του Θάνου Καμήλαλη

Όπως επιβεβαιώθηκε την Τρίτη, η Cosco είναι η μόνη εταιρεία που κατέθεσε πρόταση για το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας κι ένα από τα μεγαλύτερα της νότιας Ευρώπης. Η  πρόταση σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες διαρροές κινείται κοντά στην χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας, δηλαδή περίπου 350 εκατ. ευρώ, ενώ από την πλευρά του το ΤΑΙΠΕΔ ζήτησε, όπως ήταν αναμενόμενο, βελτιωτική προσφορά, που θα αξιολογηθεί την επόμενη εβδομάδα.

Ένα κρυφό μονοπώλιο

Ο σημαντικότερος λόγος που η Cosco δεν συνάντησε αντίπαλο στην διεκδίκηση του ΟΛΠ κρύβεται σε ένα άρθρο της πρώτης της συμφωνίας με το ελληνικό κράτος, όταν ανέλαβε την ανάπτυξη και την εκμετάλλευση των Προβλητών ΙΙ και ΙΙΙ του λιμανιού. Στο άρθρο 9 παρ.2 της Σύμβασης παραχώρησης μεταξύ ΟΛΠ και Cosco, που έγινε νόμος του ελληνικού κράτους τον Μάρτιο του 2009, ο ΟΛΠ δεσμεύεται να μη δημιουργήσει «οποιονδήποτε άλλο τερματικό σταθμό εμπορευματοκιβωτίων (container terminal)» εκτός του «ΣΕΜΠΟ», που παραχώρησε στην κινεζική εταιρεία για εκμετάλλευση και αποκλειστική χρήση. H συμφωνία αυτή περιέχεται στο Ν. 3755/2009 και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 52/Τεύχος Α΄/30-03-2009

Στο λιμάνι του Πειραιά πραγματοποιούνται οι εξής δραστηριότητες: Η διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων (container terminal), η διακίνηση αυτοκινήτων (car terminal), η ακτοπλοΐα, η κρουαζιέρα και ναυπηγοεπισκευές. Από αυτές η πρώτη είναι με διαφορά η πιο κερδοφόρα και σύμφωνα με εκτιμήσεις είναι υπεύθυνη για το 60-70% των συνολικών εσόδων του. Επομένως από τη στιγμή που η Cosco έχει εδώ και χρόνια την ενυπόγραφη δέσμευση του ελληνικού Δημοσίου για μονοπώλιο στη μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων, μειώνεται αισθητά το οικονομικό κίνητρο κάποιου άλλου επενδυτή να διεκδικήσει το λιμάνι του Πειραιά.

Σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, η μόνη περίπτωση να δημιουργηθεί άλλο container terminal στον Πειραιά είναι να δώσει η Cosco την συγκατάθεση της, κάτι που φυσικά η κινεζική εταιρεία δεν έχει λόγο να κάνει. Ακόμα όμως κι αν υποθέσει κανείς ότι ένας άλλος υποψήφιος επενδυτής θα ήταν πρόθυμος να διεκδικήσει δυναμικά θέση στο λιμάνι του Πειραιά και να προχωρήσει σε συμφωνία με την Cosco για να άρει το μονοπώλιο και να δημιουργήσει ένα δεύτερο container terminal, δεν θα μπορούσε να την ανταγωνιστεί πραγματικά, λόγω της χαώδους διαφοράς στη χωρητικότητα των Προβλητών. Συγκεκριμένα οι Προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ μπορούν να διαχειριστούν μέχρι 3,7 εκ. Εμπορευματοκιβώτια, ενώ η Προβλήτα Ι (που υποθετικά θα ανήκει σε κάποια ανταγωνιστική εταιρεία) μόλις 700 χιλιάδες. Άρα ένας δεύτερος επενδυτής που θα επιθυμούσε να καταθέσει τελική προσφορά θα έπρεπε πρώτα να υπολογίσει α) τις προθέσεις της Cosco για «βοήθεια» και β) το τεράστιο ανταγωνιστικό μειονέκτημα στον τομέα που αποφέρει τα περισσότερα έσοδα στο λιμάνι του Πειραιά

Η Cosco θα πληρώνει τον εαυτό της

Μέχρι στιγμής ισχύει το εξής απλό: Η Cosco καταβάλλει ετησίως ένα ενοίκιο για την εκμετάλλευση των Προβλητών ΙΙ και ΙΙΙ που κατέχει από το 2009. Τα χρήματα αυτά πληρώνονται στον ΟΛΠ Α.Ε. , όπως προβλέπει η Σύμβαση παραχώρησης και στη συνέχεια, όσο ο Οργανισμός είναι δημόσιος, στο ελληνικό κράτος.

Από την στιγμή όμως που ο Οργανισμός θα περάσει στα χέρια ιδιώτη, η Cosco δεν θα πληρώνει πια το ελληνικό κράτος για την εκμετάλλευση μέρους του λιμανιού, αλλά θα καταβάλλει χρήματα στον νέο ιδιοκτήτη του ΟΛΠ, δηλαδή… στον εαυτό της! Πρόκειται για ένα ποσό που πλέον υπερβαίνει τα 35 εκατ. ευρώ ετησίως (36.387.368 εκατ. ευρώ ήταν το 2014). Αν υποθέσουμε ότι η προσφορά της Cosco θα παραμείνει στα επίπεδα που έχουν δημοσιοποιηθεί. με απλά μαθηματικά θα έχει κάνει απόσβεση του ποσού που προσφέρει σήμερα για το 51% του ΟΛΠ σε μερικά χρόνια, μόνο από τα ενοίκια που θα αποφύγει να πληρώσει στο ελληνικό κράτος.

Κάτι που σημαίνει, ότι το Δημόσιο μολονότι θα λάβει ένα σημαντικό ποσό άμεσα (το οποίο θα καταλήξει στη «μαύρη τρύπα» του χρέους), πιθανότητα θα βγει αισθητά ζημιωμένο από την συμφωνία. Η αποφυγή του ετήσιου ενοικίου προσφέρει ακόμα ένα πλεονέκτημα στην Cosco σε σχέση με τους ανταγωνιστές της, καθώς έχει την ευχέρεια να καταθέσει υψηλότερη προσφορά, γνωρίζοντας ότι στην πραγματικότητα αυτά απλά θα αλλάζουν τσέπη.

Ο «φιλικός διακανονισμός»

Στα τέλη του 2014 υπογράφεται ο «φιλικός διακανονισμός» μεταξύ ΟΛΠ και Cosco, με άξονα την νέα επένδυση 230 εκατ. ευρώ της Cosco στο δυτικό τμήμα της Προβλήτας ΙΙΙ. Στην αρχική συμφωνία το ελληνικό κράτος αποφάσισε να απαλλάξει την εταιρεία από την υποχρέωση καταβολής ενοικίου για το συγκεκριμένο τμήμα, ενώ αντικατέστησε το «ελάχιστο εγγυημένο τίμημα» που προέβλεπε η αρχική Σύμβαση, με την καταβολή ποσού που θα προκύπτει από την «ελάχιστη εγγυημένη κίνηση», του λιμανιού. Για τους παραπάνω λόγους το Ελεγκτικό συνέδριο απέρριψε αρχικά τη συμφωνία, ενώ μετά από αίτηση ανάκλησης της ΣΕΠ Α.Ε. (θυγατρική της Cosco) την αποδέχθηκε υπό όρους. Η εταιρεία τελικά υποχρεώθηκε να πληρώνει το ενοίκιο της,  κερδίζοντας απλά μια αναστολή μέχρι το 2021, διάστημα για το οποίο το ενοίκιο της θα βασίζεται στην κίνηση που θα έχει το λιμάνι.

Το πρόβλημα εδώ, όπως τονίζουν πηγές του λιμανιού, είναι ότι η «ελάχιστη εγγυημένη κίνηση» δεν διασφαλίζει κάποιο πάγιο ποσό για τον ιδιοκτήτη του ΟΛΠ και μπορεί να μεταβάλλεται ανάλογα με τις επιλογές της Cosco. Αυτήν την στιγμή η Cosco καταβάλει στο Δημόσιο ποσά που προκύπτουν αφενός από τα εμπορεύματα που διακινούνται στο λιμάνι και αφετέρου από τον τζίρο της. Αυτή η συνεχής μεταβολή των εσόδων από τα σημεία του λιμανιού που κατέχει η κινεζική εταιρεία, μολονότι καθόλα πλέον νόμιμη, δυσκολεύει την εκπόνηση ενός μελετημένου master plan από κάποιον επενδυτή, ενώ αφήνει αναπάντητο το ερώτημα σχετικά με το πώς θα διαμορφωθούν τα οικονομικά δεδομένα μετά το 2021, όταν λήγει η ευνοϊκή ρύθμιση για την Cosco.

Φοροαπαλλαγές και αβεβαιότητα

Ένας ακόμη παράγοντας που φαίνεται ότι απώθησε άλλους υποψήφιους αγοραστές είναι και οι προαναφερόμενες φοροαπαλλαγές που έδωσε το ελληνικό κράτος στην Cosco το 2009 κι έκτοτε, παρά τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις διαφορετικές κυβερνήσεις που μεσολάβησαν, δεν έχει πάρει πίσω. Σε αυτές τις φοροαπαλλαγές είχε αναφερθεί το TPP σε προηγούμενη έρευνα του, ενώ μέχρι σήμερα η κυβέρνηση δεν έχει απαντήσει στο ερώτημα εάν έχει υποβάλλει, όπως όφειλε μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου 2015, πληροφορίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση για το συνολικό ποσό που πρέπει να ανακτηθεί, λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχει λάβει και σχεδιάζει να λάβει για να συμμορφωθεί με την απόφαση αλλά και έγγραφα που αποδεικνύουν ότι ο ΣΕΠ και η μητρική του εταιρεία Cosco έχουν διαταχθεί να επιστρέψουν την ενίσχυση. Η τελική προθεσμία που έχει το ελληνικό κράτος για να συμμορφωθεί με την απόφαση της Ε.Ε είναι η 15 Φεβρουαρίου.

Πηγές του TPP εκτιμούν ότι η υπόθεση αυτή είναι πιθανό να έβλαψε τον ανταγωνισμό για το πακέτο του ΟΛΠ με δύο τρόπους:

  • Το ελληνικό κράτος με τις επιλογές του να προσφέρει και στη συνέχεια να μην απαιτήσει επιστροφή των φοροαπαλλαγών δείχνει «μεροληψία» προς την Cosco
  • Η μετέωρη υπόθεση επιστροφής των παράνομων φοροαπαλλαγών δημιουργεί αβεβαιότητα σχετικά με τα έσοδα της κινεζικής εταιρείας κι επομένως το ποσό που θα καταβάλλει στον ιδιοκτήτη του λιμανιού (συν το ενδεχόμενο να ζητήσει κάποιου τύπου επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας του 2009, αφού ορισμένοι όροι θα έχουν αλλάξει)

Η Cosco λοιπόν βγήκε πρώτη σε μια «κούρσα για έναν» γιατί αφενός έχει διασφαλίσει, με ποικίλους τρόπους, τα συμφέροντα της στο λιμάνι του Πειραιά εδώ και μερικά χρόνια, αφετέρου η παρουσία της έκανε δύσκολη την οποιαδήποτε σοβαρή ανάμειξη και διεκδίκηση του πακέτου του ΟΛΠ από άλλον επενδυτή. Δεν είναι μόνο ο διαγωνισμός για την ιδιωτικοποίηση του λιμανιού του Πειραιά όμως που έφτασε να θεωρείται «τυπική» διαδικασία. Είναι και η διαπραγμάτευση των όρων του.