Όπως προέκυψε, η δικλείδα ασφαλείας («backstop») για την αποφυγή των σκληρών συνόρων μεταξύ της Ιρλανδίας και της Βόρειας Ιρλανδίας θα εφαρμοστεί «προσωρινά» και «μόνο για όσο διάστημα είναι απαραίτητο» αναφέρουν τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής για το Brexit, τα οποία δημοσιοποιήθηκαν μετά το πέρας της συνεδρίασης.

Κατά με τη συμφωνία για το ιρλανδικό, προβλέπεται ένα «δίχτυ ασφαλείας» με τη δημιουργία ενός προσωρινού «ενιαίου τελωνειακού εδάφους» μετά το Brexit, όπου θα περιλαμβάνεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο. Παράλληλα, περιγράφονται δεσμεύσεις της ΕΕ να «εργαστεί γρήγορα για μια μεταγενέστερη συμφωνία», μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2020, ήτοι μέσα στη μεταβατική περίοδο που θα ακολουθήσει την αποχώρηση του ΗΒ από την ΕΕ.

Σύμφωνα με την αναμετάδοση του Αθηναϊκού Πρακτορείου, η πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Τερέζα Μέι ζήτησε την Πέμπτη από τους 27 ομολόγους της περισσότερες «νομικές και πολιτικές» εγγυήσεις για το ζήτημα των ιρλανδικών συνόρων. Ωστόσο, αυτό που οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποφάσισαν να συμπεριλάβουν στην τελική δήλωση είχε μορφή διευκρινίσεων: δεσμεύονται να «εργαστούν γρήγορα για μια μεταγενέστερη συμφωνία», προκειμένου «να μη χρησιμοποιηθεί το “backstop”». Εάν όμως αυτό πρέπει να ενεργοποιηθεί, «θα εφαρμοστεί προσωρινά, αν και για όσο δεν υπάρχει μεταγενέστερη συμφωνία» και «αυστηρά για όσο είναι απαραίτητο», εξηγούν στα τελικά συμπεράσματα.

Από τη μεριά του, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ ανέφερε μετά το πέρας της συνεδρίασης πως η ΕΕ πρόσθεσε κάποιες «διευκρινίσεις» αλλά απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο «επαναδιαπραγμάτευσης».

«Οι Βρετανοί φίλοι μας πρέπει να μας πουν τι θέλουν, αντί να μας λένε τι θέλουμε εμείς. Συχνά βρισκόμαστε σε μια θολή και αόριστη συζήτηση και είναι καιρός να έχουμε σαφήνεια», σημείωσε ο ίδιο, ενώ πρόσθεσε ότι δε θα υπάρξουν «καινούργιες, νομικά δεσμευτικές υποχρεώσεις για την ΕΕ». Ακόμη, έθεσε ως ημερομηνία «ορόσημο» για την Επιτροπή τη 19η Δεκεμβρίου, όταν και θα δημοσιεύσει τις λεπτομέρειες αναφορικά με τις προετοιμασίες για το ενδεχόμενο μη συμφωνίας.

Αποκλείει κάθε νέα διαπραγμάτευση η ΕΕ

Όπως αποκάλυψε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, η Τερέσα Μέι ζήτησε από τους υπόλοιπους ηγέτες υποστήριξη απέναντι στις «δυσκολίες» που αντιμετωπίζει στην προσπάθειά της το βρετανικό κοινοβούλιο να επικυρώσει τη συμφωνία που κλείστηκε ανάμεσα στο ΗΒ και την ΕΕ, και τους ζήτησε «επιπρόσθετες εγγυήσεις».

Από τη μεριά του, ο Γιουνκέρ χαρακτήρισε «εξωφρενικό» το γεγονός ότι το Λονδίνο πίστευε πως επαφίεται στην ΕΕ να του «προτείνει απαντήσεις». «Επαφίεται μάλλον στη βρετανική κυβέρνηση να μας πει τι είναι αυτό που θέλει ακριβώς», συνέχισε, με εμφανή κόπωση, πριν προσθέσει πως «δυσκολεύεται να καταλάβει την συναισθηματική κατάσταση των βρετανών κοινοβουλευτικών».

Παράλληλα, ως «πολύ άσχημη» περιέγραψε την ατμόσφαιρα στο δείπνο των ηγετών μία ακόμη ευρωπαϊκή πηγή που επικαλείται το Αθηναϊκό Πρακτορείο. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, η Τ. Μέι αδυνατούσε «να διατυπώσει τι ήθελε» και διακοπτόταν συχνά, τόσο από την Ανγκέλα Μέρκελ, όσο και από άλλους ηγέτες, που απαιτούσαν ολοένα πιο ανυπόμονα να μάθουν τι περίμενε «ακριβώς». Δεύτερη πηγή που αναφέρεται, εκτιμά πως η βρετανίδα δεν μπορεί να υπολογίζει στη βοήθεια των 27, παρά μόνο αν επιστρέψει τις προσεχείς εβδομάδες στις Βρυξέλλες με συγκεκριμένες προτάσεις.

Σύμφωνα με τα όσα μεταφέρονται από τη σύνοδο, η βρετανίδα πρωθυπουργός έμοιαζε να προσπαθεί να εξασφαλίσει χρόνο, ζητώντας από τους υπόλοιπους ηγέτες να την «εμπιστευθούν». Όπως αναφέρεται, οι εκτιμήσεις διπλωματών θέλουν τις τεταμένες συζητήσεις να επαναλαμβάνονται το 2019, καθώς αυτό που προέκυψε την Πέμπτη ήταν απλώς μία αναβολή. Σε κάθε περίπτωση, η Μέρκελ και οι άλλοι ευρωπαίοι ηγέτες απέκλεισαν κατηγορηματικά το να ξαναρχίσει διαπραγμάτευση για τη συμφωνία που κλείστηκε. Όπως το έθεσε ο Γιουνκέρ, «δεν θα υπάρξουν νέες, νομικά δεσμευτικές υποχρεώσεις για την ΕΕ. Αυτό είναι ξεκάθαρο».

Η βρετανική κυβέρνηση πάντως έχει ορίσει την 21η Ιανουαρίου ως την προθεσμία για την έγκριση της συμφωνίας από το κοινοβούλιο.

Μια «μαύρη μέρα για τη Μέι»

Την ζοφερή κατάσταση που αντιμετωπίζει η Τερέσα Μέι μετά τη σύνοδο κορυφής καταγράφει η ισπανική εφημερίδα El Pais, αναφερόμενη σε μια καταστροφική εβδομάδα για την βρετανίδα πρωθυπουργό, μετά την πύρρεια νίκη της στην εσωκομματική διαμάχη και την πρόταση μομφης, και ακολούθως μια άλλη μαύρη μέρα κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής συνόδου κορυφής στις Βρυξέλλες. «Η αμήχανη Μέι και η ΕΕ που θέλει να βοηθήσει το Λονδίνο, αλλά δεν ξέρει πώς» αναφέρεται, μεταξύ άλλων.

Η βρετανίδα πρωθυπουργός έφτασε στην ευρωπαϊκή πρωτεύουσα για να βοηθήσει στην επίτευξη κύρωσης στο βρετανικό κοινοβούλιο της συμφωνίας εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου της ΕΕ. Αλλά οι 27 απλά αρνηθηκαν να βοηθήσουν την Μέι, διπλασιάζοντας την πίεση τους προς την Βρετανίδα πρωθυπουργό για να πείσει το κοινοβούλιο της ότι η διαπραγματευόμενη συμφωνία εξόδου για περισσότερο από 20 μήνες είναι «η καλύτερη και η μόνη δυνατή», όπως επανέλαβε ο Γιούνκερ . Και μόνο όταν η Μέι δώσει κάποια εγγύηση ότι το κείμενο μπορεί να εγκριθεί, οι Ευρωπαίοι θα ήταν πρόθυμοι να προσφέρουν τις αναγκαίες διευκρινίσεις.

«Εάν τα προβλήματα είναι στο Λονδίνο, οι λύσεις δεν μπορούν να βρεθούν στις Βρυξέλλες». Με τη φράση αυτή, ευρωπαϊκές πηγές συνόψισαν το φιάσκο της προσπάθειας της Μει να πείσει τους εταίρους της ΕΕ να την βοηθήσουν να σώσει τη συμφωνία για το Brexit στο βρετανικό κοινοβούλιο. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες υπέβαλαν ερωτήσεις στη Μέι για περισσότερο από μισή ώρα, σχετικά με το χρονοδιάγραμμα της επικύρωσης της συμφωνίας, μετά την επιβεβαίωση της απόρριψης της από ένα μεγάλο μέρος των συντηρητικών βουλευτών και της αντιπολίτευσης των Εργατικών.

Αλλά η Μέι δεν μπόρεσε να πείσει για τη δέσμευσή της για την επικύρωση της συμφωνιας για το Brexit που είναι ακόμα στον αέρα. Το γεγονός αυτό οδήγησε τους «27» να εγκρίνουν τα συμπεράσματα χωρίς την παραμικρή παραχώρηση. Από το κείμενο απαλείφθηκε ακόμη και η δυνατότητα να προσφερθούν «νέες εγγυήσεις» που είχαν εμφανιστεί στα σχέδια την παραμονή της συνόδου κορυφής.