«Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης πρέπει να είναι ένα σταθερό σημείο αναφοράς ολόκληρου του πολιτικού συστήματος» αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου, σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», συμπληρώνοντας πως «θα ήταν θετική εξέλιξη εκείνοι που τα έργα και οι ημέρες τους ταυτίστηκαν με την απαξίωσή της, να επανέκαμπταν στην ορθή θεσμικά συμπεριφορά».
 
Σε ερώτηση για την εκλογή ηγεσίας του Αρείου Πάγου, ο Μ. Καλογήρου απαντά ότι «η διαδικασία κάλυψης στην ηγεσία των ανώτατων δικαστηρίων προβλέπεται ρητά ότι μπορεί να ολοκληρωθεί παραλείποντας την προεπιλογή από τη Βουλή, όταν αυτή αδυνατεί να συνεδριάσει επειδή έχει διαλυθεί {…}» και προσθέτει: «Μια αντίθετη προσέγγιση και επιλογή οδηγεί στην υιοθέτηση του δόγματος ότι τελικώς η ηγεσία της Δικαιοσύνης αποτελεί πολιτικό εργαλείο και ότι μπορούμε στον βωμό της μικροπολιτικής σκοπιμότητας να θυσιάζουμε τις συνταγματικά προβλεπόμενες διαδικασίες. Θεωρώ ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν συμμερίζεται θεσμικές δολιοφθορές, ο οποίες μάλιστα γίνονται στο όνομα του Συντάγματος».
 
«Δεν εκπλήσσει η περιορισμένη δημοσιότητα προβληματισμών σαν αυτόν του προέδρου. Ο σεβασμός άλλωστε των θεσμικών φορέων της Δικαιοσύνης δεν είναι σταθερός από τα ΜΜΕ που στηρίζουν την αντιπολίτευση, αλλά μόνο ευκαιριακός. Ως προς την ουσία θα έλεγα ότι καλώς με βάση τη δημοκρατική αρχή επιφυλάσσει το Σύνταγμα στην κυβέρνηση της χώρας το δικαίωμα να διορίζει την ηγεσία της Δικαιοσύνης. Με τον ν. 3841/2010, τον “νόμο Καστανίδη”, έχει προβλεφθεί η εμπλοκή στη διαδικασία και της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής. Άλλωστε η ηγεσία των ανώτατων δικαστηρίων προέρχεται από δικαστές που σε όλη τη ζωή τους έχουν συχνά κριθεί από δικαστικά συμβούλια για την επάρκειά τους. Μένει δηλαδή στο τέλος στην κυβέρνηση να ορίσει τους επικεφαλής αναγόμενη κυρίως σε κριτήρια που άπτονται των διοικητικών ικανοτήτων. Στον ν. 1756/1988 σαφώς προβλέπεται ότι η διαδικασία κάλυψης των σχετικών θέσεων ξεκινά τον Απρίλιο και θα πρέπει να ολοκληρώνεται σε χρόνο που θα επιτρέπεται η ομαλή μετάβαση, πολλώ δε μάλλον όταν στην επικείμενη εκλογική διαδικασία τόσο ο πρόεδρος όσο και ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου εγγυώνται την τήρηση των διαδικασιών, όταν δεν γνωρίζουμε τον χρόνο συγκρότησης της νέας κυβέρνησης και όταν αυθαιρετούμε εξαρτώντας τη διαδικασία από την εικασία εκλογικών αποτελεσμάτων» υπογραμμίζει ακόμη ο υπουργός.
 
Σε άλλη ερώτηση της εφημερίδας, ο υπουργός Δικαιοσύνης τοποθετείται σχετικά «με τις παρεμβάσεις του Ι. Αγγελή και τη χρήση τους από την αντιπολίτευση», τονίζοντας πως θα πρέπει να είναι η Δικαιοσύνη που θα δώσει άμεσες απαντήσεις.
 
«Προέβην στην παραγγελία άσκησης προκαταρκτικής εξέτασης κατά του κ. Αγγελή μετά από διαβιβαστικό έγγραφο από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, ώστε να πάψουν οι διαρροές ή υπαινικτικές αναφορές που δεν ταιριάζουν σε θεσμικά όργανα τα οποία έχουν αναλάβει και ασκούν πολιτική ή δικαστική εξουσία. Το κλίμα που έχει δημιουργηθεί είναι ζοφερό{…}. Η Δικαιοσύνη οφείλει να δώσει απαντήσεις άμεσα και προς πάσα κατεύθυνση, διαφορετικά αυτό το νοσηρό κλίμα οδηγεί σε εκτροχιασμό».
 
Παράλληλα, ο υπουργός αναφέρθηκε στις πρωτοβουλίες που έλαβε το υπουργείο Δικαιοσύνης για «επικίνδυνα κυκλώματα» εντός των φυλακών, σημειώνοντας πως «για πρώτη φορά όμως τόσο η Δικαιοσύνη όσο και η κυβέρνηση κινήθηκαν άμεσα και αποφασιστικά σε ένα θέμα που κανείς δεν έχει τολμήσει να αγγίξει μέχρι σήμερα: η υπόθεση έχει ανατεθεί και διερευνάται από ειδικό εφέτη ανακριτή», ενώ αναφέρθηκε και σε «ώριμα νομοσχέδια» της ηγεσίας του.
 
«Υπάρχουν ήδη ώριμα νομοσχέδια. Αναφέρω ενδεικτικά την αναθεώρηση του Οικογενειακού Δικαίου που επιλύει το ζήτημα της λεγόμενης συνεπιμέλειας, έχει ήδη εγκριθεί και υλοποιείται το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Δικαιώματα του Παιδιού, ολοκληρώθηκε το Εθνικό Σχέδιο Δράσης κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας και ήδη εκπονείται το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα ΑμεΑ. Αναφορικά με τα ΛΟΑΤΚΙ δικαιώματα, όπως ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει δηλώσει, μελετούμε τη θεσμοθέτηση του πολιτικού γάμου και της τεκνοθεσίας, καθώς και τροποποιητικές παρεμβάσεις στον νόμο για τη Νομική Αναγνώριση της Ταυτότητας Φύλου προκειμένου, μετά από ενάμιση χρόνο ισχύος του, να διορθωθούν κενά και δυσχέρειες κατά την εφαρμογή του» δήλωσε σχετικά. Ακόμη, συμπλήρωσε πως σημαντικό μέρος του στρατηγικού σχεδίου για το σωφρονιστικό σύστημα 2018-2020 έχει ήδη υλοποιηθεί ή δρομολογηθεί, ενώ αναφέρθηκε και στην «ολοκλήρωση της διαδικασίας των προσλήψεων των 533 υπαλλήλων για την ενίσχυση του προσωπικού των φυλακών της χώρας μέσω ΑΣΕΠ, καθώς και η έκδοση της νέας προκήρυξης για 639 υπαλλήλους που θα στελεχώσουν το νέο κατάστημα Δράμας και τις υπόλοιπες φυλακές».
 
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη στην Εφημερίδα των Συντακτών.
 

«Κάποιοι μισοδιάβασαν την επιστολή Αγγελή»

 
Παράλληλα, την Παρασκευή ο Μ. Καλογήρου μίλησε και στο ρ/σ News 247, αναφερόμενος, μεταξύ άλλων, και στα παραπάνω, αλλά κάνοντας και ειδική αναφορά στις αιτιάσεις του αντεισαγγελέα Αγγελή, για τους χειρισμούς της Δικαιοσύνης στην υπόθεση Novartis.
 
Όπως ανέφερε ο υπουργός Δικαιοσύνης, «κάποιοι μισοδιαβάζουν την επιστολή Αγγελή», με τον Μ. Καλογήρου να υπογραμμίζει πως «ο αντιεισαγγελέας στο κείμενό του δηλώνει ότι υπάρχει σκάνδαλο αλλά κατά τη γνώμη του δεν ερευνάται σωστά». Αναφορικά με τις κατηγορίες της αντιπολίτευσης για σκευωρίες και στοχοποίηση των πολιτικών της αντιπάλων από την κυβέρνηση, ο υπουργός υπενθύμισε πως για τέσσερις εξ αυτών η υπόθεση έχει  ήδη μπει στο αρχείο.
 
«Το αν και ποια πολιτικά πρόσωπα εμπλέκονται θα το αποφασίσει η Δικαιοσύνη. Δεν θα κάνω κανένα ιδιαίτερο σχόλιο για τα περί σκευωρίας και εξεταστικών. Από κει που μας χρωστούσαν μας πήραν και το βόδι» σχολίασε ακόμη.
 
Απαντήσεις έδωσε και για το ζήτημα της ελάφρυνσης των ποινών, που αγγίζουν και την υπόθεση του ναζιστικού μορφώματος, κάνοντας λόγο για ιδιοτέλεια, προχειρότητα και πολιτική ανοησία σε όσους συνδέουν την ελάφρυνση των ποινών με τη δίκη της Χρυσής Αυγής, ενώ υπογράμμισε πως προβλέπονται ήδη στα κωλύματα ποια πρόσωπα έχουν δικαίωμα στο εκλέγειν και στο εκλέγεσθαι.