Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Έθνος», η υπουργός Εργασίας κάλεσε τις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα του κατώτατου μισθού (650 ευρώ μεικτά) που από την 1η Φεβρουαρίου αποτελεί νόμο του κράτους, προκειμένου να μην υποστούν κυρώσεις.

«Ο νέος αυξημένος κατώτατος μισθός από την 1η Φεβρουαρίου είναι νόμος του κράτους και η μη καταβολή του επισύρει ποινικές και διοικητικές κυρώσεις. Αυτό οι επιχειρήσεις το γνωρίζουν  και είμαι βέβαιη ότι θα τηρήσουν τον νέο νόμο. Από την πλευρά μας, έχουμε ήδη εντοπίσει τις επιχειρήσεις οι οποίες συνήθιζαν να αμείβουν τους εργαζομένους τους με μισθό χαμηλότερο των 650 ευρώ, και οι οποίες οφείλουν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Επομένως, μετά το τέλος της περιόδου που καλούνται να τροποποιήσουν οι επιχειρήσεις τις αποδοχές των εργαζομένων τους (28/2), θα μπορούμε να ελέγξουμε με μεγάλη ακρίβεια τη συμμόρφωση και να προχωρήσουμε όπου υπάρχει ανάγκη σε κυρώσεις».

Παράλληλα, προειδοποίησε ότι η κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να εντοπίζει τις περιπτώσεις στις οποίες οι επιχειρήσεις δεν συμμορφώνονται με τον νόμο. «Είμαστε σε θέση να εντοπίσουμε πρακτικές αποφυγής του κατώτατου μισθού που θα βασίζονται στη μετατροπή δηλωμένης εργασίας σε αδήλωτη ή υποδηλωμένη, καθώς και να προσανατολίσουμε αναλόγως τους ελέγχους, ώστε να προλάβουμε φαινόμενα παραβατικότητας και μη τήρησης του νέου νόμου».

Τέλος, ανέφερε πως πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στο αν ο μισθός καλύπτει τις βιοποριστικές ανάγκες των εργαζόμενων. «Η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων τονώνει την εσωτερική ζήτηση, την κατανάλωση, και ενισχύει τη θετική δυναμική της οικονομίας, συμβάλλοντας στην περαιτέρω μείωση της ανεργίας. Κάποια  στιγμή θα πρέπει να αρχίσουμε να μιλάμε για τη βιοποριστική λειτουργία του μισθού. Το αν, δηλαδή, ο μισθός μπορεί να υποστηρίξει τον βιοπορισμό ενός εργαζόμενου. Και όχι μόνο να συζητάμε πόσο περισσότερο ή λιγότερο εύκολο είναι για τις επιχειρήσεις να τον καταβάλλουν».