Την Τετάρτη, οι ηγέτες της Βρετανίας, της Κίνας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ρωσίας έλαβαν επιστολές από το Ιράν σχετικά με το αίτημα των νέων διαπραγματεύσεων.

«Απορρίπτουμε κάθε τελεσίγραφο και θα εξετάσουμε αν το Ιράν σέβεται τις δεσμεύσεις του (…) στον πυρηνικό τομέα βάσει της συμφωνίας και της Συνθήκης Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων (NPΤ)», προειδοποιούν οι χώρες αυτές καθώς και η επικεφαλής της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής Φεντερίκα Μογκερίνι σε κοινή τους ανακοίνωση.

Το Ιράν έδωσε διορία δύο μηνών στις χώρες αυτές προκειμένου να βγάλουν από την απομόνωση που τους έχουν επιβάλει οι αμερικανικές κυρώσεις τον τραπεζικό και πετρελαϊκό τομέα της χώρας. Σε διαφορετική περίπτωση η Τεχεράνη θα παραιτηθεί και από άλλες δεσμεύσεις της.

Ο πρόεδρος της χώρας, Χασίμ Ροχανί απηύθυνε διάγγελμα στον λαό του στην «επέτειο» της αποχώρησης των ΗΠΑ από την πυρηνική συμφωνία, η οποία ανακοινώθηκε από τον Ντόναλντ Τραμπ στις 8 Μαΐου του 2018. Ο Ιρανός πρόεδρος σημείωσε πως θέλει να επαναδιαπραγματευτεί τους όρους, όμως, εκτίμησε πως η κατάσταση είναι πολύ κακή.

«Αυτή η επέμβαση είναι για να σωθεί (σ.σ. η συμφωνία), ή να καταστραφεί», τόνισε χαρακτηριστικά.

Η συμφωνία του 2015 προσέφερε μερική άρση των αυστηρών κυρώσεων κατά του Ιράν, με αντάλλαγμα η χώρα να περιορίσει την πυρηνική της δραστηριότητα. Μετά την αποχώρησή τους, όμως, οι ΗΠΑ επανάφεραν τις αυστηρές κυρώσεις και η ιρανική οικονομία περιήλθε σε νέα φάση ύφεσης.

«Εάν οι πέντε χώρες συμμετάσχουν στις συνομιλίες και βοηθήσουν το Ιράν να επανακτήσει τα πλεονεκτήματά της στο τραπεζικό σύστημα και τον τομέα του πετρελαίου, το Ιράν θα ξεκινήσει να τηρεί και πάλι τους όρους της πυρηνικής συμφωνίας», είπε ο Ροχανί.

Δεν υπάρχει, ακόμη, αντίδραση από την πλευρά των ΗΠΑ. Ο Λευκός Οίκος, όμως, γνωστοποίησε την Κυριακή πως αποστέλλει στον Περσικό Κόλπο ένα αεροπλανοφόρο και ένα βομβαρδιστικό για να αντιμετωπίσει κάθε πιθανή απειλή από πλευράς Ιράν.