του Μηνά Κωνσταντίνου
 
Σε ανύποπτο χρόνο έχει ειπωθεί πως η Συμφωνία των Πρεσπών και οι πολιτικές εξελίξεις που θα πυροδοτήσει «θα αναδιατάξει το πολιτικό σκηνικό». Η κυβέρνηση αναζητά τους βουλευτές που θα την ψηφίσουν και θα δώσουν στήριξη σε πιθανή πρόταση μομφής, την ώρα που η αξιωματική αντιπολίτευση βρίσκεται σε αντίστροφη αναζήτηση, αφενός επικοινωνιακών εργαλείων για τη Συμφωνία των Πρεσπών, αφετέρου για την πιθανότητα που ο Αλέξης Τσίπρας ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης. 
 
Τον Σεπτέμβριο του 2015 προέκυψε η περιβόητη «οκτακομματική Βουλή», η πρώτη στα μεταπολιτευτικά χρονικά. Τότε, αποτέλεσε έναν καλό λόγο για πολύ κόσμο να ικανοποιηθεί με την πρωτοφανή αυτή ανανέωση. Την επόμενη των εκλογών της 21ης Σεπτεμβρίου του 2015, η κατανομή των εδρών για τα κόμματα είχε ως εξής: Ο ΣΥΡΙΖΑ με 145 έδρες, η Νέα Δημοκρατία με 75, η Δημοκρατική Συμπαράταξη 17, το ΚΚΕ 15, το Ποτάμι 11, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες 10 και η Ένωση Κεντρώων 9, ενώ το ναζιστικό μόρφωμα κατάφερε να εξασφαλίσει 18 έδρες. 
 
Από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Μέσα σε αυτά τα χρόνια, βουλευτές έχουν αλλάξει κόμματα, έχουν βρεθεί από την αντιπολίτευση στην κυβέρνηση ή αντίστροφα, άλλοι έχουν μείνει «ανεξάρτητοι», ενώ υπάρχει και μία κατηγορία που ανερυθρίαστα διαπραγματεύεται τη στήριξή του, ανεξαρτήτως κόμματος. Δεδομένου πως, με βάση τις δημόσιες δηλώσεις τους, άπαντες θεωρούν το Μακεδονικό «σημαντικό εθνικό ζήτημα», τα όσα αποκαλύπτει μια πιο προσεκτική ματιά στις διεργασίες που λαμβάνουν χώρα το τελευταίο διάστημα αποτελεί προσβολή στη νοημοσύνη κάθε πολίτη. 
 
Με την ενδεχόμενη αποχώρηση του Πάνο Καμμένου από την κυβέρνηση, έναν ακόμη «τελευταίο» ανασχηματισμό του Αλέξη Τσίπρα να βρίσκεται καθοδόν και μία αντιπολίτευση να παίζει το τελευταίο της εθνικιστικό χαρτί με το Μακεδονικό, αξίζει τον κόπο μία πανοραμική «φωτογραφία της στιγμής», εστιασμένη στα μικρότερα κόμματα μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας, δεδομένης πάντα της αταλάντευτης στάσης του ΚΚΕ.
 

Εν αρχή, οι ΑΝΕΛ

 
Το κόμμα του Πάνου Καμμένου εξέλεξε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 10 βουλευτές, ενώ σήμερα στις τάξεις του εμφανίζονται να παραμένουν (ακόμη) επτά εξ αυτών, με τα ερωτηματικά να πληθαίνουν αντί να διαλύονται όσο περνούν οι ημέρες. 
 
Ο Νίκος Νικολόπουλος ήταν από τους πρώτους που αποχώρησε δηλώνοντας ανεξαρτησία από τους Ανεξάρτητους Έλληνες νωρίς-νωρίς, λιγότερο από έναν μήνα μετά τις εκλογές. Τρία χρόνια αργότερα τον ακολούθησε ο Γιώργος Λαζαρίδης, ο οποίος και παραμένει ανεξάρτητος, ενώ λίγες ημέρες πριν είχε αποχωρήσει και ο Δημήτρης Καμμένος, που ανακοίνωσε την ίδρυση κόμματος με το πάλαι ποτέ δεξί χέρι του Αντώνη Σαμαρά, Τάκη Μπαλτάκο.
 
Η κοινοβουλευτική ομάδα των ΑΝΕΛ μετρά σήμερα επτά βουλευτές, εκ των οποίων μόλις οι τρεις δεν κατέχουν θέση στην κυβέρνηση, ενώ σε υπουργική θέση κατέχουν η Μαρίνα Χρυσοβελώνη και ο Νίκος Μαυραγάνης, που παραμένουν στελέχη του κόμματος αλλά όχι βουλευτές. Από αυτούς, ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος έχει διαμηνύσει σε όλους τους τόνους -σχεδόν προκαλώντας τον Π. Καμμένο να τον διαγράψει- πως θα στηρίξει τόσο τη Συμφωνία των Πρεσπών, όσο και την κυβερνητική πλειοψηφία σε κάθε πιθανή ψηφοφορία. 
 
Επίσης, ψήφο εμπιστοσύνης έχει διαμηνύσει πως θα δώσει ο Κώστας Ζουράρις, καταψηφίζοντας ωστόσο τη συμφωνία για το Μακεδονικό, ενώ διά της… σιωπής εμφανίζεται θετική και στα δύο ζητήματα η υπουργός Τουρισμού, Έλενα Κουντουρά. Εκ των υπολοίπων, η υφυπουργός Άμυνας Μαρία-Κόλλια Τσαρουχά και ο βουλευτής Κώστας Κατσίκης είναι οι μόνοι που εμφανίζονται να ακολουθούν τον Π. Καμμένο σε πιθανή αποχώρησή του από την κυβέρνηση.
 
Κάπως έτσι, την ώρα που ο αντιπολιτευτικός τύπος βοά πως «ο Τσίπρας παίρνει το κόμμα του Καμμένου», ενώ ο αρχηγός των ΑΝΕΛ -κατά τραγική ειρωνεία- αλλάζει σήμα στο κόμμα του, αποτελεί απορίας άξιο το πως αναμένεται να πορευτεί πολιτικά στο εξής ο -ακόμα, μέχρι αυτές τις ώρες- υπουργός Άμυνας. Όμως ο Π. Καμμένος δεν είναι ο μόνος που «χάνει το κόμμα του»…
 

Το θολό Ποτάμι

 
Το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2015 με 11 βουλευτές, με μεγάλο μέρος των πολιτικών του αντιπάλων να το κατηγορούν πως έρχεται να «ξεπλύνει» τα κόμματα που κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια. Έκτοτε πασχίζει να αποδείξει σε όλους τους επικριτές του πως είχαν δίκαιο. 
 
Αρχικά, βρέθηκε κοντά στη Νέα Δημοκρατία την επαύριο της εκλογής του Κυριάκου Μητσοτάκη για να του προσδώσει ψήγματα μεταρρυθμιστικού χαρακτήρα από τη φιλελεύθερη όχθη του. Σήμερα, στη Νέα Δημοκρατία έχουν βρει στέγη η Κατερίνα Μάρκου, ο Ιάσωνας Φωτήλας και εσχάτως, ο πρώην γενικός γραμματέας Πληροφοριακών Συστημάτων και Δημοσίων Εσόδων, Χάρης Θεοχάρης.
 
Ακολούθως, το κόμμα του Στ. Θεοδωράκη πήρε αποστάσεις από τη Νέα Δημοκρατία για να συμμετάσχει στον… νέο πολιτικό φορέα του Κινήματος Αλλάγής μαζί με το ΠΑΣΟΚ και να εκβάλει όσες προοδευτικές δυνάμεις κολυμπούσαν στα νερά του. Στο ΠΑΣΟΚ, με τη βουλευτική μορφή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, προσάραξαν τελικά ο Αχμέτ Ιλχάν και ο Γιώργος Μπαργιώτας.
 
Κατόπιν αποσύρθηκε και από εκεί για να προτάξει την «υπευθυνότητα» της στήριξης της προοδευτικής Συμφωνίας των Πρεσπών, με τις τελευταίες του δυνάμεις να λιμνάζουν περιμένοντας το κύμα των εκλογών που θα τις παρασύρει στην επόμενη λιμνοθάλασσα. Σήμερα, στο Ποτάμι παραμένουν οι Σταύρος Θεοδωράκης, Γιώργος Μαυρωτάς, Σπύρος Λυκούδης, Σπύρος Δανέλλης, Γρηγόρης Ψαριανός και Γιώργος Αμυράς. 
 
Προ ημερών, το Ποτάμι διαμήνυσε με ανακοίνωσή του το «Ναι στη Συμφωνία, όχι σε ψήφο εμπιστοσύνης», με αρκετούς ωστόσο αστερίσκους. Από τη μία, Γρ. Ψαριανός και Γ. Αμυράς έχουν έχουν από καιρό ξεκαθαρίσει με τη στάση τους πως συντάσσονται με τη Νέα Δημοκρατία, με τις δημοσιογραφικές πληροφορίες να κάνουν λόγο και για εκλογική συμφωνία. Σημειώνεται πως αντίστοιχες πληροφορίες έχουν δει το φως της δημοσιότητας και για το Ποτάμι στο σύνολό του. Από την άλλη, ο Σπ. Δανέλλης έχει ξεκαθαρίσει πως θα στηρίξει την κυβέρνηση τουλάχιστον για τη Συμφωνία των Πρεσπών, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο και για ψήφο εμπιστοσύνης, στην περίπτωση που συνδέεται με το Μακεδονικό. Εκείνο που εσχάτως προκύπτει, είναι ένας ιδιότυπος «εκβιασμός» στον εν λόγω βουλευτή, με τις πληροφορίες να θέλουν τον Στ. Θεοδωράκη να τον απειλεί πως εάν δώσει ψήφο εμπιστοσύνης θα βρεθεί εκτός κόμματος ή θα φύγουν οι δύο βουλευτές που έχουν συμφωνήσει με τη Νέα Δημοκρατία, ενώ το Ποτάμι θα καταψηφίσει και τη Συμφωνία, ως «αντίποινα».
 
Τόσο πριν, όσο και μετά τις αποχωρήσεις που έχει καταγράψει το Ποτάμι, στο εσωτερικό του συνυπήρχαν ετερόκλητες δυνάμεις, καθώς αυτό αποτελούσε και την «κρυφή δύναμή» του για τον Στ. Θεοδωράκη. Μόνο ο ίδιος γνωρίζει πλέον τι, και κυρίως πως θα πράξει την επόμενη της ψηφοφορίας, και πολύ περισσότερο στις επόμενες εκλογές.
 

Η Ένωση… Κεντρώων

 
Η Ένωση Κεντρώων αποτελεί το πιο γλαφυρό δείγμα της «πυξίδας» των βουλευτικών διαδρομών. Κατάφερε να εκλέξει τον Σεπτέμβριο του 2015 εννέα βουλευτές, με τον Βασίλη Λεβέντη να δηλώνει αρχικά πως πρόκειται να τους αλλάζει ανά εξάμηνο, χωρίς ωστόσο ποτέ να κάνει πράξη η «δέσμευσή» του. 
 
Πρώτος αποχώρησε από την κοινοβουλευτική ομάδα της Ένωσης Κεντρώων ο βουλευτής Γιώργος Καρράς τον Νοέμβριο του 2016. Τον περσινό Ιανουάριο βρέθηκε  στις αγκάλες της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, στο πλαίσιο των διεργασιών στον… προοδευτικό χώρο, που απέφεραν την ίδρυση του ΚΙΝΑΛ. Την ίδια περίοδο, την Ένωση εγκατέλειψε η Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου για να ενταχθεί στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
 
Ακολούθως, εκτός Ένωσης Κεντρώων βρέθηκε ο Γιώργος Κατσιαντώνης για τα μάτια της Νέας Δημοκρατίας, ενώ τον περασμένο Σεπτέμβριο, η ανεξαρτητοποίηση του Αριστείδη Φωκά -που παραμένει ανεξάρτητος- έφερε σε δεινή θέση του Β. Λεβέντη. Ο αρχηγός είδε τον βουλευτή του, Γιάννη Σαρίδη να υπερψηφίζει τον προϋπολογισμό της κυβέρνησης κόντρα στην κομματική γραμμή, με τα χέρια του να μένουν δεμένα.
 
Σήμερα ο Γ. Σαρίδης παραμένει στις τάξεις του κόμματος του Β. Λεβέντη αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, με τον αρχηγό του κόμματος να «αναγκάζεται» να το υποστεί, μαζί με τους Μάριο Γεωργιάδη, Γεώργιο Καβαδέλλα και Αναστάσιο Μεγαλομύστακα, αφού πιθανή διαγραφή του πρώτου θα είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια των κοινοβουλευτικών προνομίων για την Ένωση Κεντρώων. 
 

Της Δημοκρατικής Συμπαράταξης

 
Από κοντά, με μεγαλύτερη ωστόσο κοινοβουλευτική παρουσία, βρίσκεται ο σχηματισμός της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, με την οποία εξελέγησαν στις τελευταίες εκλογές τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ. Παρότι πλέον μετρούν 20 βουλευτές στο δυναμικό τους, ούτε εκεί αποφεύγονται οι παλινωδίες.
 
Η Δημοκρατική Συμπαράταξη, το ΚΙΝΑΛ και ουσιαστικά το ΠΑΣΟΚ, διαβλέποντας πως ο μόνος χώρος στον οποίο μπορούν να απευθυνθούν είναι αυτός στα «αριστερά» της Νέας Δημοκρατίας, έχει επιδοθεί σε μία πλειοδοσία εθνικιστικών θέσεων, η οποία οδήγησε ακόμα και στην κατάρρευση του σύντομου αρραβώνα με το Ποτάμι. Την ίδια ώρα, υποβόσκουσα ένταση επικρατεί και με τη ΔΗΜΑΡ, που θεωρεί θετική τη Συμφωνία των Πρεσπών, με την απάντηση Θεοχαρόπουλου στα περί κομματικής πειθαρχίας (βλ. «Τα εθνικά θέματα υπερβαίνουν την κομματική πειθαρχία») να είναι ενδεικτική της κατάστασης στο εσωτερικό της παράταξης. 
 

Στο δρόμο του Μπίστη

 
«Έχω αλλάξει κόμματα για να μην αλλάξω απόψεις. Αντιθέτως, ξέρω ανθρώπους που αλλάξανε τις απόψεις τους για να μείνουνε στο ίδιο κόμμα. Ο καθένας να κρέμεται από το ποδαράκι του» έλεγε ο Νίκος Μπίστης πριν λίγα χρόνια, προσπαθώντας να δικαιολογήσει τη διαδρομή ΚΚΕ – Συνασπισμός – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ, ακολούθως Ελιά και σήμερα στο «περιβάλλον ΣΥΡΙΖΑ». Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, εάν σε κάποιον ανήκει δικαιωματικά ο τίτλος του πολιτικού γυρολόγου σήμερα, αυτός δεν είναι άλλος από το στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας, Βασίλη Οικονόμου, που έχει βρεθεί κατά σειρά στο ΠΑΣΟΚ, το Πανελλήνιο Άρμα Πολιτών, τους Ελεύθερους Πολίτες, τη ΔΗΜΑΡ, πριν καταλήξει στο κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη και στο πλευρό του Άδωνι Γεωργιάδη.
 
Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην ελληνική Βουλή με αρκετούς βουλευτές, μπορεί να μην καταφέρνει να φτάσει σε μέγεθος τις διαδρομές των δύο παραπάνω πολιτικών ανδρών, καταμαρτυρά ωστόσο πόσο ψευδεπίγραφος είναι ο χαρακτηρισμός της «οκτακομματικής Βουλής». Βουλευτές σε τουλάχιστον τρία κόμματα συνεχίζουν να συνυπάρχουν, υπό τον φόβο απώλειας των κοινοβουλευτικών προνομίων και βιώνοντας αργά και βασανιστικά το σύνδρομο του βραστού βατράχου. 
 
Η μεταγραφή του Χάρη Θεοχάρη στη Νέα Δημοκρατία και η υπουργοποίηση της Κατερίνας Παπακώστα ήταν αποκαλυπτικές για το πως γίνονται οι διαπραγματεύσεις (και) σε αυτή τη Βουλή. Ο πρώτος, ανεξάρτητος από πολύ νωρίς, έχοντας πάρει καθαρή δημόσια θέση υπέρ της ανάγκης υπερψήφισης της Συμφωνίας των Πρεσπών και φλερτάροντας με την κυβερνητική πλειοψηφία, συντάχθηκε τελικά με τη γραμμή της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην καταψήφισή της. Η δεύτερη, η υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη που διεγράφη αρχικά από την Νέα Δημοκρατία, εμφανιζόταν αρνητική για τη Συμφωνία ως ανεξάρτητη, έχει αρχίσει μετά την υπουργοποίησή της να… το σκέφτεται.
 
Τρία χρόνια και σχεδόν τέσσερις μήνες μετά τις εκλογές που σχημάτισαν την παρούσα Βουλή, η εικόνα των κοινοβουλευτικών ομάδων είναι ήδη αισθητά διαφοροποιημένη και όλα μοιάζουν ρευστά. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέχει τον ίδιο αριθμό εδρών, η Νέα Δημοκρατία έχει ανεβάσει τη δύναμή της από τους 75 στους 78, όπως και η Δημοκρατική Συμπαράταξη αύξησε τις δυνάμεις της σε 20 με την προσθήκη τριών βουλευτών. Με την κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΕ να παραμένει απαράλλακτη, και αφήνοντας εκτός το μόρφωμα της Χρυσής Αυγής, που στο μεταξύ έχει αποδυναμωθεί κατά 3 έδρες κυρίως για λόγους που έχουν να κάνουν με την υπεράσπιση των βουλευτών αυτών στη δίκη της εγκληματικής οργάνωσης, το τι θα συμβεί με τα τρία κόμματα που εμφανίζονται ως ρυθμιστές μένει να φανεί. 
 
Μετά από την ψήφιση του τρίτου μνημονίου από όλους τους παραπάνω πλην του ΚΚΕ και των ναζί, το μόνο που αποδεικνύεται για ακόμα μια φορά είναι πως πλουραλισμός και ελληνική Βουλή παραμένουν δύο έννοιες ασύμβατες. Συνεπώς, η όποια «αναδιάταξη» σε τίποτα δεν έχει να κάνει με την πολιτική, παρά μόνο με τις πολιτικές καριέρες και την κομματική πραγματικότητα.
 
Στην πραγματικότητα, σήμερα η κατάσταση μέσα στη Βουλή είναι ίδια, όπως εδώ και δεκαετίες. Δύο κόμματα, και το ΚΚΕ.