«Όλα τα νομοθετήματα που ψηφίζονται σαν κώδικας -με μία ψήφο κι όχι συζήτηση κατ' άρθρο- θέτουν και την κοινωνία, αλλά και τη Βουλή ενώπιον διλημμάτων, γιατί είναι “ή όλα ή τίποτε”. Είναι φυσικό σε έναν κώδικα που έχει 400 άρθρα κάποια να φαίνεται ότι είναι σωστά και κάποια να φαίνεται ότι είναι προβληματικά. Κανείς πρέπει να ψηφίζει ζυγίζοντας, όπως σε ορισμένες περιπτώσεις γινόταν όταν ψηφίζαμε για νόμους, οι οποίοι είχαν μνημονιακή υπαγόρευση. Έτσι κι εδώ, έχουμε να κάνουμε με ένα πακέτο, ένα σχέδιο κώδικα, το οποίο ετοίμασε μια νομοπαρασκευαστική επιτροπή. Κάποιες ρυθμίσεις φαίνονται ότι είναι θετικές, κάποιες άλλες φαίνονται ότι έχουν ένα πρόβλημα», εξήγησε ο κ. Παρασκευόπουλος.

Σχετικά με τη δυνατότητα να γίνουν αλλαγές στο σχέδιο του Ποινικού Κώδικα, στα άρθρα εκείνα για τα οποία έχουν εκφραστεί αντιρρήσεις, διευκρίνισε: «Θα ακουστούν όλες οι φωνές και πρέπει να ακουστούν και να ληφθούν υπόψη. Ο υπουργός Δικαιοσύνης είχε πει ότι θα ακούσει τι θα ειπωθεί στη διαβούλευση και την κριτική θα την εξετάσει στο σύνολό της. Είτε την κριτική την κάνει η ΝΔ, είτε επιστήμονες, ειδικοί, νομικοί, απλοί πολίτες, είτε και στελέχη που πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ. Έχει πει ότι την κριτική θα την προσέξει. Σε τελική ανάλυση, δεν πρέπει να τα εκτιμούμε όλα με βάση το κομματικό πρόσημο, από ποιον προέρχεται μια κριτική. Μια κριτική μπορεί να είναι βάσιμη από οποιονδήποτε κι αν προκύπτει. Επί της ουσίας, πρέπει να εξεταστεί η κριτική». «Κι εγώ έχω κάποιες επιφυλάξεις σε κάποιες ρυθμίσεις, νομίζω ότι όλα αυτά θα εξεταστούν», προσέθεσε.

Κληθείς να σχολιάσει την κριτική ότι οι προτεινόμενες αλλαγές σε συγκεκριμένα άρθρα του Ποινικού Κώδικα ευνοούν τη Χρυσή Αυγή και τους κουκουλοφόρους, ο πρώην υπουργός και ομότιμος καθηγητής Ποινικού Δικαίου απάντησε: «Υπάρχει ένα δεδομένο, ότι όλες οι ρυθμίσεις, οι οποίες προβλέπουν ρυθμίσεις επιεικέστερες από την προηγούμενη, έχουν αναδρομική ισχύ με βάση πάγιες αρχές του ποινικού δικαίου. Δηλαδή, όντως, σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχουν κάποιοι ωφελούμενοι. Το θέμα, λοιπόν, είναι και αν μια ρύθμιση είναι σωστή επί της ουσίας, αλλά επίσης και το ποια είναι η τομή, την οποία επιφέρει σε καταστάσεις που είναι σε εξέλιξη. Όλα αυτά πρέπει να ακουστούν με προσοχή. Πιστεύω ότι ο κ. Καλογήρου δεν πρόκειται να εξετάσει τις ενστάσεις και τις παρατηρήσεις, ανάλογα με το αν προέρχονται από τη Νέα Δημοκρατία, την αντιπολίτευση, ή οτιδήποτε άλλο. Θα εξετάσει -είναι καλός νομικός και ο ίδιος και νομικούς καλούς έχει ο ΣΥΡΙΖΑ στην κοινοβουλευτική ομάδα πολλούς- τις παρατηρήσεις με πολλή προσοχή, από όποιον κι αν προέρχονται».

Ερωτηθείς σε ποια ανάγκη απαντά ο νέος προτεινόμενος Ποινικός Κώδικα, σημείωσε: «Ο ποινικός μας κώδικας έχει μια ραχοκοκαλιά, μια βάση, η οποία προέρχεται από το 1950. Έκτοτε είχαν γίνει αλλεπάλληλες τροποποιήσεις, οι τροποποιήσεις είχαν δημιουργήσει σε ορισμένες περιπτώσεις ορισμένες αντινομίες, ορισμένες δυσκολίες και βεβαίως είχαμε και κάποιες εξελίξεις στην κοινωνική ζωή, στην τεχνολογία, που μας οδήγησαν ενώπιον νέων προβλημάτων. Δεν μπορούσαμε να μείνουμε με το κείμενο του 1950. Η αλλαγή ήταν αναγκαία και γι' αυτό προσπαθεί η ελληνική Πολιτεία από το 2010 που ξεκίνησε η διαδικασία για τη διαμόρφωση ενός νέου σχεδίου για ποινικό κώδικα».

Αναφορικά με δημοσιεύματα που συνδέουν την προτεινόμενη κατάργηση του άρθρου 151 με τη Συμφωνία των Πρεσπών παρατήρησε: «πολλές φορές η προσπάθεια να βρεθούν πονηρά κίνητρα πίσω από τις ρυθμίσεις οδηγεί σε υπερβολές, πραγματικά».

Σε ό,τι αφορά, εξάλλου, τη συζήτηση και ψηφοφορία που έγινε χθες στην Ολομέλεια της Βουλής για τα αναθεωρητέα άρθρα του Συντάγματος εκτίμησε πως «έγινε μια πολύ καλή συζήτηση, ήταν από τις φορές που η Βουλή δούλεψε παραγωγικά, δημιουργικά, έγινε ανταλλαγή επιχειρημάτων, χωρίς ύφος καταγγελτικό, χωρίς ύβρεις. Ο καθένας βέβαια ψήφισε ό,τι πιστεύει στο τέλος, αλλά νομίζω τίμησε το κοινοβούλιο το γενικό επίπεδο των συζητήσεων για το Σύνταγμα».