σ’ εκείνη την υπόθεση δεν υπήρχε αμφιβολία, ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε. Αλλά καταδικάστηκε και το θύμα. Της ζητήθηκε τρεις φορές να σηκώσει και να δείξει μέσα στο δικαστήριο το βρακί που φορούσε όταν βιάστηκε, το πετσοκομμένο από τα DNA τεστ βρακί της, αρχικά για να δείξει ότι δεν της το είχε σκίσει ο κατηγορούμενος, και μετά για να διαβάσει δυνατά για όλο το δικαστήριο, ανάμεσα στα δάκρυά της, ότι το βρακί της έγραφε “Little Devil”.
 
Η κουλτούρα του βιασμού βασίζεται στο slut shaming και στο victim blaming. Στο ότι όταν μια γυναίκα βιάζεται, είναι δική της ευθύνη. Ότι αυτή φταίει. Οι άντρες είναι απόλυτα έρμαια των πρωτόγονων ενστίκτων τους και δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, άρα οι γυναίκες είναι που οφείλουν να βρίσκονται συνέχεια σε εγρήγορση. Να προσέχουν τι φοράνε, πού πηγαίνουν, με ποιον πηγαίνουν, τι θα πουν, τι θα πιουν, πώς θα φερθούν, μην τυχόν και προκαλέσουν. Αν προκαλέσουν είναι τσούλες και «τα θέλει ο κώλος τους».
 
Αν φοράς ένα δαντελένιο στρινγκ, είναι σαν να δηλώνεις ότι θες σεξ. Γενικά. Με οποιονδήποτε. Και στην κοινωνία μας, η γυναικεία σεξουαλικότητα είναι απαγορευμένη. Οι γυναίκες δεν έχουν δικαίωμα να θέλουν σεξ για το σεξ, θεωρείται σκανδαλώδες, κατακριτέο και προκλητικό, και αν το κάνουν, με οποιονδήποτε τρόπο, ακόμα και με ένα βρακί που δεν φαίνεται, τους αξίζει να τιμωρηθούν.
 
Όχι μόνο αυτό. Αρκεί και απλά να ανεβάσουν τη φωτογραφία ενός βρακιού, για να τους αξίζει να τιμωρηθούν. Γιατί, δυο μέρες μετά από εκείνο το ποστ, αναγκάζομαι να ανεβάσω άλλο ένα όπου λέω ότι όπως ήταν αναμενόμενο, σε δύο μέρες έλαβα πλήθος μηνυμάτων από αγνώστους. Διάφοροι έστειλαν «ωραίο εσώρουχο», «δείξε μου κι άλλα κιλοτάκια σου», «θα ήθελα να στο βγάλω», «ποιος να μην σε βιάσει εσένα» και μερικοί (και μερικές) έστειλαν «δηλαδή ανέβασες στο φέισμπουκ δικό σου βρακί;» ή «εσύ τώρα το παίζεις φεμινίστρια κι ανεβάζεις τέτοιες φωτογραφίες;» ή «σιγά μην σου έκανα τη χάρη να σε βιάσω».
 
Υπάρχει κόσμος που πιστεύει ότι η φωτογραφία ενός βρακιού, ανεξάρτητα του τι ήθελε να δηλώσει, προκαλεί και δίνει δικαιώματα. Για να ανεβάζει αυτή βρακί, κάτι πάει να πει. Ένιωθαν και απόλυτα δικαιολογημένοι. Εσύ προκάλεσες ό,τι συνέβη εναντίον σου. Εσύ φταις για τη σάπια μου συμπεριφορά. Εσύ έχεις την ευθύνη για τη δική μου πράξη. Εσύ είσαι η τσούλα, τι περίμενες, αν δεν ήθελες να σου συμβεί, ας πρόσεχες.
 
Εκτός από την εντυπωσιακή ανθρώπινη ανοησία, ήταν ένας τέλειος φαύλος κύκλος του victim blaming. Είναι σοκαριστικό όταν συμβαίνει από γυναίκες, αλλά αν κοιτάξουμε την ψυχολογία πίσω απ’ αυτό, είναι απόλυτα κατανοητό.
 
To victim blaming έχει να κάνει με τη βαθύτερη ανάγκη των ανθρώπων να πιστεύουν ότι ο κόσμος είναι ασφαλής και ότι το σύμπαν και το πώς λειτουργεί είναι νομοτελειακά δίκαιο και ηθικό. Γι’ αυτό πιστεύουμε και στο κάρμα και επιμένουμε ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο, όλα γίνονται για κάποιο λόγο κι άλλα ρομαντικά που διαβάζουμε πάνω σε φωτογραφίες με ηλιοβασιλέματα. Έχουμε την ανάγκη να τα πιστεύουμε, γιατί αλλιώς, αν συνειδητοποιήσουμε ότι τα πράγματα είναι τυχαία και τα χειρότερα μπορεί να συμβούν σε καλούς ανθρώπους οποιαδήποτε στιγμή, τότε νιώθουμε ευάλωτοι, μικροί και τρομαγμένοι.
 
Έχουμε υπαρξιακή ανάγκη να πιστεύουμε πως υπάρχει μια κοσμική αίσθηση δικαίου, αλλιώς δεν μπορούμε να διαχειριστούμε την πραγματικότητα. Η εύκολη λύση σε όλο αυτό είναι να πιστεύουμε ότι οι Άλλοι σε κάποιο επίπεδο αξίζουν αυτό που έπαθαν, αλλιώς δεν θα τους συνέβαινε. Είναι ανθρώπινο και είναι κατανοητό. Αλλά συγχρόνως είναι λάθος και μάλιστα πολύ επικίνδυνο. Αν θέλουμε έναν κόσμο δίκαιο, θα πρέπει να παλέψουμε γι’ αυτόν.