του Γιώργου Μουργή

Θα χρειαστεί ένας μήνας, περίπου, αναμονής για να λάβουμε οριστικές απαντήσεις στο ερώτημα αν το ανώτατο δικαστήριο της χώρας θα νομιμοποιήσει τη δικονομικά αυθαίρετη υπέρβαση προηγούμενων καταδικαστικών αποφάσεων που εισήγαγαν με τον πλέον απροσχημάτιστο τρόπο την έννοια της «ατομικής τρομοκρατίας», βασιζόμενοι στην ερμηνεία της γνωστής διάταξης του τρομονόμου και των άρθρων του 187Α.

Το νομικό αυτό παράδοξο -αφού οι τρεις αναρχικοί είχαν αμετάκλητα αθωωθεί από την κατηγορία της ένταξης σε τρομοκρατική οργάνωση- άφησε αδιάφορο το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, στις 26/03/2018, όταν τους καταδίκαζε ως ατομικούς τρομοκράτες, επιβεβαιώνοντας την ad hoc εφαρμογή νόμων και διατάξεων, σε βάρος της ισονομίας, όταν πρόκειται για κατηγορούμενους του αναρχικού και αντιεξουσιαστικού χώρου που έχουν καταχωρηθεί εφευρετικά ως η δεξαμενή τρομοκρατών.

Το Πενταμελές Εφετείο, ουσιαστικά τότε, και ύστερα από την εισαγγελική πρόταση, συνέχισε τον επικίνδυνο δρόμο της εφαρμογής του 187Α βάσει του οποίου αποδίδεται η κατηγορία του μέλους τρομοκρατικής οργάνωσης και απέδειξε ότι ακόμα κι όταν αυτή η κατηγορία καταρρίπτεται δικαστικά, ο κατηγορούμενος θα τιμωρείται και πάλι με τις ποινές του τρομονόμου, αυτή τη φορά ως ατομικός τρομοκράτης.

Ο Νίκος Ρωμανός αν και κρίθηκε τελεσίδικα αθώος, από το αδίκημα του 187Α ΠΚ, περί ένταξης σε τρομοκρατική οργάνωση, καταδικάστηκε σε βαριές ποινές και συνολικά σε 18 χρόνια, για μεμονωμένα αδικήματα με βάση τις επιβαρυντικές διατάξεις του 187Α από τους δικαστές, υιοθετώντας οι ίδιοι το νομικά αυθαίρετο και επικίνδυνο σκεπτικό της ατομικής τρομοκρατίας.

Προκύπτει, εύλογα, το ερώτημα τι ήταν τελικά οι κατηγορούμενοι;
Μέλη ομάδας δομημένης και με διαρκή δράση που προβλέπει το 187Α ΠΚ παρ. 4 ή «μοναχικοί λύκοι» – «ατομικοί τρομοκράτες»; Και εφόσον κρίθηκε ότι ήταν το δεύτερο, πώς τιμωρούνται με τις ποινές που αντιστοιχούν σε συμμετοχή σε δομημένη ομάδα; Γιατί και τα δύο ταυτόχρονα δεν γίνεται.

Η μετατροπή της κατηγορίας από αυτήν της ένταξης σε τρομοκρατική οργάνωση σε αυτήν της διάπραξης τρομοκρατικών πράξεων ατομικά, πέραν του ότι είναι δικονομικά ανεπίτρεπτη όταν γίνεται μετά την έκδοση του παραπεμπτικού βουλεύματος, είναι και ιδιαίτερα επικίνδυνη για τα κεκτημένα του νομικού πολιτισμού αλλά και για την ίδια τη δημοκρατία.

Ειδικά μάλιστα, όταν βρίσκουν  αποδέκτη σε μία συγκεκριμένη ηλικιακή κατηγορία, τη στρατευμένη νεολαία, η οποία επαναπροσδιορίζεται εμφατικά ως πρόβλημα μετά τον Δεκέμβρη του 2008.

Η πρόταση αναίρεσης

Ο Νίκος Ρωμανός, μέσω του συνηγόρου και πληρεξούσιου δικηγόρου του Θεόδωρου Μαντά με βάση ένα νομικά άρτιο και εξαιρετικό σκεπτικό αναίρεσης, ισχυρίζεται μεταξύ άλλων ότι:

(…) «η ταυτόχρονη με την απαλλαγή μου για ένταξη και συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση του 187Α ΠΚ, καταδίκη για πράξεις με «τρομοκρατικό χαρακτήρα», συνιστά ανεπίτρεπτη δικονομική παράβαση και ως εκ τούτου εμπίπτει στον υπό στοιχ. ΣΤ’ του αρθρ.510 παρ. 1 ΚΠΔ αναιρετικό λόγο περί παράβασης δεδικασμένου.

Πιο συγκεκριμένα εν προκειμένω συνέτρεχαν σωρευτικά οι προϋποθέσεις ύπαρξης δεδικασμένου:

α) Ταυτότητα προσώπου:

Ο αναιρεσείων τυγχάνω κατηγορούμενος και στις δύο υποθέσεις για τις οποίες εξεδόθησαν αντιφατικές αποφάσεις αναφορικά με τη συνδρομή στο πρόσωπό μου της διάταξης του άρθρου 187Α ΠΚ.

Βρέθηκα δε αντιμέτωπος με το παράδοξο να καταδικάζομαι για τα αδικήματα της ληστείας με καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου, παράνομης βίας, παράνομης κατακράτησης, διακεκριμένης οπλοφορίας, διακεκριμένης κλοπής κατά συναυτουργία και πλαστογραφίας σε συνολική ποινή καθείρξεως έντεκα (11) ετών, κατόπιν της απαλλαγής μου για την ένταξη και συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση ενώ στην αναιρεσιβαλλομένη καταδικάστηκα (…) σε συνολική ποινή καθείρξεως δεκαοκτώ (18) ετών, η οποία διαμορφώθηκε τόσο υψηλά κατόπιν της προσθήκης από το Δικαστήριο της επιβαρυντικής περιστάσεως της συνδρομής της παραγράφου 1 του άρθρου 187Α ΠΚ σε κάθε μία από τις επί μέρους πράξεις μου».

Ταυτόγχρονα, στο ίδιο σκεπτικό αναίρεσης για τις πράξεις του Νίκου Ρωμανού διαβάζουμε:

«Επειδή δε παραπέμφθηκα να δικασθώ για το αδίκημα της ένταξης και συμμετοχής στη ''Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς'' για ένα επιπλέον τρίμηνο από το χρονικό διάστημα για το οποίο είχε αθωωθεί με την υπ’ αριθμ. 3390/2014 απόφαση, το οποίο δεν καλυπτόταν από το δεδικασμένο, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών με την υπ’ αριθμ. 3130/2016 απόφασή του, ταυτόχρονα με το απαράδεκτο της ποινικής δίωξης λόγω δεδικασμένου, με έκρινε αθώο για τα υπολειπόμενα χρονικά διαστήματα που μου αποδίδονταν με το σκεπτικό ότι: ''Από τα προαναφερθέντα όμως αποδεικτικά στοιχεία δεν αποδεικνύεται ότι αυτός είχε ενταχθεί στην τρομοκρατική οργάνωση ΣΠΦ'' (…)

Συνεπώς, η αναιρεσιβάλλουσα κρίνοντάς με αθώο για ένταξη και συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση του άρθρου 187Α ΠΚ και καταδικάζοντάς με ταυτόχρονα για πράξεις με «τρομοκρατικό χαρακτήρα», υπέπεσε σε παράβαση δεδικασμένου , όπως αυτή περιγράφεται στον υπό στοιχ. ΣΤ’ αναιρετικό λόγο του άρθρ. 510 παρ.1 ΚΠΔ. καθώς τόσο για το αδίκημα της τρομοκρατικής οργάνωσης του άρθρου 187Α παρ. 4 ΠΚ όσο και για αυτό της παρ. 1 του ίδιου άρθρου είχα αθωωθεί με την υπ’ αριθμ. 3390/2014 (…)».

Ατομική ποινικοποίηση και καινοφανής τρομολαγνία…

 

Η δικαστική εξουσία με τις αποφάσεις της, υιοθετεί τη θεωρία της ατομικής τρομοκρατίας – τρομοκράτη ως συνέχεια του κράτους καταστολής, αλληθωρίζοντας ταυτόχρονα για το παρασύστημα στημένων σκευωριών, ενώ επιτρέποντας τις αδιαφανείς διαδικασίες της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας συμβάλλει τελικά στην καταχρηστική άσκηση της εξουσίας.

Η επιχείρηση δικαστικής τρομοκράτησης του αναρχικού – αντιεξουσιαστικού χώρου, δημιουργώντας κατά φαντασίαν «ατομικούς τρομοκράτες ή μοναχικούς λύκους» και εντάσσοντας στον τρομονόμο κάθε πολιτικό υποκείμενο που αντιστέκεται συλλογικά ή ατομικά απέναντι στην κυρίαρχη ιδεολογία, ακροβατεί σε αυθαίρετες ερμηνείες κατασκευής ενόχων που έρχονται να βρουν τελικά στήριγμα στον τρομονόμο.

Η ποινικοποίηση του φρονήματος, η οποία αναγορεύει σε εσωτερικούς εχθρούς τής κοινωνίας και του κράτους τους νέους, δεν νοείται να χρησιμοποιείται ως μόνιμος εκφοβισμός προς την κοινωνία ώστε να ευδοκιμήσει η πολιτική – κινηματική ιδιώτευση ή απομόνωση.

Μένει να δούμε αν ο Άρειος Πάγος θα βάλει και νομολογιακά φραγμό στις ορέξεις συγκεκριμένων δικαστικών κύκλων που νέμονται την εξουσία με αλαζονεία, επίδειξη ισχύος και αυθαιρεσία, ώστε να μην βρεθούμε μπροστά σε μια μεθοδευμένη επιχείρηση εξόντωσης -όχι μόνο των συγκεκριμένων κατηγορούμενων- μέσα από ένα τρομολαγνικό σκηνικό που αποβλέπει στην τελική διάβρωση και ποινικοποίηση των πάντων, προσβάλλοντας τις άξιες των ατομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων.

Η αδήριτη ανάγκη κατάργησης του 187 και 187Α ας είναι το μείζον εντός του πλαισίου που θέλουμε να ονομάζουμε νομικό πολιτισμό, έστω και κάτω από την ανεπάρκεια του ίδιου του απαρχαιωμένου Ποινικού Κώδικα και των ακραίων φαινομένων εφαρμογής του, μέσω συγκεκριμένων δικαστικών αποφάσεων.