Καταρχήν από την περφόρμανς του κ. Στουρνάρα, ανάμεσα στα διάφορα ευτράπελα που ακούστηκαν συγκράτησα μονάχα ένα παράδοξο. Τη διαπίστωσή του ότι ο πρωθυπουργός έχει πολύ χιούμορ. Εντάξει, όλα τα είχα φανταστεί, ότι μπορεί να είναι δουλευταράς, ότι μπορεί να στηρίζει τον βασικό υπουργό του (προτού τον θυσιάσει, όπως είθισται σ’ αυτές τις περιπτώσεις), αλλά ότι ο κ. Σαμαράς διαθέτει και χιούμορ δεν το είχα υποψιαστεί. Μπλακ χιούμορ, ίσως. Χιούμορ απ’ αυτό που εκφωνείται στη Βουλή και κάθονται από κάτω οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και εκτονώνονται με γέλια και χειροκροτήματα, ίσως. Αλλά χιούμορ όπως το εννοούμε εσείς κι εγώ, όχι!
 
Χιούμορ, αντιθέτως, διαθέτει, και μάλιστα καταλυτικό ο σημερινός καλεσμένος της δικής μας εκπομπής, ο οποίος έστειλε τη δική του εξαιρετική ιστορία με τίτλο «Το τέλειο βιογραφικό» στο Ημερολόγιο ενός ανέργου, απ’ όπου αντιγράφω:
 
«Έχω εκπληρωμένες στρατιωτικές υποχρεώσεις. Μπορώ να εργάζομαι αδιάκοπα για περισσότερες από 12 ώρες συνεχόμενες αδιαμαρτύρητα. Επίσης δεν έχω προσωπική ζωή, δεν έχω φίλους, δεν έχω κοπέλα, δεν σκοπεύω να κάνω οικογένεια ποτέ (οπότε δεν έχω αυξημένες οικονομικές απαιτήσεις), δεν έχω όνειρα πέρα από το καλό της εταιρείας».

Από τότε που ξεκίνησε το Ημερολόγιο ενός ανέργου περιμένω κάθε μέρα με ιδιαίτερη προσμονή μήπως έρθει μια χιουμοριστικά διατυπωμένη ιστορία – αλλά αυτό βέβαια συμβαίνει σπανίως. Υπάρχει θυμός, πίκρα, αγωνιστική διάθεση, γκρίνια, απογοήτευση, απελπισία, διάθεση φυγής, αλληλεγγύη, απόρριψη του παλιού τρόπου ζωής, μερικές φορές μια κάποια αισιοδοξία και πολλά άλλα έντονα συναισθήματα, αλλά το χιούμορ -όπως είναι φυσικό- σπανίζει.
 
Και όμως, ο σημερινός μας καλεσμένος, άνεργος γραφίστας που υπογράφει με το χαρακτηριστικό παρατσούκλι «οσονούπω μετανάστης», συνεχίζει να κατεδαφίζει ανελέητα το κυβερνητικό success story, και μαζί τα νέα εργασιακά ήθη που επιχειρείται να εφαρμοστούν με πρόσχημα την κρίση (και σε καμία περίπτωση εξαιτίας της):

«Δεν πίνω, δεν καπνίζω, δεν τρώω, δεν χρειάζομαι ποτέ διάλειμμα. Δεν γνωρίζω τι σημαίνει υπερωρία. Μπορώ να μην κοιμάμαι για πάνω από τρεις μέρες για να ικανοποιήσω και τα πιο παράλογα χρονοδιαγράμματα που έχει συμφωνήσει ο εργοδότης μου με τον πελάτη του. Να δεχτώ και τις πιο άσχημες αισθητικές επεμβάσεις στην δουλειά μου, καθώς ο πελάτης έχει πάντα δίκιο, κι αν θέλει τη φάτσα του πάνω στην κάρτα του, πρέπει να τη βάλω». 
 
Ολόκληρη η ιστορία εδώ.
 
Το εύλογο ερώτημα είναι γιατί να δίνει κανείς τόση σημασία στο χιούμορ. Μα, είναι απλό: για να ξεπεράσουμε αυτόν τον εφιάλτη πρέπει να σταθούμε όρθιοι. Για να σταθούμε όρθιοι πρέπει να καταπολεμήσουμε την απογοήτευση, την παραίτηση και τη μοιρολατρία. Για να τα καταπολεμήσουμε όλ’ αυτά πρέπει να ανακτήσουμε το ηθικό μας, και δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να ανακτήσει κάποιος το ηθικό του από το χιούμορ, την ειρωνεία, τον σαρκασμό – καμιά φορά και τον αυτοσαρκασμό.
 
Παρεμπιπτόντως, θα περίμενα από τον συγγραφέα, ως γραφίστας που είναι, να εικονογραφούσε κιόλας την ιστορία του, να την κάνουμε πόστερ και να την κρεμάμε στα δωμάτιά μας, όπως οι έφηβοι. Ίσως σ’ ένα επόμενό μήνυμά του, προτού μας αφήσει και φύγει μετανάστης…