Από τον Kumi Naidoo, Γενικό Γραμματέα της Διεθνούς Αμνηστίας

πρώτη δημοσίευση στο Time

Το ρευστό κίνημα που βρίσκεται πίσω από τις διαδηλώσεις είναι γνωστό ως «gilets jaunes» ή Κίτρινα Γιλέκα. Τις τελευταίες εβδομάδες, το συγκεκριμένο κίνημα έχει μεγαλώσει πολύ, καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι που σχεδόν δεν καταφέρνουν να επιβιώσουν λόγω των πενιχρών μισθών και απειλούνται από την έλλειψη προστασίας στον εργασιακό τους χώρο, έχουν ενταχθεί στο κίνημα για να εκφράσουν τον θυμό τους για την προτεινόμενη οικονομική πολιτική της Γαλλικής κυβέρνησης. Η νεολαία επίσης συμμετείχε στις διαδηλώσεις, με τους φοιτητές/τριες και μαθητές/τριες να κάνουν κατάληψη στα Πανεπιστήμια ή τα σχολεία τους και να διαδηλώνουν.

Μπροστά σε αυτό το πολύπλευρο κίνημα, η κυβέρνηση του Προέδρου Μακρόν ανακοίνωσε ότι θα αποσύρει την αύξηση του φόρου καυσίμων. Ωστόσο, σύμφωνα με τις ενδείξεις, οι εντάσεις δεν πρόκειται να περιοριστούν σύντομα, λόγω του αυξανόμενου χάσματος οικονομικής ανισότητας μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών σε ολόκληρη τη χώρα.

Οι διαδηλώσεις έχουν πολώσει έντονα τη συζήτηση, που ήδη αναπαράγει επικίνδυνες διαιρέσεις μεταξύ της κλιματικής αλλαγής, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανάγκης προστασίας των πλέον περιθωριοποιημένων και μη προνομιούχων στις κοινωνίες μας.

Ορισμένες από τις οικολογικές ομάδες που συγκεντρώθηκαν αυτές τις μέρες στην Σύνοδο Κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή στην Πολωνία ανησυχούν ότι η οπισθοχώρηση του Μακρόν για τον φόρο στέλνει ένα «προβληματικό μήνυμα», ακριβώς τη στιγμή που ο κόσμος πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές του για την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα.

Στο μεταξύ, ορισμένοι πολιτικοί επιχειρούν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση. Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ συμμετείχε στην αντιπαράθεση κάνοντας ένα tweet την Τρίτη: «Χαίρομαι που ο φίλος μου Εμμάνουελ Μακρόν και οι διαδηλωτές στο Παρίσι συμφώνησαν με το συμπέρασμα στο οποίο έφτασα πριν από δύο χρόνια. Η Συμφωνία του Παρισιού έχει πολλά μειονεκτήματα, επειδή αυξάνει την τιμή της ενέργειας για τις υπεύθυνες χώρες ενώ παράλληλα συγκαλύπτει μερικές από τις χώρες που ρυπαίνουν περισσότερο».

Ο Πρόεδρος Τραμπ, όπως και άλλοι σκεπτικιστές της κλιματικής αλλαγής, τάσσονται υπέρ της διαμόρφωσης της συζήτησης ως εάν να πρόκειται για μια επιλογή μεταξύ της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής ενάντια στην προστασία των ανθρώπων και των θέσεων εργασίας. Αλλά θα ήταν λάθος για το περιβαλλοντικό κίνημα να ανταποκριθεί παίζοντας το παιχνίδι τους και υποστηρίζοντας ότι η ηθική επιταγή για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής θα πρέπει αυτομάτως να υπερισχύει έναντι σε κάθε δυσκολία που μπορεί να αντιμετωπίσουν στο βραχυπρόθεσμο επίπεδο οι άνθρωποι λόγω των μεταβατικών μέτρων.

Η προστασία του βιοτικού επιπέδου των ανθρώπων, που τους επιτρέπει να ζήσουν με αξιοπρέπεια και ο τερματισμός της κλιματικής αλλαγής, είναι στην πραγματικότητα και τα δύο τμήματα του ίδιου αγώνα. Πράγματι, η συμφωνία του Παρισιού αναγνωρίζει την ανάγκη ενσωμάτωσης της περιβαλλοντικής προστασίας προωθώντας οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα όπως η εργασία, το βιοτικό επίπεδο και η υγεία.

Όπως και σε πολλές άλλες χώρες, φοβόμαστε ότι θα είναι οι φτωχοί/ες εργαζόμενοι/ες της Γαλλίας που θα μπορέσουν λιγότερο να αντιμετωπίσουν τις επικίνδυνες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως η αύξηση της ρύπανσης και των σχετικών προβλημάτων υγείας λόγω έλλειψης πόρων. Σε ολόκληρο τον κόσμο, βλέπουμε συνήθως ότι είναι οι φτωχότεροι που πρέπει να κάνουν τον μεγαλύτερο αγώνα για να επιβιώσουν, πόσο μάλλον να ανακάμψουν, κάθε φορά που τους χτυπά ένα, σχετικό με το κλίμα, καιρικό φαινόμενο.

Η Γαλλική κυβέρνηση πρέπει να θεσπίσει πολιτικές προστασίας του κλίματος που θα μειώνουν την ανισότητα, αντί να την βαθαίνουν. Κάτι τέτοιο περιλαμβάνει πολιτικές όπως οι επιδοτήσεις που επιτρέπουν στους ανθρώπους να στραφούν σε καθαρές πηγές ενέργειας αντί να τους τιμωρούν όταν αποτυγχάνουν να το κάνουν. Σημαίνει η επιβάρυνση να πέφτει στις εταιρείες ορυκτών καυσίμων και όχι στους καταναλωτές/τριες, ιδίως εκείνους/ες με χαμηλό εισόδημα.

Κανείς από την κυβέρνηση του Προέδρου Μακρόν, πόσο μάλλον ο ίδιος ο Μακρόν, δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει δημόσια ότι οι φτωχοί/ες εργαζόμενοι/ες της Γαλλίας θα έπρεπε πράγματι να πληρώσουν το τίμημα για την προσπάθεια της χώρας να  απομακρύνει τον άνθρακα. Ωστόσο, προτού οι κυβερνήσεις προβούν σε σημαντικές οικονομικές ή δημοσιονομικές αλλαγές, οφείλουν να αναλογιστούν κατάλληλα πώς θα επηρεαστούν οι άνθρωποι που ήδη αγωνίζονται να επιβιώσουν οικονομικά.

Η ειρωνεία είναι ότι αυτή η κρίση λαμβάνει χώρα την παραμονή του εορτασμού της 70ής επετείου της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων – της πρώτης παγκόσμιας Διακήρυξης που υιοθετήθηκε και υπογράφηκε από τις κυβερνήσεις στο Παρίσι στις 10 Δεκεμβρίου 1948.

Εβδομήντα χρόνια μετά την υιοθέτηση της Διακήρυξης, βλέπουμε την αυξανόμενη μισαλλοδοξία, την ακραία ανισότητα, την οπισθοχώρηση στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ταυτόχρονα με την έλλειψη άμεσης πρωτοβουλίας για την ταχύτερη αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Με πολλούς τρόπους, όπως αποδεικνύει ο τρέχων ξεσηκωμός στη Γαλλία, κινδυνεύουμε να δημιουργήσουμε μια μορφή κόσμου, τον οποίο οι κυβερνήσεις που ενέκριναν τη Διακήρυξη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, είχαν υποσχεθεί να αποτρέψουν.

Οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν ανάγκη οι ηγέτες τους να αποδείξουν ότι ηγούνται στον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως απαιτούσαν οι συντάκτες της Διακήρυξης, ειδικά ενόψει της κλιματικής κρίσης που όλοι/ες αντιμετωπίζουμε. Ο Πρόεδρος Μακρόν έκανε το λάθος να υποθέσει ότι ο αγώνας ενάντια στην κλιματική αλλαγή αφορά απλώς το να βάλουμε τον πλανήτη μας σε πρώτη προτεραιότητα.  Στην πραγματικότητα χρειάζεται να θέσουμε τους ανθρώπουςσε πρώτο πλάνο και να βάλουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα σε πρώτη προτεραιότητα.

Η μετάφραση έγινε από το Ελληνικό Τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας