Του Κώστα Εφήμερου


Στις 14 Ιουνίου του 1972 ο Bob Woodward και ο Carl Bernstein δημοσιεύουν στην Washington Post το περίφημο ρεπορτάζ για το σκάνδαλο Watergate. Ο αντίκτυπος του δημοσιεύματος ήταν τόσο μεγάλος που οδήγησε για πρώτη φορά στην παραίτηση αμερικανού προέδρου. Ήταν τότε που το αποτέλεσμα της ερευνητικής δημοσιογραφίας σήμαινε κάτι στην κοινωνία. 
 
Στις αμερικανικές ταινίες δράσης οι πιο σκληροί πεζοναύτες αντέχουν τα δακρυγόνα επειδή η εκπαίδευσή τους περιλαμβάνει καθημερινές μικρές εισπνοές σπρέι πιπεριού. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και εκεί που βασιλεύει η διαφθορά. Τα σκάνδαλα στην αρχή σοκάρουν, μετά προκαλούν εντύπωση και στο τέλος περνούν εντελώς απαρατήρητα.  Η ελληνική κοινωνία έχει διανύσει την πορεία αυτή σε μόλις είκοσι χρόνια. Από το σκάνδαλο Κοσκωτά («ποιος να το ήξερε») μέχρι του Λαυρεντιάδη («και ποιος δεν το ήξερε») άλλαξε η ίδια η προσλαμβάνουσα της κοινής γνώμης. Ο πολίτης παραδόθηκε αμαχητί φτάνοντας τη δεκαετία του ʼ90 στο δόγμα «μπορεί να έφαγε, αλλά τουλάχιστον αυτός έδωσε κιόλας». Κι όταν ο πρωθυπουργός της χώρας τη Δευτέρα κατακεραύνωνε τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ ονομάζοντάς τους «νταβατζήδες της διαπλοκής» και την Τετάρτη έτρωγε και έπινε μαζί τους σε παραδοσιακές ταβέρνες, ο πολίτης ήξερε ότι δεν μπορούσε πλέον να στραφεί πουθενά.
 
Κάπως έτσι μας βρήκε η κρίση: με τα παντελόνια κατεβασμένα, με απαξιωμένα ΜΜΕ και χαμηλό ηθικό. Τόσο χαμηλό που παρατηρείται πλέον ένα πολύ περίεργο και αντιφατικό φαινόμενο. Κάθε εβδομάδα από τη μία το διαδίκτυο και ο κυριακάτικος Τύπος βρίθει από αποκαλυπτικά ρεπορτάζ για σκάνδαλα εκατομμυρίων ευρώ  (εξαιτίας και του εσο-ολιγαρχικού πολέμου που έχει προκαλέσει η μείωση της πίτας λόγω της κρίσης) και από την άλλη οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι
το 72% των ερωτηθέντων θέλουν να τιμωρηθούν όσοι μας έφεραν ως εδώ, λες και από την ψήφιση του μνημονίου και έπειτα η διαφθορά έπαψε να υπάρχει.
 
Από τότε που μπήκε στη ζωή μας η τρόικα έχουν αποκαλυφθεί εκατοντάδες σκάνδαλα μεγατόνων, στα οποία εμπλέκονται υπουργοί, βουλευτές, καναλάρχες, επιχειρηματίες και δημοσιογράφοι. Τραπεζικές φούσκες, νομιμοποίηση μαύρου χρήματος, απάτες με ακίνητα, παράνομες άδειες δόμησης μεγαθηρίων, παιχνίδια στο χρηματιστήριο, φοροδιαφυγή μέσω offshore, επιχειρήσεις που δεν πλήρωσαν ποτέ φόρους… το μενού είναι ατελείωτο. 
 
Η κοινή γνώμη ξέρει. Το μνημόνιο ήρθε προς ψήφιση στη Βουλή ως έγγραφο που επηρέαζε καταφανώς τις διεθνείς συμβάσεις, και ωστόσο, ψηφίστηκε κατά παράβαση της συνταγματικής επιταγής για την πλειοψηφία δύο τρίτων. 
 
Όταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος μετέφερε μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ προκειμένου να διασώσει την Proton Bank (η σωτηρία ιδιωτικών τραπεζών εξελίσσεται σε χόμπι της Ευρώπης) φρόντισε να περάσει τροπολογία, σύμφωνα με την οποία αμνηστεύονταν όλοι οι υπουργοί Οικονομικών για τη διαχείριση των κρατικών ταμειακών διαθέσιμων. Με παρόμοιο νόμο διευθετήθηκε και το θέμα των ευθυνών των κομμάτων με τα κόκκινα δάνεια. 
 
Τα μεγάλα δημόσια έργα όχι απλά συνεχίζουν να δίνονται στους ίδιους εργολάβους (οι οποίοι κατά σύμπτωση έχουν στα χέρια τους και τα κατεστημένα ΜΜΕ), αλλά με πράξη νομοθετικού περιεχομένου της τελευταίας ημέρας του 2012 δόθηκε η δυνατότητα στους αναδόχους να εισπράξουν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, ακόμα και χωρίς φορολογική ενημερότητα. 
 
Το ΕΕΤΗΔΕ (γνωστό ως «χαράτσι») τροποποιήθηκε σε ένα βράδυ προκειμένου να προσφέρει τεράστιες εκπτώσεις στους ιδιοκτήτες μεγάλων εμπορικών ακινήτων. Ο τηλεοπτικός σταθμός ΣΚΑΪ, που υποστήριξε όσο κανένας άλλος το συγκεκριμένο φόρο, αποκαλύφτηκε από το TPP ότι δεν είχε πληρώσει όχι μόνο το «χαράτσι» αλλά ούτε και το Τέλος Ακίνητης Περιουσίας.
 
Η σκανδαλολογία έχει ποτίσει την καθημερινότητά μας, αλλά καμία αποκάλυψη δεν σοκάρει πια καθώς ο αναγνώστης δεν εμπιστεύεται κανέναν. Δεν πιστεύει τον δημοσιογράφο, επειδή πληρώνεται από τον εκδότη. Δεν εμπιστεύεται τον εκδότη, επειδή συναλλάσσεται με το κράτος. Δεν πιστεύει το κράτος, επειδή δεν πιστεύει τους κρατικούς λειτουργούς. Δεν πιστεύει τους κρατικούς λειτουργούς, επειδή έχουν φροντίσει να μην ελέγχονται από τη δικαστική εξουσία. Δεν πιστεύει την δικαστική εξουσία, επειδή είναι ακριβή στα πίτουρα και φθηνή στο αλεύρι.  
 
Στο πλαίσιο αυτό, τα σκάνδαλα που αποκαλύπτονται φέρουν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που θα φανταζόταν κανείς. Αντί να προκαλούν αγανάκτηση και αναταραχή στην κοινή γνώμη, απλώς μειώνουν το ηθικό. Ο πολίτης νιώθει ανίσχυρος, αφού αντί η σκανδαλολογία να τον εξοργίζει και να τον κάνει πιο ισχυρό και έτοιμο να τα βάλει με το θηρίο, μόνο του επισημαίνει πόσο τεράστιο είναι το θηρίο που πρέπει να αντιμετωπίσει.
 
Όταν οι βασανιστές της Χούντας έκαναν φάλαγγα στους κρατούμενους, τους υποχρέωναν να φοράνε παπούτσια και να περπατάνε κάθε λίγο, επειδή το νευρικό σύστημα σταματάει να λειτουργεί και να στέλνει το σήμα του πόνου όταν τα χτυπήματα είναι επαναλαμβανόμενα. Έτσι λειτουργεί και η σκανδαλολογία στην καθημερινότητά μας.
 
Πριν από 20 χρόνια, όταν γινόταν γνωστό ότι ο βουλευτής έβγαλε μίζα, η κοινωνία έλεγε: «Α, τον κλέφτη!», πριν από 10 έλεγε: «Βρε, τον άτιμο» και σήμερα λέει: «Α, τον μπαγάσα».