Με την αγωγή που είχε καταθέσει η Μαρέβα Μητσοτάκη, ζητούσε από την εφημερίδα Documento 500.000 ευρώ, χαρακτηρίζοντας σειρά δημοσιευμάτων που την αφορούσαν και τους δημοσιογράφους που τα συνέταξαν ως «συκοφάντες». Τα δημοσιεύματα αφορούσαν, μεταξύ άλλων, αμφιβολίες για τη διάστασή της με τον Κυριάκο Μητσοτάκη για την «αποφυγή κοινής δήλωσης πόθεν έσχες», για τις σχέσεις της ίδιες με τον πρώην στενό συνεργάτη του Αντώνη Σαμαρά που βρέθηκε στα Panama Papers των offshore εταιρειών, Σταύρο Παπασταύρου και την απόκτηση του σπιτιού του Βολταίρου στο Παρίσι.
 
Όπως αναφέρει σε δημοσίευμα της η εφημερίδα, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών δέχθηκε πως τα δημοσιεύματα για όλα τα παραπάνω είναι αληθή και στηρίζονται σε στοιχεία, επιδικάζοντας το ποσό των 5.000 ευρώ για δύο «ήσσονος σημασίας ζητήματα. Συγκεκριμένα, πρόκειται για δημοσίευμα για τη «φιλική σχέση» με τον φυγόδικο πρώην μεγαλοστέλεχος της Siemens, Μιχάλη Χριστοφοράκο, με βάση τη γειτνίαση των σπιτιών τους στην Τήνο, καθώς και για δημοσίευμα για «το μυστήριο με τους διπλούς ΑΦΜ της Μαρέβας», με το δικαστήριο να αποφαίνεται πως επρόκειτο για λάθος που είχε στο μεταξύ διορθωθεί, και η ενάγουσα «είχε φροντίσει να πληροφορήσει τον συντάκτη για την παραδρομή». 
 
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, που δημοσιεύει το documentonews.gr, το δικαστήριο αποφάσισε πως ο έλεγχος διαφάνειας του πολιτικού βίου είναι «πολύ σημαντικό διακύβευμα», κάνοντας λόγο για το «δημοσιογραφικό καθήκον» της ορθής ενημέρωσης της κοινής γνώμης. Όπως αναφέρει, τα επίδικα δημοσιεύματα αφορούν πραγματικά περιστατικά και «αποτελούν τον πυρήνα της είδησης, είναι αληθινά, ακριβή και αντικειμενικά αναμφίβολα».
 
Παράλληλα γίνεται λόγος για «δικαιολογημένο ενδιαφέρον του δημοσιογράφου, να πληροφορήσει το κοινωνικό σύνολο, για τη μη συμπερίληψη των περιουσιακών στοιχείων της κας Γκραμπόφσκι, στις δηλώσεις πόθεν έσχες του συζύγου της, για το χρονικό διάστημα, τόσο της διάστασης, όσο και εκείνο μετά την επανασύνδεσή τους». Ακόμη, στο σκεπτικό αναφέρεται πως «υπήρχε δικαιολογημένο ενδιαφέρον» από την πλευρά του δημοσιογράφου, με δεδομένο ότι η κα Γκραμπόφσκι «ως σύζυγος βουλευτή και πλέον του αρχηγού του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι πρόσωπο που προσελκύει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης».
 
Για την επιχειρηματική δραστηριότητα της συζύγου του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στο σκεπτικό αναφέρεται ότι υπήρχε «δικαιολογημένο ενδιαφέρον» του δημοσιογράφου, υπογραμμίζοντας την ιδιότητά της ως συζύγου του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας «και του ενδιαφέροντος του κοινωνικού συνόλου, να πληροφορείται την επιχειρηματική της δραστηριότητα».
 
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η απόφαση ο Κώστας Βαξεβάνης «ενήργησε καλόπιστα, κατά την ενάσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματός του, ως δημοσιογράφου, στο πλαίσιο του δικαιολογημένου δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος, της μετάδοσης πληροφοριών δημοσίου ενδιαφέροντος που πηγάζει από το άρθρο 14 παρ. 2 του Συντάγματος, το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ και τους νόμους περί ελευθερίας του τύπου, τηρώντας το καθήκον αλήθειας και έρευνας των ειδήσεων, που πρέπει να διέπει τη λειτουργία των ΜΜΕ».
 
«Λόγω της θέσης της στο δημόσιο βίο, θα πρέπει να επιδεικνύει μεγαλύτερη ανοχή στην κριτική και τον έλεγχο των πράξεών της, ακόμα και στην έντονη κριτική, με δυσμενείς χαρακτηρισμούς και εκφράσεις, ως εν προκειμένω, αλλιώς θα επιβαλλόταν καθήκον σιγής στον τύπο» αναφέρεται ακόμη στα αποσπάσματα του σκεπτικού.
 
 

ΝΔ: «Κοινός συκοφάντης και με δικαστική βούλα ο Βαξεβάνης»

 
Από τη μεριά της, η Νέα Δημοκρατία προτίμησε να απαντήσει στο δημοσίευμα της εφημερίδας για την δικαστική απόφαση  με μία «διαρροή», κατά την οποία υποστηρίζει πως η απόφαση δικαιώνει την Μαρέβα Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη, αποκαλώντας τον δημοσιογράφο και εκδότη Κώστα Βαξεβάνη ως «κοινό συκοφάντη και με δικαστική βούλα».
 
Διαβάστε τη διαρροή της Νέας Δημοκρατίας;
 
«Η υπ’ αριθμ. 5131/2018 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών δέχθηκε εν μέρει την αγωγή της Κας Μαρέβας Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη και έκρινε ότι τα άρθρα του κ. Κώστα Βαξεβάνη περί δήθεν χρήσης εκ μέρους της διπλού ΑΦΜ περί δήθεν ύποπτης διασύνδεσης της με άτομα που εμπλέκονται στο σκάνδαλο της Siemens είναι συκοφαντικά.
 
Η απόφαση δέχθηκε επίσης ότι η Κα Γκραμπόφσκι δεν είχε υποχρέωση υποβολής κοινής δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης, σε αντίθεση με τα όσα υποστήριζε ο κ. Βαξεβάνης, αλλά δεν θεωρήθηκαν συκοφαντικά τα όσα είχε δημοσιεύσει εξαιτίας της πολυπλοκότητας των θεμάτων της φορολογικής νομοθεσίας και δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης. Επίσης, δέχεται ότι η αγορά του ακινήτου στο Παρίσι πραγματοποιήθηκε μέσω δανεισμού και χρήσης ιδίων κεφαλαίων, τα οποία άλλωστε η αρμόδια εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος ερεύνησε εξονυχιστικά και έκρινε με το πόρισμα της ότι δεν υπήρξε τίποτα μεμπτό στην εν λόγω αγοροπωλησία.
 
Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και ο πληρέστατος έλεγχος από τις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές που έχει δικαιώσει απόλυτα την Κα Γκραμπόφσκι.
 
Πραγματικά αδυνατεί κανείς να αντιληφθεί τους λόγους των πανηγυρισμών του κ. Βαξεβάνη, τη στιγμή που η Δικαιοσύνη τον έκρινε συκοφάντη και επιδικάσθηκε σε βάρος του χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη της Κας Γκραμπόφσκι, την οποία έχει ήδη εκχωρήσει στο “Χαμόγελο του Παιδιού”. Άλλωστε, η μεγαλύτερη απόδειξη της καταδίκης του κ. Βαξεβάνη είναι η προαναγγελία της έφεσης της εν λόγω απόφασης» για να καταλήξουν στην Πειραιώς: «Από σήμερα, ο κ. Βαξεβάνης και με δικαστική βούλα είναι πλέον κοινός συκοφάντης».

Και αγωγή στον Γεωργιάδη 

 
Αξίζει να σημειωθεί πως, παρά την ανεπίσημη αντίδραση της Νέας Δημοκρατίας, ο Άδωνις Γεωργιάδης προχώρησε σε ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο twitter, στην οποία υποστηρίζει πως ο Κώστας Βαξεβάνης καταδικάστηκε «ως συκοφάντης», με τον εκδότη της εφημερίδας να του απαντά πως θα καταθέσει μήνυση και αγωγή εναντίον του, κατηγορώντας τον πως «ψευδώς διαδίδει ότι καταδικάστηκα για συκοφαντική δυσφήμηση στην υπόθεση με τη Γκραμπόφσκι».
 
Ο Κ. Βαξεβάνης τονίζει πως «εν αντίθεση με τους “κύκλους της ΝΔ” που τα διαδίδουν ανωνύμως, ο ίδιος επέλεξε να πάρει πάνω του τη βρωμιά».