Απορρίφθηκαν τα αιτήματα της Ελλάδας για το άνοιγμα του λογαριασμού του κουμπάρου του Γιάννου Παπαντωνίου. Πριν πέντε μήνες το Ομοσπονδιακό Ποινικό Δικαστήριο απέρριψε το σχετικό αίτημα, αλλά στη συνέχεια το ελβετικό υπουργείο Δικαιοσύνης ζήτησε να αναιρεθεί η απόφαση. Ωστόσο, το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Ελβετίας απέρριψε της αίτηση αναίρεσης.

Οι ελληνικές δικαστικές αρχές είχαν ζητήσει το άνοιγμα του επίμαχου λογαριασμού καθώς μέσω αυτών φέρεται να διακινήθηκε συνολικό ποσό 1,3 εκατομμυρίου ευρώ στη σύζυγο του πρώην υπουργού, Σταυρούλα Κουράκου, το οποίο ήρθε στο φως μέσα από την λίστα Λαγκάρντ. Σύμφωνα με το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο τα αιτήματα απορρίφθηκαν γιατί «υπάρχουν υπόνοιες ότι τα στοιχεία που επικαλούνται οι ελληνικές αρχές είναι προϊόν υποκλοπής».

Πληροφορίες του newsbeast.gr αναφέρουν ότι σύμφωνα με το δικηγόρο Ηλία Μπίσια, ο οποίος χειρίστηκε την υπόθεση ενώπιον των ελβετικών δικαστηρίων, η συγκεκριμένη απόφαση είναι νομολογιακά ιδιαίτερα σημαντική για τη μελλοντική αντιμετώπιση παρόμοιων αιτημάτων δικαστικής συνδρομής με αντικείμενο το άνοιγμα λογαριασμών, τα στοιχεία των οποίων αποκτήθηκαν μέσω αξιοποίνων πράξεων.

«Η απόφαση του Ομοσπονδιακού Ποινικού Δικαστηρίου, η οποία επικυρώθηκε από το Ανώτατο Ελβετικό Δικαστήριο και αποτελεί πλέον δεδικασμένο, είναι η πρώτη που εκδίδεται σε υπόθεση αιτημάτων δικαστικής συνδρομής που βασίζονται σε τραπεζικά δεδομένα που έχουν υποκλαπεί από ελβετικές τράπεζες. Ως εκ τούτου, είναι νομολογιακά ιδιαίτερα σημαντική για τη μελλοντική αντιμετώπιση παρόμοιων αιτημάτων δικαστικής συνδρομής με αντικείμενο το άνοιγμα λογαριασμών, τα στοιχεία των οποίων αποκτήθηκαν μέσω αξιοποίνων πράξεων.

Το δικαστήριο δεν υπεισήλθε στην ουσία της υπόθεσης, αλλά ασχολήθηκε αποκλειστικά με το ζήτημα της υποκλοπής των δεδομένων υπό το πρίσμα της παραβίασης της λεγόμενης αρχής της εμπιστοσύνης που διέπει τις διακρατικές σχέσεις. Με την απόφαση αυτή, ακυρώθηκε αμετάκλητα η απόφαση της Ομοσπονδιακής Εισαγγελίας, με την οποία είχε διαταχθεί τον Νοέμβριο του 2017 η άρση του τραπεζικού απορρήτου του λογαριασμού του εντολέα μου και η διαβίβαση των σχετικών πληροφοριών στις ελληνικές αρχές».