Στη Θεσσαλονίκη το 1945 έγινε η δίκη των δωσιλόγων του Τύπου. Δικάστηκαν οι δημοσιογράφοι που εξακολούθησαν να εκδίδουν τις εφημερίδες «Απογευματινή» και «Νέα Ευρώπη», τις μόνες που κυκλοφορούσαν επί Κατοχής ως όργανα της γερμανικής προπαγάνδας. Ο Β. Μεσολογγίτης δήλωσε στο δικαστήριο: «Έτσι γίναμεν γερμανόφιλοι και όργανα της προπαγάνδας του κατακτητού, καφετζήδες, αφού δεν ήταν εύκολο να γίνωμεν ήρωες. Είναι αλήθεια θείον δώρον  ο ηρωισμός, αλλά δεν έχει δοθή από τον Πανάγαθον εις όλους τους ανθρώπους, κατά σύμπτωσιν δε εις κανένα από τους οκτώ μας». 
 
Η ανεξήγητη εμμονή μας να παριστάνουμε πως το παρελθόν μας ήταν πάντοτε ηρωικό έχει ως συνέπεια την ψυχολογική μας επιβάρυνση. Σαν τα κοριτσόπουλα με τον φαρδύ ποπό που θαυμάζουν λεπτεπίλεπτα μοντέλα και μισούν το κορμί τους, αυτή η ηρωολαγνεία καταρρακώνει το εύθραυστο ηθικό των συμπατριωτών μας. Την εύθυνη γι’ αυτό φέρουν όπως πάντα οι αρχαίοι, που φρονούσαν πως σε αυτό ακριβώς έγκειται η αξία της παιδείας, να διδάσκονται έπαινοι και εγκώμια αγαθών ανδρών, ώστε το παιδί να ζηλεύει και να θέλει να τους μιμηθεί, όπως έλεγε ο Πλάτων στον «Πρωταγόρα». Αυτή είναι η σημασία του προτρεπτικού παραδείγματος στην αρχαία παιδεία, που ξεκινά χαρακτηριστικά με τον Όμηρο. Με τούτα και μ’ εκείνα όμως, με Αχιλλείς και Αίαντες, το μόνο αποτέλεσμα είναι η δημιουργία ψυχοπιεστικών συνθηκών, τουτέστιν του φθόνου που περιγράφεται στη βιβλιογραφία ως «το μίσος της παχουλής για το μανεκέν». Ο διεφθαρμένος μισεί τον αδέκαστο, τον θεωρεί ζωντανή απόδειξη πως υπάρχει ζωή και μετά την ηθική ακεραιότητα.
 
Ας προσφέρουμε λοιπόν μερικά αντιπαραδείγματα, προς αγαλλίαση των συνανθρώπων μας με ελαστική συνείδηση: συνέλληνες που ωφελήθηκαν από τη συνεργασία με τους φασίστες. Όχι πέντε και δέκα συνέλληνες, οι ένοπλοι δωσίλογοι υπολογίζεται ότι το καλοκαίρι του 1944 παρέτασσαν πάνω από 16.000 άνδρες. Μάχιμους άνδρες που έδιναν όρκο υπακοής στον Αδόλφο Χίτλερ. Που έγραφαν αναφορά στη γερμανική στρατιωτική διοίκηση λέγοντας «Εκ των ημετέρων, είς Γερμανός στρατιώτης βαρέως τραυματίας», και μετά τιμήθηκαν από το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος για την προσφορά τους στην πατρίδα. (Οι πολιτικοί πρόγονοι των Χρυσαυγιτών, που αναφωνούν «Τιμή στους Χίτες και Ταγματασφαλίτες», αν ήθελε κανείς να κάνει ένα άλμα προς το παρόν)

Γνωρίζω ότι η κατηγορία του δωσιλογισμού απευθύνεται συχνά στη σημερινή κυβέρνηση, με το σκεπτικό ότι υπηρετεί ξένα συμφέροντα. Δεν συμφωνώ με τον όρο. Για να έχουμε πολεμική κατοχή (occupatio bellica) και ακολούθως συνεργασία με τον εχθρό προϋποτίθεται η εισβολή εχθρικού στρατού στο έδαφος εμπόλεμης δύναμης και η κατάληψη εδάφους με χρήση στρατιωτικής βίας από την Κατέχουσα Δύναμη. Πιστολιές δεν άκουσα, λοιπόν όποιος παραπονείται ότι ο πρωθυπουργός μας είναι δωσίλογος, να τα βάλει καλύτερα με τους γείτονές του και τα ξαδέρφια του που τον ψήφισαν. Διευκρινίζω λοιπόν πως ο μόνος λόγος για την αναφορά στους δωσίλογους της Κατοχής είναι ότι θα ήθελα να ξαλαφρώσω λίγο την ταλαιπωρημένη συνείδηση όλων αυτών των συνανθρώπων μας, δημοσιογράφων, πολιτικών κ.α., που ίσως ταλανίζονται από μια παλαιική έως παρωχημένη αντίληψη του ηθικού χρέους.

Το σημαντικό είναι πως τίποτα δεν είναι ντροπή. Μια νέα γενιά ιστορικών αναθερμαίνει την ιστοριογραφία της δεκαετίας του ’50 και εξηγεί πως έχει και ο ταγματασφαλίτης τα δίκια του: Τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν αντίδραση στην Κόκκινη βία της Αριστεράς, κι έτσι δεν έχουμε απλώς προδότες και πατριώτες, αντιθέτως ξεπερνούμε πια την ιδεολογική πόλωση και δηλώνουμε πως είτε συνεργάτης του φασίστα είσαι είτε αντιστασιακός, όλες οι επιλογές είναι εξίσου θεμιτές. Βία ασκεί και ο ένας, βία ασκεί και ο άλλος. Τα περιεχόμενα είναι αδιάφορα, αφού πάντα όλοι δίκιο θεωρούν ότι έχουν, όταν σφάζουν. Και δεν είναι μόνο αυτό. Μπορεί να επικαλεστεί κανείς και τη διαφθορά της Αριστεράς, το ΠΑΣΟΚ, τη γενιά του Πολυτεχνείου, τον νεποτισμό στα πανεπιστήμια. Κανείς δεν είναι αθώος. Φτάνει το παραμύθι με την ηθική υπεροχή της Αριστεράς. Τόσοι βολεύτηκαν, κάναν καριέρες πανεπιστημιακές ή κοινοβουλευτικές πατώντας στην καλή μαρτυρία της Αριστεράς, και ωφελήθηκαν από αυτήν. Μόνιμο επιμύθιο αυτής της επιχειρηματολογίας, το συντριπτικό «όλοι ίδιοι είναι».
 
Έχει ενδιαφέρον ότι ο ιστορικός σχετικισμός που άνθισε στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια τις περασμένες δεκαετίες προσέκρουε πάντα στο αγκάθι των αναθεωρητών ιστορικών, των αρνητών του ολοκαυτώματος. Τώρα που ξανανιώνει όψιμα ο πολιτικός σχετικισμός στις εφημερίδες μας, ας αναρωτηθούμε κι εμείς ποια είναι η ακριβής σημασία του «όλοι ίδιοι είναι» την ώρα που έχουμε απέναντί μας νεοναζί ιδεολόγους που έχουν ήδη ξεθηκαρώσει τα σπαθιά. Όχι για να παινευτούμε πως εμείς είμαστε με τους καλούς, όχι από «μίσος δια τους ψευδομένους», αλλά ως ένα πείραμα της σκέψης. Να φανταστούμε τι θα πει να πουλάς παρωχημένο πανεπιστημιακό σκεπτικισμό την ώρα που δίπλα σου καλπάζει ο φασισμός. Η πρότασή μου: χωρίς ξιπασιά και αγριάδες να υπενθυμίσουμε ταπεινά πως όχι, δεν είμαστε όλοι ίδιοι.