Ο στρατάρχης έχει στρατιώτες-τίγρεις, αν τους αποκαλέσει «τίγρεις». Ένα έγκλημα δεν έχει συμβεί παρά μόνο αν κάποιος βρεθεί εκεί για να πει «αυτό είναι έγκλημα». Σκεφτόμουν πως μπορούσε ο κινέζος σοφός να πει «βροχή» και να γίνει αυθωρεί μούσκεμα. Να πει τη λέξη «αέρας» και να σηκωθούν τα μαλλιά του όρθια, να μπει και ένα σκουπιδάκι στο μάτι του. Πολλοί πιστεύουν ότι αυτά ανήκουν στον καιρό της «μυθικής σκέψης», γράφονται και βιβλία με τίτλο «Από τον μύθο στον λόγο», σαν να υπάρχει μια τέτοια στιγμή, που ο άνθρωπος αφήνει τη μυθική σκέψη και παρακολουθεί σεμινάρια καντιανισμού ολημερίς κι οληνυχτίς.

Φευ! Οι άνθρωποι δεν εγκαταλείπουν για κανέναν λόγο τη μαγεία. Αν πούμε, κάπως πρόχειρα, ότι μαγεία είναι η χρήση αντικειμένων ή επωδών (αυτό που ονομάζουμε στην καθομιλουμένη «ξόρκια») με σκοπό την πρόκληση συγκεκριμένου αποτελέσματος, αποδεικνύεται ότι δεν έχουμε απομακρυνθεί καθόλου. Το αρχαιολογικό υλικό είναι πλουσιότατο, σε αρχαίους «καταδέσμους» που σώζονται μέχρι σήμερα. Μαθαίνουμε σε μια μελέτη του Άγγελου Χανιώτη ότι «νικητικόν» ήταν ένα ξόρκι που αποσκοπούσε στο να νικήσει ο κάτοχός του σε μια δικαστική διαμάχη. Καθένας με τους πόθους του, ο κρυφός πόθος της δικής μας κυβέρνησης είναι η ανάπτυξη. Το μέσο για την επίτευξή της είναι βεβαίως η μαγεία των λέξεων. Αν το πεις πολλές φορές, ρυθμικά, θα γίνει.

Το πολιτικό ζήτημα, ως γνωστόν, έχει λυθεί στην εποχή μας με τον τρόπο που περιέγραψε με θαυμαστή παρρησία ο υπουργός Στουρνάρας. Είπε ότι το μνημόνιο είναι το μοναδικό κείμενο πρακτικής άσκησης πολιτικής. Δεκτόν. Λοιπόν η κυβέρνηση χρησιμεύει προκειμένου να επιβάλλει τους όρους που επιβάλλουν με τη σειρά τους οι δανειστές μας πάνω στο ταλαίπωρο κορμί της ελληνικής κοινωνίας. Εφόσον ζήτημα περιεχομένου δεν τίθεται, διότι αυτό το έχει αναλάβει η τρόικα, μένει μόνο το επικοινωνιακό κομμάτι, δηλαδή οι λέξεις με τις οποίες μπορεί να περιγραφεί αυτή η πολιτική προκειμένου να την αποδεχθεί ο λαός που υποφέρει καθώς την υφίσταται. Η μόνη λύση γι’ αυτό είναι η μαγεία. Η μαγική δύναμη των λέξεων. Σκεφτείτε το παιδικό «ήρθε μια γριά απ’ την πόλη κι έφερε το χάσει-χάσει». Το παιδί το τραγουδάει και περιμένει να λειτουργήσει ως ξόρκι. Η κυβέρνηση τραγουδάει κι εκείνη το ανάποδο: «έφυγε η γριά απ’ την πόλη κι έφυγε το χάσει-χάσει». Μάλιστα, όπως γινόταν με τις «επωδούς» τον καιρό των Πυθαγορείων, απαιτείται μουσική εκφορά, που είναι απαραίτητη για να δουλέψει το ξόρκι.

Σε όσους σπεύδουν να καγχάσουν επισημαίνω ότι το πιο εντυπωσιακό είναι πως αυτή η τεχνική λειτουργεί. Θα περίμενε κανείς, ο άνεργος να μην πείθεται. Ζει ταπεινωμένος από τα πρώην και τα πιθανά αφεντικά του, από τη μάνα του που τον τρέφει, από τα παιδιά του που του ζητούν αυτά που δεν μπορούν να έχουν. Ποιον θα πιστέψει; Την εμπειρία του ή τον πρωθυπουργό που μιλά για «σαξές στόρι»; Τον πρωθυπουργό! Γιατί; Γιατί η αλήθεια είναι πικρή, πιο πικρή κι απ’ το κινίνο, λοιπόν το μόνο που ζητάει ο άνθρωπος είναι το αποκούμπι σε ένα γλυκό ψέμα. -Με παχαίνει αυτό, αγάπη μου; -Όχι, όχι, όχι! -Θα μ’ αγαπάς για πάντα; -Και βέβαια. -Εγώ πιο πολύ. Κανείς δεν θέλει να ξέρει. Η αλήθεια είναι μια ατυχία της όρασης. Τι σημασία έχει η εμπειρία;

Ιδού πώς ο αντίλογος επιβεβαιώνει αυτό που λέω. Το αντεπιχείρημα είναι πως ο λαός καταλαβαίνει, εξοργίζεται, έχει μπουχτίσει με τα ψέματά τους και θα δώσει το μήνυμα που πρέπει όταν… Κατάλαβες, αγαπητέ αναγνώστη; Μα, τι άλλο είναι αυτό, από μια παντελώς ανορθολογική πίστη στις λέξεις; Πού βρίσκει έρεισμα στην πραγματικότητα μια τέτοια αισιοδοξία; Πουθενά! Η παρηγοριά είναι οικουμενική ανάγκη, αριστερών, δεξιών, όλων. Η πλευρά των επικριτών της κυβέρνησης έχει κι αυτή το δικό της, το δικό μας, παραλήρημα. Δεν είναι αυτό του σαξές στόρι, είναι της επανάστασης που έρχεται. Το «έρχεται» από το «ήρθε» όμως απέχει μια αιωνιότητα. Οι μεν λένε πως οι Έλληνες είναι φιλότιμοι και πάντοτε τα καταφέρνουν, και γελάμε μαζί τους. Κι εμείς λέμε πως οι λαοί είναι υπερήφανοι, σηκώνουν κεφάλι και σταματούν την επέλαση των ισχυρών στις ζωές τους, και εκεί γελάει η άλλη πλευρά μαζί μας. Το μόνο μας κοινό είναι πως έχουμε τις λέξεις όχι για δυναμίτη, αλλά για νανούρισμα. Και στις δύο περιπτώσεις, το βασικό συστατικό είναι η μαγική δύναμη της γλώσσας όχι να μεταμορφώνει τη ζωή, αλλά να στοκάρει τις γωνίες, για να εφαρμόζει το ατσούμπαλο σκαρί μας στον κόσμο.

Είναι τόσο πικρή η αλήθεια: ένας χαλκάς στη μύτη είναι το ακριβότερο στολίδι σας, λέει ο Εντσεσμπέργκερ. («Υπεράσπιση των λύκων έναντι των αμνών», περ. Πανοπτικόν τ. 18). Ο ψηφοφόρος δεν θέλει ψωμί, θέλει να σκύψει κάποιος γλυκά στο αυτί του και να του ψιθυρίσει: «Δεν θα υπάρξουν άλλα μέτρα», «ζούμε ένα σαξές στόρι»,  «μη μου ανησυχείς, όλα θα πάνε καλά». Προσέξτε την προέκταση του επιχειρήματος: όσοι αμφισβητούν την επιθυμία των ψηφοφόρων να εξαπατηθούν, δεν μπορούν να κατανοήσουν τον κόσμο. Τους είναι αδύνατο να καταλάβουν πώς γίνεται, ενώ η πολιτική που ακολουθείται από την κυβέρνηση και την τρόικα είναι τόσο αντιλαϊκή, να μη συναντά καμία σοβαρή κοινωνική αντίσταση. Η απάντηση είναι πως ο άνθρωπος θέλει να αντικαταστήσει τον καθρέφτη του σπιτιού του με μια πινακιδούλα που θα του λέει «κούκλος είσαι και σήμερα, φτου σου!» Τι νόημα έχει να κοιτάς την παλιόφατσά σου στον καθρέφτη; Κούκλος είσαι, αγαπητέ ψηφοφόρε. Τέτοιο ομορφόπαιδο δεν ξανάδα ποτέ μου. Και όλα θα πάνε καλά. Η πορεία της χώρας είναι ένα εντυπωσιακό διεθνές σαξές στόρι. Δεν θα υπάρξουν άλλα μέτρα. Και ο πρώτος σου έρωτας θα διαρκέσει για πάντα.