της Τζένης Τσιροπούλου

Την επομένη της επίθεσης, λίγα μόλις μέτρα από την είσοδο του προαυλίου του μουσείου που αποτελεί ταυτόχρονα και είσοδο προς το κοινοβούλιο, ο Hatem, ιδιοκτήτης μίνι μάρκετ, φτιάχνει σάντουιτς όπως κάθε άλλη μέρα. «Γύρω στις 11.30π.μ. ακούστηκαν οι πρώτοι πυροβολισμοί. Υπήρχαν πολλά παιδιά και τουρίστες και ξαφνικά άρχισαν να εγκαταλείπουν σε κατάσταση υστερίας το μουσείο. Προσπαθήσαμε να πλησιάσουμε αλλά η αστυνομία μας διέταξε να απομακρυνθούμε. Μετά από πέντε λεπτά έφτασε η Αντιτρομοκρατική. Μπόρεσα να δω για λίγο τους δράστες. Φορούσαν πολιτικά ρούχα και δεν ξεχώριζαν από το πλήθος» περιγράφει στο TPP.
 
«Μισώ την τρομοκρατία. Είχα ένα μαθητή που πήγε στη Συρία να πολεμήσει με τους τζιχαντιστές και σκοτώθηκε. Όλοι οι συμμαθητές του, ακόμα και η οικογένειά του ήξεραν ότι θα πάει. Με την ένταξή του στους εξτρεμιστές, άρχισε να φοράει ακριβά ρούχα και να κάνει γυμναστική» αφηγείται ο Slim Bahri, καθηγητής και κάτοικος της περιοχής του Μπαρντό.
 
Μετά τις πρόσφατες εκλογές, με νίκη των κοσμικών, η Τυνησία εγκωμιάστηκε εκτενώς από τα διεθνή Μέσα ως «η πρώτη δημοκρατία του αραβικού κόσμου». Το προοδευτικό της Σύνταγμα, το οποίο κατοχυρώθηκε το 2014 στον απόηχο της «Αραβικής Άνοιξης» αλλά και το ανοιχτό πνεύμα των ντόπιων συμβάλλουν στο να ξεχωρίζει ανάμεσα στα άλλα αραβικά και μουσουλμανικά κράτη. Παρ'όλα αυτά, η τεταμένη ατμόσφαιρα στη γειτονική Λιβύη, καθώς και το ότι η Τυνησία θεωρείται ως η πρώτη χώρα εξαγωγής τζιχαντιστών -εκτιμούνται στους 3.000 με τη συντριπτική πλειοψηφία να είναι κάτω των 30 ετών- οι οποίοι σταδιακά επιστρέφουν στην πατρίδα τους, δημιουργεί κλίμα ανησυχίας στο εσωτερικό της.
 
Στην πολυπληθή διαδήλωση που οργανώθηκε στο μουσείο, το σύνθημα που αντηχούσε ήταν «Τυνησία ελεύθερη. Έξω η τρομοκρατία». Έχοντας γνωστοποιηθεί, ότι οι δύο νεκροί δράστες ήταν τυνησιακής καταγωγής, η 30χρονη Dora, ντυμένη με την εθνική σημαία, λέει για τη γενιά της: «Υπάρχουν νέοι που επαναστάτησαν, πέθαναν για έναν κοινό σκοπό και τελικά δεν άλλαξε τίποτα. Η τρομοκρατία βρήκε πρόσφορο έδαφος σε μια γενιά που τα όνειρά της προδόθηκαν. Υπάρχουν τόσοι άνεργοι νέοι που είναι πιθανόν να καταφύγουν σε εξτρεμιστικές ομάδες γιατί τους δίνουν χρήματα. Οι πολιτικοί πρέπει να επενδύσουν στην ανάπτυξη της χώρας». Ταυτόχρονα, μετά την επανάσταση του 2011, το ισλαμιστικό κόμμα Ennahda, το οποίο άνελαβε τα ηνία της χώρας, «άφησε ελεύθερο το πεδίο στους τζιχαντιστές γιατί στην πραγματικότητα ενστερνίζεται την ιδεολογία τους», συμπληρώνει ο παρευρισκόμενος δημοσιογράφος Alaa Touil.
 
Οι πόρτες του Μουσείου άνοιξαν την επόμενη μέρα για τους δημοσιογράφους υπό την έντονη παρουσία της αστυνομίας. Γυαλιά από τα τζάμια του λεωφορείου από όπου αποβιβάζονταν οι τουρίστες, σπασμένο δάπεδο και το αίμα των θυμάτων στο πάτωμα και στους τοίχους ήταν τα εναπομείναντα ίχνη της τραγωδίας. Σε συνέντευξη Τύπου που μας παραχώρησε η Υπουργός Πολιτισμού, Latifa Lakhdar, μέσα στο μουσείο, δήλωσε απερίφραστα: «Ο συμβολισμός αυτής της επίθεσης είναι ιδιάζουσας σημασίας. Έβαλαν στο στόχαστρό τους τη γνώση, την επιστήμη, την ιστορία και τη μνήμη. Κάποια διεθνή Μέσα βιάστηκαν να καταδικάσουν την Τυνησία αλλά η Τυνησία θα πολεμήσει για τη δημοκρατία της».
 
Το μουσείο θα επιστρέψει στους ρυθμούς του την Τρίτη 24/03 και θα φιλοξενήσει δραστηριότητες του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ, το οποίο θα διεξαχθεί από τις 24-28 Μάρτη στην Τύνιδα. «Ελπίζω ότι όλα θα πάνε καλά και θα υπάρχει μεγάλη συμμετοχή. Ελπίζω όμως να υπάρχουν μέτρα ασφαλείας γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε σαν να μη συνέβη τίποτα» λέει η Ιταλίδα Albertina Petroni, εργαζόμενη σε ιταλική ΜΚΟ στην Τυνησία.
 
Στις 20 Μαρτίου, στη σκιά της επίθεσης, η κεντρική λεωφόρος της Τύνιδας πλημμύρισε με κόσμο και τραγούδια στο πλαίσιο της 59ης επετείου της Ανεξαρτησίας από τη Γαλλία αλλά και ως μια ένδειξη αντίστασης στην τρομοκρατία. Η ατμόσφαιρα ήταν γιορτινή και τίποτα δε θύμιζε το νωπό θρήνο του Μπαρντό. «Από τη μία πλευρά είναι θετικό, δείχνει ότι οι Τυνήσιοι θέλουν να δώσουν το 'παρών', δε φοβούνται. Από την άλλη, αναρωτιέμαι αν αυτό υποδεικνύει ότι δεν έχουν αντιληφθεί τι πραγματικά συνέβη» είπε στο TPP η Ιταλίδα Alessia Tibollo.
 
Ενώ ήδη ανακοινώνται μέτρα προστασίας, όπως ο αυστηρός έλεγχος σε sites που προωθούν εξτρεμιστικές αντιλήψεις, στις συζητήσεις μου με ακτιβιστές, ένας διάχυτος φόβος επικρατεί σχετικά με την επιστροφή σε ένα αστυνομοκρατούμενο καθεστώς στο όνομα της ασφάλειας, δεδομένου ότι η νεοεκλεχθείσα κυβέρνηση διαθέτει στους κόλπους της μέλη του δικτατορικού καθεστώτος του Ben Ali. «Το αντιτρομοκρατικό νομοσχέδιο που συζητιόταν στο κοινοβούλιο την ώρα της επίθεσης είχε ήδη προκαλέσει αντιδράσεις στην κοινωνία των πολιτών. Στο πλαίσιο μιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης είναι πολύ πιο εύκολο να περάσουν νόμοι που θα καταστρατηγούν τα δικαιώματα μας» διευκρινίζει η Alessia. Από την άλλη, η ανταποκρίτρια του BBC στην Τυνησία, Sihem Hassaini, σε προσωπική μας συνομιλία τονίζει ότι «Ο στρατός και η αστυνομία είναι και αυτοί θύματα της τρομοκρατίας. Παρ'όλα αυτά υπάρχει ανησυχία για αυξημένες συλλήψεις ατόμων που μοιάζουν με σαλαφίστες και επιβάλλεται να είμαστε σε εγρήγορση ως προς τη διαφύλαξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
 
Οι Τυνήσιοι παραμένουν αισιόδοξοι και λίγες μέρες μετά το χτύπημα, η καθημερινότητα στην πρωτεύουσα κυλάει ανεμπόδιστα. Όπως μου λέει ο 29χρονος Saber Snoussi πίνοντας τον καφέ του, «Απαντάμε στους τρομοκράτες με ζωή. Δεν πρέπει να τους χαρίσουμε την ελευθερία μας γιατί αγωνιστήκαμε σκληρά για να την κατακτήσουμε. Εμείς είμαστε η ζωή».