Η έρευνα του ειδικού εισαγγελέα χρειάστηκε περί τις 675 ημέρες, με περισσότερες από 2.800 κλητεύσεις, περίπου 500 εκτελεσμένα εντάλματα ερευνών, καταθέσεις περίπου 500 μαρτύρων, περισσότερες από 230 παραγγελίες για αρχεία συνομιλιών, 13 αιτήματα σε ξένες κυβερνήσεις για αποστολή αποδεικτικών στοιχείων, 37 διώξεις, 19 δικηγόρους και 40 πράκτορες του FBI και άλλους αναλυτές που εργάστηκαν στην ομάδα του Μάλερ.

Ακόμη, θα πρέπει να σημειωθεί πως η έρευνα διεξήχθη κάτω από ασφυκτική πίεση του Ντ. Τραμπ, ο οποίος στο μεταξύ δεν δίστασε κατά τη διάρκειά της να απειλήσει τον διευθυντή του FBI, Τζέιμς Κόμεϊ, ο οποίος και ηγείτο της έρευνας πριν τον ειδικό εισαγγελέα Μάλερ.

«Ορφανή» συνέργεια

Σύμφωνα με την αναμετάδοση του Αθηναϊκού Πρακτορείου, ειδικός εισαγγελέας Μάλερ αποφάνθηκε ότι υπάρχουν πειστικά αποδεικτικά στοιχεία ότι η Ρωσία όντως αναμείχθηκε στις εκλογές του 2016, μέσα από μια συντονισμένη εκστρατεία παραπληροφόρησης και με ηλεκτρονική παρείσφρηση σε μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της προεκλογικής ομάδας της Χίλαρι Κλίντον. Με την επιστολή του στους βουλευτές ο Μπαρ ανέφερε ότι ο Μάλερ διαπίστωσε ότι υπάρχουν «πολυάριθμες προσφορές από άτομα που συνδέονται με Ρώσους για να βοηθήσουν την εκστρατεία Τραμπ».

Ωστόσο, παραθέτοντας την ακριβή αναφορά από το πόρισμα του ειδικού εισαγγελέα, ο υπουργός υπογραμμίζει ότι το πόρισμα «δεν εξακριβώνει ότι μέλη της εκστρατείας Τραμπ συνωμότησαν είτε συνεργάστηκαν με την ρωσική κυβέρνηση στις δραστηριότητές της ανάμιξης στις αμερικανικές εκλογές».

Στο μικροσκόπιο για παρακώλυση

Σε αντίθεση με τις κατηγορίες για συνέργεια, ο Ντ. Τραμπ και η ηγεσία του βρίσκονται στο στόχαστρο για μία άλλη κατηγορία, αυτή της παρακώλυσης της δικαιοσύνης, ειδικά για την απόφασή του να απολύει τον διευθυντή του FBI Τζέιμς Κόμει, που ηγείτο της έρευνας πριν τον Μάλερ.

Σημειώνεται πως ο υπουργός Δικαιοσύνης υποστηρίζει πως τα αποδεικτικά στοιχεία που συνοψίζονται στην έκθεση Μάλερ «δεν είναι επαρκή για να εξακριβώσουν ότι ο πρόεδρος διέπραξε το αδίκημα της παρακώλυσης της δικαιοσύνης».

«Στον κατάλογο των ενεργειών του προέδρου, πολλές εκ των οποίων έγιναν δημοσίως, η έκθεση δεν προσδιορίζει καμία ενέργεια, που, κατά την κρίση μας, συνιστά διάπραξη του αδικήματος της παρακώλυσης», πρόσθεσε ο Αμερικανός υπουργός Δικαιοσύνης στην επιστολή του.

Ωστόσο, παρότι ο υπουργός Μπαρ, που διορίστηκε από τον Τραμπ, κατέληξε ότι ο πρόεδρος δεν παρακώλυσε το έργο της δικαιοσύνης, αναγνωρίζει ότι ο ίδιος ο Μάλερ δεν κατέληξε στο ερώτημα της παρακώλυσης. «Ο ειδικός εισαγγελέας συνεπώς δεν κατέληξε σε ένα συμπέρασμα – είτε με τον έναν, είτε με τον άλλο τρόπο – για το κατά πόσον η υπό εξέταση πράξη συνιστά παρακώλυση», υπογράμμισε.

«Ο ειδικός εισαγγελέας δηλώνει ότι ‘ενώ αυτό το πόρισμα δεν καταλήγει ότι ο πρόεδρος διέπραξε ένα αδίκημα, επίσης δεν τον αθωώνει’» σημειώνει.

Στενός κλοιός και διώξεις

Το ζήτημα της παρακώλυσης δεν αναμένεται να ξεπεραστεί εύκολα, καθώς οι ηγέτες των Δημοκρατικών απαιτούν από την Κυριακή τη δημοσιοποίηση του πλήρους πορίσματος, για το οποίο τονίζουν πως δημιουργεί περισσότερα ερωτήματα από όσα απαντάει. Αυτό υποστήριξαν η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι και ο επικεφαλής της μειοψηφίας στη Γερουσία Τσακ Σούμερ, που πρόσθεσαν πως «επείγει να δημοσιοποιηθούν η πλήρης έκθεση και όλα τα έγγραφα που συνδέονται μ' αυτή».

Αξίζει να σημειωθεί πως ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, ο Μάικ Φλιν, ο πρώην προσωπικός του δικηγόρος Μάικλ Κόεν και ο τέως διευθυντής της προεκλογικής του εκστρατείας Πολ Μάναφορτ είναι μεταξύ των 34 ατόμων εις βάρος των οποίων έχουν ήδη απαγγελθεί κατηγορίες από τον Μάλερ. Σύμφωνα με τον Μπαρ δεν θα ασκηθούν άλλες διώξεις.

«Το πόρισμα δεν συστήνει καμία περαιτέρω δίωξη ούτε ο ειδικός εισαγγελέας έχει σφραγισμένες παραπομπές που δεν έχουν δοθεί μέχρι σήμερα στην δημοσιότητα», προσθέτει ο υπουργός στην επιστολή του προς τους επικεφαλής των δικαστικών επιτροπών της Γερουσίας και της Βουλής.

Από κοντά και ο Ντ. Τραμπ, που έσπευσε να πανηγυρίσει για την «απαλλαγή» του.


«Καμία συνέργεια, καμία παρακώλυση, πλήρης και ολοκληρωτική ΑΠΑΛΛΑΓΗ. ΔΙΑΤΗΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ ΣΠΟΥΔΑΙΑ», έγραψε στο twitter ο Αμερικανός πρόεδρος, ο οποίος σήμερα θα υποδεχτεί στον Λευκό Οίκο τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου.

Όλα τα παραπάνω δείχνουν πως κάθε άλλο παρά κλείνει η υπόθεση, αφού οι Δημοκρατικοί υπογραμμίζουν πως ο υπουργός Δικαιοσύνης «δεν είναι ουδέτερος παρατηρητής», και απαιτούν τη δημοσιοποίηση του πορίσματος. Εκτός της Πελόζι και του Σούμερ, βάρος στο ζήτημα της παρακώλυσης της δικαιοσύνης ρίχνουν και οι τρεις ισχυρές κοινοβουλευτικές επιτροπές του Κογκρέσου, που διά στόματος των Δημοκρατικών διευθυντών τους, Τζέρολντ Νάντλερ, Άνταμ Σιφ και Ιλάιτζα Κάμινγκς, τονίζουν πως δεν υπάρχει καμία «απαλλαγή».

Η επόμενη ημέρα

Σύμφωνα με τον αμερικανικό Τύπο, αφενός τα νέα είναι θετικά για τον Τραμπ, ωστόσο, όπως υπογραμμίζουν οι Washington Post, «δεν ήταν κυνήγι μαγισσών», καθώς Κογκρέσο και κοινή γνώμη θα χρειαστούν πολύ περισσότερα στοιχεία για να διαμορφώσουν τη δική τους άποψη.

Αξίζει να σημειωθεί πως, σύμφωνα με αναλύσεις, το γεγονός πως δεν υπήρξαν νέες διώξεις και ειδικά για έκθεση της δημόσιας ασφάλειας δεν ήταν κάτι μη αναμενόμενο. Κι αυτό διότι, κατά πάγια τακτική, αποφεύγονται τέτοιου είδους κατηγορίες για την προστασία της εθνικής ασφάλειας, ακόμα και εάν κάποιοι βαρύνονται με τέτοια αδικήματα, με τη δικαιοσύνη να προτιμά να τους αποδίδει άλλα «παράπλευρα».

«Η Αντικατασκοπεία είναι μια παρτίδα σκακιού στο FBI. Είναι το πιο εγκεφαλικό μέρος του FBI και είναι πολύ λεπτό. Θα μπορούσε να είναι, και παρεπιπτόντως αυτό είναι το ζήτημα για την πλειοψηφία των ερευνών της αντικατασκοπείας του FBI, ότι δεν καταλήγει σε ποινική δίωξη, αλλά μάλλον μια εξαιρετικά λεπτή περίπτωση που κάποιος έχει συμβιβαστεί, ότι κάποιος επιχείρησε να λάβει βοήθεια από ξένο αντ΄παλο. Αλλά αυτά είναι “νεύματα και νοήματα”. Έτσι, ο Μάλερ ίσως είπε: “Κοιτάξτε, δεν είναι εξασφαλισμένο, δεν ασκώ διώξεις, αλλά θα το εξηγήσω σε μια έκθεση”, και νομίζω αυτό πρέπει να περιμένουμε» δήλωσε το περασμένο Σάββατο στο MSNBC ο πρώην βοηθός διευθυντή του FBI, Φρανκ Φιγκλιούτζι.