Τις προάλλες, ωστόσο, βλέπω στο facebook τον φίλο μου τον Βασίλη, που έχει σπίτι στο διπλανό χωριό, να έχει ποστάρει φωτογραφία από τη δική του φθινοπωρινή σοδειά.

Αρπάζω την ευκαιρία: «Βασίλη, ζηλεύω. Αλλά μια κι είσαι πάνω, δεν πας να κόψεις τα κυδώνια μας να μην πάνε χαμένα; Εκτός αν έχει προλάβει κανένας γείτονας και τα έχει ήδη απαλλοτριώσει…». Ακολουθούν σχόλια διαφόρων -άλλα καλοπροαίρετα και άλλα κακεντρεχή- που δεν έχει νόημα να αναπαραχθούν εδώ.

Η ιδέα δεν ήταν ακριβώς να τον αγγαρέψω για δέκα κυδώνια, ήταν να τα πάρει εκείνος και να τα κάνει ό,τι θέλει, να μην πάνε χαμένα. Ωστόσο,  δυο μέρες αργότερα τα καμαρώναμε στην τραπεζαρία του σπιτιού μας.

Αλλά το θέμα μου εδώ δεν είναι τα κυδώνια καθεαυτά. Εσύ να διαβάζεις κυδώνια και να σκέφτεσαι ύφεση, ανεργία, διάλυση του κοινωνικού κράτους, ανάπτυξη χωρίς φραγμούς, ταξική αναλγησία, πογκρόμ, όλ’ αυτά που μας γαμάνε τη ζωή. Το θέμα μου εδώ δεν είναι τα φρούτα, είναι η αλληλεγγύη – το ομαδικό παιχνίδι. Είναι επίσης κάτι που πάει ν’ αλλάξει, σιγά σιγά, στις σχέσεις των ανθρώπων.

Πριν από μερικά χρόνια, το πιθανότερο θα ήταν τα κυδώνια να έμεναν αμάζευτα. Ή, πάλι, θα είχαμε καβαλήσει το τζιπ και θα ‘χαμε πάει να τα μαζέψουμε, ως πρόσχημα για κοπάνα. Σιγά μη μας ένοιαζε για τα 50 λίτρα βενζίνη. Πολύ δε περισσότερο, σιγά μη μας ένοιαζε για την ασύμμετρη μόλυνση που θα προκαλούσαμε στον πλανήτη.
Δεν ξέρω αν σήμερα νοιαζόμαστε τόσο για την ασύμμετρη μόλυνση. Είναι σίγουρο όμως ότι νοιαζόμαστε για τα 50 λίτρα βενζίνη, ή μάλλον για το αντίτιμό τους σε ευρώ.

Μας νοιάζει, και πολύ μάλιστα, με αποτέλεσμα -καλώς ή κακώς- να ενεργοποιείται ολόκληρη αλυσίδα διαδικασιών, κομμάτι της οποίας είναι η συνεργασία.

Φυσικά, δεν θέλω να εξωραΐσω τα πράγματα. Μακάρι η κρίση να περιοριζόταν σε τέτοιου είδους μικρές αλλαγές και δοσοληψίες. Το μόνο που θέλω να πω είναι ότι αν βγούμε όρθιοι και αρτιμελείς απ’ όλη αυτή την περιπέτεια,  θα πρέπει να κρατήσουμε ζωντανές τις συλλογικές επιλογές επιβίωσης που αναπτύξαμε. Κι όχι όπως έκανε η προηγούμενη γενιά με την Κατοχή, που την είχαν στο στόμα τους μέρα νύχτα -για να τρώμε όλο μας το φαΐ-, αλλά κατά τα άλλα έκαναν (και κάναμε) όλα τα αντίθετα.

Και το θέμα δεν είναι κυρίως τα όσα έκαναν και κάναμε, είναι τα όσα επιτρέψαμε να γίνουν εν ονόματί μας, αλλά κυρίως ερήμην μας.