Η ειδική επιτροπή της ΕΕ συστάθηκε για να ερευνήσει τις διαδικασίες αδειοδότητης των ζιζανιοκτόνων στην ΕΕ μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου με “Monsanto Papers”, αλλά και την αμφιλεγόμενη επαναδειοδότηση της χρήσης γλυφοσάτης στην Ευρώπη τον Νοέμβριο του 2017 και  εξέταζε το θέμα εδώ και έναν χρόνο.

Χθες οι ευρωβουλευτές με μεγάλη πλειοψηφία ενέκριναν τις προτάσεις της επιτροπής και συμφώνησαν ότι η κοινή γνώμη θα πρέπει να έχει πρόσβαση στις έρευνες που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία αδειοδότησης των ζιζανιοκτόνων, καθώς και σε όλα τα στοιχεία και τις πληροφορίες που αφορούν τις αιτήσεις.

Επίσης οι ευρωβουλευτές ζήτησαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προτείνει μέτρα για την προστασία των ευάλωτων ομάδων και για τον τερματισμό της χρήσης ζιζανιοκτόνων κοντά σε σχολεία, γήπεδα, παιδικές χαρές, μαιευτήρια, γηροκομεία.
Παράλληλα εκτίμησαν ότι η Κομισιόν θα πρέπει να ξεκινήσει μια επιδημιολογική έρευνα για τις πραγματικές επιπτώσεις των ζιζανιοκτόνων στην υγεία των ανθρώπων, ενώ πρότειναν να επανεξεταστούν οι ήδη υπάρχουσες έρευνες που χαρακτηρίζουν τη γλυφοσάτης καρκινογόνα ουσία και να οριστούν ανώτατα επιτρεπτά επίπεδα της ουσίας στο έδαφος και το νερό.

Η γλυφοσάτη είναι η πιο διαδεδομένη ουσία στα ζιζανιοκτόνα παγκοσμίως, μόνο στην ΕΕ τα προϊόντα που την έχουν ως βάση τους εκπροσωπούν μια αγορά περίπου ενός δισεκατομμυρίου ευρώ. Ο Διεθνής Οργανισμός Ερευνών για τον Καρκίνο (IARC) έχει κατατάξει τη γλυφοσάτη στις πιθανώς καρκινογόνες ουσίες.

Η άδεια της ΕΕ στη γλυφοσάτη βασίστηκε σε «copy-paste» εκθέσεων της Monsanto

Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια των ερευνών του Κοινοβούλιου, ήρθε στη δημοσιότητα μια εξαιρετικά σημαντική αποκάλυψη για τον τρόπο με τον οποίο εξασφαλίστηκε η ευρωπαϊκή άδεια στον κολοσσό των αγροχημικών της Monsanto και την ύποπτη για καρκινογενέσεις ουσία της γλυφοσάτης

Σύμφωνα με αποκαλυπτικό δημοσίευμα του Guardian, κατά την έρευνά τους για να ανάψουν το πράσινο φως στη γλυφοσάτη το 2017, οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές (Efsa) βασίστηκαν στην έκθεση του ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Αξιολόγησης Κινδύνων (BfR) της Γερμανίας, η οποία αποτελεί «αντιγραφή και επικόλληση» μελετών της Monsanto και άλλων εταιρειών. Σημειώνεται πως η εν λόγω έκθεση οδήγησε στην ανανέωση της πενταετούς άδειας για το αμφιλεγόμενο προϊόν τον Δεκέμβριο του 2017, και ακολούθως στην αντίστοιχη από τη χώρα μας και το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων τον Μάρτιο του 2018.

Όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα, η αποκάλυψη ήρθε κατόπιν μελέτης μιας ομάδας ευρωβουλευτών από αρκετά κόμματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία απέδειξε πως η μελέτη της BfR αποτελεί λογοκλοπή κατά 50,1% ολόκληρων κεφαλαίων για τους κινδύνους για την υγεία, περιλαμβάνοντας ολόκληρες παραγράφους και σελίδες κειμένων. Η αποκάλυψη έρχεται λίγες μόλις ώρες πριν από κρίσιμες αποφάσεις που αναμένεται να λάβει το Ευρωκοινοβούλιο για την ενίσχυση του ανεξάρτητου ελέγχου της διαδικασίας έγκρισης φυτοφαρμάκων.

Οι συντάκτες της έκθεσης δήλωσαν ότι βρήκαν «σαφείς αποδείξεις ότι η έρευνα της BfR παρουσιάστηκε σκόπιμα ως μία ανεξάρτητη εκτίμηση, ενώ στην πραγματικότητα ο φορέας απλώς αναπαρήγαγε τις εκτιμήσεις του αγροχημικού κλάδου».

«Αυτό εξηγεί γιατί η εκτίμηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για τη γλυφοσάτη ως πιθανώς καρκινογόνα ουσία ήταν τόσο αντίθετη με την αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία χορήγησε σε αυτό το τοξικό παρασιτοκτόνο ένα καθαρό υγειονομικό πιστοποιητικό, απορρίπτοντας τις προειδοποιήσεις για τους κινδύνους» ανέφερε η ευρωβουλευτής των Πρασίνων, Μόλι Σκοτ Κάτο, η οποία χαρακτήρισε την κλίμακα της φερόμενης λογοκλοπής από τους συγγραφείς της γερμανικής BfR ως «εξαιρετικά ανησυχητική».

Στο δημοσίευμα φιλοξενείται αντίδραση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (Efsa), με εκπρόσωπο της Αρχής να αναφέρει πως «η έκθεση δεν παρέχει νέες επιστημονικές πληροφορίες που να θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξιολόγηση και τα συμπεράσματα για τη γλυφοσάτη. Η Efsa επιμένει στην αξιοπιστία των διαδικασιών αξιολόγησης κινδύνου και τα συμπεράσματά της για τη γλυφοσάτη».

Σε ακόμα πιο απορριπτικό ύφος, σε δήλωσή της η BfR απέρριψε κάθε έννοια εσκεμμένης εξαπάτησης, υποστηρίζοντας πως οι συντάκτες της έχουν αξιολογήσει σχετικές εκθέσεις του κλάδου πριν επιλέξουν αποσπάσματα κειμένου για «ενσωμάτωση».

«Συχνά βλέπουμε ότι η πολυπλοκότητα της συμβατικής διαδικασίας για την επανέγκριση των παρασιτοκτόνων δραστικών ουσιών δεν γίνεται σωστά κατανοητή» φέρεται να δήλωσε ο καθηγητής της BfR, δρ. Αντρέας Χένσελ, συμπληρώνοντας πως «ο όρος “λογοκλοπή” δεν έχει σχέση με το πλαίσιο».

Όπως αναφέρει ο Guardian, ξεχωριστή ανάλυση των ερευνητικών μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν για την αξιολόγηση της γλυφοσάτης από τον Διεθνή Οργανισμό για την Έρευνα για τον Καρκίνο (IARC) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), καθώς και από την Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος των ΗΠΑ (EPA), έθεσε επίσης ερωτήματα σχετικά με την ανεξαρτησία της ρυθμιστικής αρχής.

Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε πως οι ρυθμιστικές αρχές της EPA χρησιμοποίησαν μη δημοσιευμένες εκθέσεις του κλάδου στο 63% των μελετών που εξέτασαν, την ώρα που τον IARC βασίστηκε αποκλειστικά σε διαθέσιμη στο κοινό βιβλιογραφία. Σχεδόν τα τρία τέταρτα των επισκοπικών δημοσιεύσεων που εξετάστηκαν από τον IARC, έδειξαν στοιχεία γονοτοξικότητα στη γλυφοσάτη, συγκριτικά με το μόλις 1% των αναλύσεων της βιομηχανίας, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Environmental Sciences Europe.