Μπορείτε να κατεβάσετε την συνέντευξη σε Full HD εδω: 1ο μέρος | 2ο μέρος | 3ο μέρος


Σχετικά με τη «βελούδινη αποχώρησή του» στο τέλος του 2014, εξηγεί ότι από τα μέσα του 2013, αντίρροπες δυνάμεις μετασχηματίζουν σταδιακά την προγραμματική ή την κυβερνητική κατεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως τονίζει, είχε εκτιμήσει ότι η πορεία του κόμματος αποκλίνει από το πρόγραμμα που ψηφίστηκε το 2013  και πολύ περισσότερο από τα προγραμματικά κείμενα στις εκλογές του 2012 και παλαιότερα.

Υπήρχε ενιαία πορεία από το 2000 με τον Χώρο Διαλόγου και Κοινής Δράσης της Αριστεράς μέχρι τις εκλογές του 2012, ανέφερε, χαρακτηρίζοντας τις εκλογές του Μαΐου του 2012 ως μεγάλο σεισμό στο πολιτικό σύστημα, αλλά και στην ελληνική κοινωνία. «Κάτι πολύ μεγάλο συνέβη» τόνισε, εξηγώντας ως εξής:

«Σε αυτή την περίοδο, ο ΣΥΡΙΖΑ οικοδομεί ένα πρόγραμμα, συνδέεται με τον κόσμο. Αυτό το πρόγραμμα είναι εξαιρετικά ριζοσπαστικό και ρεαλιστικό. Χάρη σε αυτό, αλλά και τη σύνδεση με τον κόσμο, την παρουσία του παντού στις κινητοποιήσεις, καταφέρνει το μεγάλο γεγονός να είναι αξιωματική αντιπολίτευση και να διεκδικεί την κυβέρνηση. Από εκεί και πέρα αρχίζουν κάποιες αντίρροπες δυνάμεις, οι οποίες έχουν πλέον μετασχηματίσει την προγραμματική ή την κυβερνητική κατεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ, από τα μέσα ή τα τέλη του 2013, οπωσδήποτε από τα τέλη του 2014».

Διαπραγμάτευση εντός πλαισίου

Για την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, της οποίας ήταν επικεφαλής και η οποία διαλύθηκε τον Δεκέμβριο του 2013, ανέφερε ότι ποτέ δεν αξιοποιήθηκε. Όπως είπε ο Γ. Μηλιός, μία από τις βασικές θέσεις της αποτέλεσε το ότι δεν θα υπήρχε αίσιο τέλος στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές και επομένως θα έπρεπε η κυβέρνηση της Αριστεράς να είναι έτοιμη να εφαρμόσει το πρόγραμμά της, ακόμα και χωρίς συμφωνία.

Τελικά, κυριάρχησε μία αντίληψη ότι «αν διαπραγματευτούμε εντός πλαισίου, είναι πολύ πιθανόν να έρθουμε σε συμφωνία», εξήγησε. Ωστόσο, όπως είπε, «ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε ως πολιτικό κόμμα που ήθελε να εκπροσωπήσει τα κινήματα και τις λαϊκές τάξεις, τους φτωχούς, την εργατική τάξη, τους αυτοαπασχολούμενους της επιβίωσης, αυτή τη μερίδα της κοινωνίας που είναι πλειοψηφική».

«Θεωρούσε ότι μέσα στην κρίση είναι ασύμβατα τα συμφέροντα της μεγάλης επιχειρηματικότητας και του κεφαλαίου, για αύξηση του κέρδους, με μία στρατηγική που θέλει να προτάξει τις ανάγκες των πολλών και της κοινωνίας. Διότι η αύξηση του κέρδους πάντα, αλλά ιδιαίτερα μέσα στην κρίση, σημαίνει μείωση του κόστους ανά μονάδα προϊόντος, που σημαίνει λιτότητα», επισήμανε και πρόσθεσε:

«Είχαμε εκτιμήσει ότι στην Ελλάδα και στην Ευρώπη κατ’ επέκταση, οι κυρίαρχοι κύκλοι, οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ, που δεν είναι μόνο τα πρόσωπα των κομμάτων, αλλά είναι και οι κορυφές των μέσων μαζικής ενημέρωσης, του κρατικού μηχανισμού, θα έχουν μία δογματική εμμονή στις στρατηγικές της λιτότητας και του νεοφιλελευθερισμού, διότι αυτό αντιστοιχεί στις πραγματικές ανάγκες μέσα στην κρίση, αλλά και στις ανάγκες των ελίτ, της μειοψηφίας, των κυρίαρχων τάξεων. Δεν θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει συμβιβασμός, παρά μόνο μέσα από την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης. Δηλαδή να επιβληθεί μία αλλαγή πολιτικής με τη δύναμη των πολλών, των κινημάτων, του λαού».


Από το πρόγραμμα αναδιανομής…

Για τη φορολογική μεταρρύθμιση, εξήγησε ότι στηριζόταν στην ιδέα ότι από κάπου θα έπρεπε να βρεθούν οι πόροι για στήριξη του κοινωνικού κράτους.

«Αυτό σήμαινε ένα πρόγραμμα αναδιανομής εισοδήματος και πλούτου πρώτα από όλα, αλλά κατ’ επέκταση και εξουσίας και δύναμης στην ελληνική κοινωνία», εξήγησε.

«Η μία λογική λέει να αντιστρέψουμε την πορεία. Η άλλη λογική λέει ότι ως οικονομία, όλοι, πληττόμαστε από την κρίση. Πρέπει να τη διαχειριστούμε με τέτοιο τρόπο, ώστε να υπάρχει ανάπτυξη. Ανάπτυξη όμως είναι μια έννοια πολύ συγκεχυμένη αν δεν της βάλεις τους προηγούμενους προσδιορισμούς και αφήνει μέσα στο πλαίσιό της να αναπτύσσονται πολιτικές που εκλαμβάνουν την ανάπτυξη ως μείωση του κόστους και αύξηση του κέρδους», επισήμανε.

«Αλλά δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι ίδια για όλους: Αυτό που για κάποιους αποτελεί κόστος, για την άλλη μερίδα αποτελεί το βιοτικό τους επίπεδο. Και αυτή η δεύτερη μερίδα αποτελεί την πλειοψηφία», τόνισε ο πρώην επικεφαλής του τμήματος Οικονομίας του ΣΥΡΙΖΑ.

…στην παραγωγική ανασυγκρότηση

«Είδαμε μία μετατόπιση του προγράμματος από την αναδιανομή του ΣΥΡΙΖΑ στην ανάπτυξη και απλώς βρέθηκε μια άλλη λέξη -επειδή όλα τα κόμματα μιλούσαν για ανάπτυξη, ώστε να εμφανιστεί ως κάτι διαφορετικό-, η παραγωγική ανασυγκρότηση».

Ωστόσο, όπως είπε, στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου του 2015, είδαμε τη μειοψηφία με μεγάλο φανατισμό να ψηφίζει το Μνημόνιο, υπό το όνομα «Σχέδιο Γιούνκερ». «Είδαμε με μεγάλο φανατισμό να υποστηρίζουν αυτό το σχέδιο της λιτότητας. Αυτή η μειοψηφική μερίδα από άποψη ισχύος ήταν μεγαλύτερη και επέβαλε την άποψή της».

Για τον ρόλο των προσώπων, στη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, ανέφερε ότι οι άνθρωποι είναι το σύμπτωμα. «Η αλλαγή γίνεται μέσα στο κόμμα. Κανείς από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είχε την ικανότητα να βγει και να πει αμέσως μετά τις εκλογές, 'συμφωνούμε με το 70% του μνημονίου'.

»Ο Βαρουφάκης ήταν ικανός να το πει με δεδομένη την ιστορία και την πορεία του. Επομένως, η επιλογή του έκφραζε κάτι πολύ συγκεκριμένο», τόνισε.

Σχετικά με το «ορθολογικό επιχείρημα» ότι η λιτότητα είναι λάθος επιλογή για όλους, και ότι γι’ αυτό, πρέπει να πείσουμε για το ότι είναι ανάγκη να την εγκαταλείψουμε στο πλαίσιο μιας διαπραγμάτευσης, τόνισε ότι όποιος το επικαλείται, «βρίσκεται σε μια διαφωτιστικού τύπου αυταπάτη και το αποτέλεσμα είναι ότι θα βρεθεί εκεί. Θα βρει μπροστά του τον τοίχο», είπε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, επισήμανε ότι σε μία τέτοια περίπτωση, δεν θα έχει πάρει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να μην φτάσει στον τοίχο και τότε τελικά θα πει ότι δεν υπήρχε εναλλακτική λύση.

Δεν είναι το νόμισμα

Σε ερώτηση για το αν συζητήθηκε επαρκώς το ζήτημα του νομίσματος, απάντησε ότι δεν είναι θέμα νομίσματος: «Δεν νομίζω ότι η κοινωνική πλειοψηφία στην Τουρκία περνάει καλύτερα ή έχει να αντιμετωπίσει άλλες πολιτικές, επειδή είναι σε άλλο νόμισμα. Η λογική του νομίσματος βασίζεται σε μία αντίληψη υποτίμησης και εξαγωγικής ανταγωνιστικότητας. Η υποτίμηση θα ψαλιδίσει την αγοραστική δύναμη των φτωχών. Ποιος βεβαιώνει ότι τα κέρδη θα μετασχηματιστούν σε αυξημένους μισθούς;

»Άλλο είναι να πεις ότι έχω ένα πρόγραμμα και δεν υποχωρώ και αν δω ότι δεν ακολουθούμαι από ένα κίνημα στήριξης και αλλαγών σε όλη την Ευρώπη, ενώ βρίσκομαι σε κλοιό, θα δω τι θα κάνω, αν θα φύγω ή θα μείνω στο νόμισμα ή στην ΕΕ. Και άλλο να ξεκινάς από το νόμισμα, χωρίς να θέτεις το ερώτημα, για ποιόν, προς όφελος ποίου; Επιπλέον, αν αποχωρούσε οποιαδήποτε χώρα, ακόμα και μικρότερη από την Ελλάδα, όπως η Μάλτα ή Κύπρος, από τη ζώνη του ευρώ, τότε θα είχαμε κατάρρευση όλης της Ευρωζώνης».


Χωρίς συμφωνία

Μαζί με άλλους είχαμε προτείνει άλλη οπτική, άλλη στρατηγική, θα έπρεπε να πορευτούμε για μεγάλη διάρκεια χωρίς συμφωνία, σημείωσε για να προσθέσει: «Έχουμε την ευθύνη ότι δεν μπορέσαμε να πείσουμε».

Σχετικά με τη σημασία της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου, τόνισε ότι η Ελλάδα έδωσε τη συγκατάθεσή της ότι στο εξής, τίποτα δεν θα γίνεται χωρίς τη συγκατάθεση της τρόικας.

Επιπλέον, σύμφωνα με τον Γ. Μηλιό, η κυβέρνηση υπέγραψε αυτή τη συμφωνία παραιτούμενη από τις δόσεις, τις οποίες όφειλαν οι δανειστές από τον Αύγουστο του 2014. «Αυτό υπονομεύει το μέλλον, την αλλαγή πολιτικής, προοιωνίζει το επόμενο μνημόνιο», ανέφερε και πρόσθεσε:

«Ο ΣΥΡΙΖΑ διαπραγματευόταν εντός πλαισίου, αναζητώντας φύλλο συκής. Δηλαδή ποιό φύλλο συκής; Να μείνουν τα πράγματα ως είχαν πριν τις εκλογές. Το πρόγραμμα του κόμματος δεν ήταν αυτό. Ήταν άμεση επαναφορά κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και αντίστοιχα της κατώτατης σύνταξης, επαναφορά συλλογικών διαπραγματεύσεων, ενίσχυση της επιθεώρησης εργασίας για την καταπολέμηση της μαύρης εργασίας, συνεταιριστικά σχήματα κλπ.

Υπήρχε εναλλακτική;

Το «γεια σας» είναι εκβιασμός που χρησιμοποιήθηκε και στις προηγούμενες κυβερνήσεις, ανέφερε σχετικά με το Grexit. «Πηγαίναμε με δεδομένο αυτό τον εκβιασμό, επομένως αυτό δεν είναι επιχείρημα. Είναι προσχηματικό, οδηγεί στη διάλυση της Ευρωζώνης. Δεύτερο είναι το επιχείρημα των υπέρτερων δυνάμεων, το οποίο δεν αποκαλύφθηκε επίσης ξαφνικά και την τελευταία στιγμή. Πρόκειται για μεταστροφή, η οποία αποτυπώνεται και σε επίσημα κείμενα της πρώτης περιόδου.

»Άλλαξε η λογική για την κατάσταση της κοινωνίας. Κυκλοφόρησε επίσημο κείμενο από το υπουργείο Οικονομικών, επί Γιάννη Βαρουφάκη, το οποίο εγκωμιάζει τα προηγούμενα Μνημόνια. Πήγαινες σε συμβιβασμό ή τοίχο».

Παράλληλα, ο Γ. Μηλιός υπενθύμισε ότι η τρόικα είναι το ΔΝΤ και η ΕΚΤ και όχι μόνο οι υπουργοί Οικονομικών: «Ήταν εκβιασμός για να επέλθει συμφωνία».

Επιπλέον, όπως ανέφερε, η διαπραγμάτευση δεν αξιοποίησε τον πλούτο ή τους πόρους που είχε το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ. «Είχε φτιαχτεί άλλη δομή, άλλη ομάδα, που συντονιζόταν από το ‘Γραφείο του Προέδρου’. Υπήρχε σχετική αυτονόμηση αυτής της επιτελική δομής, που μπορούμε πλέον να την κρίνουμε. Δεν αξιοποιήθηκε το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ούτε οι επεξεργασίες που είχαν να κάνουν με το τμήμα οικονομικής πολιτικής», κατέληξε.

Η απόφαση για το δημοψήφισμα

Ως προς την απόφαση για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, τόνισε ότι από τη μεριά των δανειστών δεν γινόταν πλέον αποδεκτό ούτε το φύλλο συκής: «Δηλαδή η διατήρηση της κατάστασης όπως είναι, όλα τα επιτεύγματα των κυρίαρχων τάξεων και των ελίτ στα χρόνια του Μνημονίου να διατηρηθούν, χωρίς να βαθύνουν ακόμα περισσότερο. Θεωρώ ότι αυτό ζητούσε η διαπραγματευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο εγώ αποκαλώ φύλλο συκής. Και δεν δινόταν ούτε αυτό. Εκεί πάρθηκε η απόφαση για το δημοψήφισμα».

Πάντως, χαρακτήρισε το πολιτικό γεγονός ως το κορυφαίο της νεότερης ιστορίας της μεταπολιτευτικής περιόδου, «διότι οι ψηφοφόροι πήραν την ευκαιρία για να δηλώσουν τον δυναμισμό τους με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, ότι διεκδικούν μία άλλη κοινωνία». «Το είδαμε στο δημοψήφισμα, παρότι ήταν ήδη το αποτέλεσμά του υπονομευμένο, επειδή είχε ήδη γίνει αίτηση προς τον ESM για το νέο δάνειο», σχολίασε.

«Μεγάλο μέρος των μελών του ΣΥΡΙΖΑ το είδαν επίσης, μαζί με τον κόσμο, σαν μια μεγάλη ευκαιρία για να ξεκινήσει μια νέα πορεία», τόνισε. «Βεβαίως», συνέχισε, «εμβαπτίστηκε στη λεγόμενη εθνική ενότητα την επόμενη μέρα, δηλαδή σε αυτή την ουτοπία περί κοινών συμφερόντων αυτών που θέλουν να κόψουν το κόστος, δηλαδή τους μισθούς και εκείνων που δεν θέλουν να συνεχιστεί η λιτότητα».

«Για να αλλάξουμε ρότα, θα έπρεπε να υπάρχει άλλη βούληση αξιοποίησης του αποτελέσματος από την κυβέρνηση», εξήγησε ο Γ. Μηλιός: «Είδαμε πάρα πολύ γρήγορα βήματα τα οποία έμοιαζαν να είναι από τα πριν σχεδιασμένα: Σύγκλιση συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, ψηφοφορία στη Βουλή, το 61,3% ΟΧΙ μετασχηματίστηκε σε 83% ΝΑΙ».


Ο ΣΥΡΙΖΑ υλοποιεί το Μνημόνιο

Ως προς τη βασική διακήρυξη, ανέφερε ότι θα έπρεπε να παραμένει το τέλος της λιτότητας και των Μνημονίων και μια διαδικασία κοινωνικού μετασχηματισμού προς όφελος των πολλών. «Αυτή τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ εκ των πραγμάτων, δεν εκφράζει μια τέτοια πορεία, διότι υλοποιεί την αντίθετη στρατηγική, το Μνημόνιο», ανέφερε.

Επισήμανε ωστόσο, ότι υπάρχει ένας ευρύτερος χώρος Αριστεράς που αποτελείται είτε από κομματικούς σχηματισμούς, όπως είναι η ΛΑΕ, το ΚΚΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είτε από ανένταχτους, ενώ υπάρχουν διεργασίες για δημιουργία νέων σχηματισμών: «Έχω μια πεποίθηση ότι μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι και ότι ένα σχέδιο ανατροπής, όπως το έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα σχέδιο πολιτικής για την κοινωνική πλειοψηφία μπορεί να υπάρξει».

Ο πόλεμος ήταν προβλεπόμενος

Για τα capital controls, τόνισε ότι ο πόλεμος ήταν προβλεπόμενος: «Δεν θα έπρεπε να υπάρξει κανενός είδους συμφωνία χωρίς χρηματοδότηση από την άλλη πλευρά. Θα έπρεπε η κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή, από τον Φεβρουάριο, να σταματήσει να πληρώνει τις δόσεις προς την ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Από τότε φάνηκε ότι η άλλη πλευρά ξεκινά τον πόλεμο. Αντίθετα, η κυβέρνηση έδωσε πάνω από 7 δισ. ευρώ, δηλαδή πάνω από 3% του ΑΕΠ, σε τόκους και χρεολύσια χωρίς να πάρει ούτε ένα ευρώ από τα οφειλόμενα. Αυτό ήταν μέγα σφάλμα και είχε να κάνει με την αντίληψη ότι ‘θα τα βρούμε’. Ότι αν διαπραγματευόμαστε εντός πλαισίου, τελικά, επειδή είμαστε καλοί μαθητές θα μας επιβραβεύσουν. Αλλά δεν πάει έτσι».

Όπως εξήγησε, αυτή η πολιτική εξάντλησε τα αποθέματα του Δημοσίου, αλλά και τα περιθώρια πολιτικής. Παράλληλα, τόνισε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να έχει επιβάλλει ελέγχους κεφαλαίων πριν φύγουν τα 44 δισ. ευρώ από τους τραπεζικούς λογαριασμούς.

Ως προς το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, σημείωσε ότι αποτελεί την πρώτη επίσημη καταγραφή της στροφής, καθώς απουσιάζει εντελώς από αυτό η αναδιανομή και το πρόγραμμα κοινωνικής οικονομίας, κάτι που το καθιστά πολύ πιο συντηρητικό από το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ.


Μετά τη συνθηκολόγηση

Σε ερώτηση σχετικά με την τελευταία εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, απάντησε ότι «μερίδα του κόσμου απογοητεύτηκε πλήρως, κάτι που εκφράστηκε μέσω της αποχής, ενώ άλλη, σε συνθήκες ήττας, μπήκε στη λογική του μικρότερου κακού».
Διευκρίνισε πάντως ότι «το δυναμικό υπάρχει, η δυνατότητα αυτός ο κόσμος να κάνει ανατροπές υπάρχει και θα εκδηλώνεται». «Από εκεί και πέρα», τόνισε, «μέσα σε συνθήκες έκπληξης και ήττας κρίνει με τα δεδομένα που έχει μπροστά του».

Ως προς την Αριστερά, επισήμανε ότι οι άλλοι πόλοι, «οι δύο που έχουν σχέση με τον κοινοβουλευτικό χώρο –ΚΚΕ και ΛΑΕ- και ο τρίτος, που δεν έχει καταφέρει να έχει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, -ΑΝΤΑΡΣΥΑ-, δεν έπεισαν ότι αποτελούν εναλλακτική λύση»: «Δεν πείστηκε ο κόσμος πως η λύση περνάει μέσα από το νομισματικό θέμα κυρίως και όχι από την οργάνωση των αγώνων», εκτίμησε.

Μπορεί να ανατραπεί αυτή η πορεία;

«Ο κόσμος πρέπει να ξαναπιστέψει στις δυνάμεις του. Να φύγει από τη λογική της ανάθεσης, στην οποία μπήκε μετά τις εκλογές του 2012, σύμφωνα με την οποία αρκεί το να ψηφίσει την άλλη κυβέρνηση για να λυθούν τα προβλήματα. Θα ήταν αλλιώς αν ο κόσμος ήταν συνεχώς στον δρόμο. Πρέπει να γίνουν και άλλες διεργασίες προς αυτή την κατεύθυνση», είπε χαρακτηριστικά.

Πρέπει κάτι να ψηφίσει ο κόσμος, σημείωσε, απαντώντας σε ερώτηση, «αλλά αν αυτό δεν γίνει μέσα από τους αγώνες, δεν θα έχει αξιοπιστία», διευκρίνισε: «Έτσι πρέπει να ερμηνεύσουμε το ότι ένα κόμμα του 4,5% πήγε εκεί που πήγε. Επειδή κατάφερε να συνδεθεί με τους αγώνες. Στον σεισμό του Μαΐου του 2012 ήταν εκεί, με όσα είχε κάνει και όσα είχε πει».

Η θετική εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ

Σχετικά τέλος με την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ των θετικών στοιχείων, αναφέρθηκε στην ενότητα: «Να αναζητούμε αυτό που μας ενώνει, παρά τις διαφορές. Έχουμε μία τεχνική, μία πεποίθηση ότι αυτό μπορεί να ξαναγίνει. Μιλάω για την Αριστερά, γενικότερα».

Το δεύτερο στοιχείο που επισήμανε είναι «η εμμονή στο κοινωνικό στοιχείο»: «Η κρίση δεν είναι κάτι που ενώνει κεφάλαιο και εργασία, όπως δήλωσε κάποτε ο Βαρουφάκης. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Οι αντιθέσεις στην κρίση βαθαίνουν περισσότερο».

Το τρίτο στοιχείο στο οποίο έκανε αναφορά, ήταν το ζήτημα της Δημοκρατίας και «της προτεραιότητας στον κόσμο». «Η Αριστερά έχει υποφέρει από τους ηγεμονισμούς και τα κλειστά σχήματα», επισήμανε.

«Ο ΣΥΡΙΖΑ έφερε και τα τρία αυτά στοιχεία στο παρελθόν στην ελληνική Αριστερά. Έχει επηρεάσει και έχει επηρεαστεί. Πάρα πολλά τα άντλησε από τον κόσμο», είπε.

Μπορεί να γίνει ξανά

«Όταν έγιναν οι πλατείες -κορυφαίο γεγονός, μπορεί να πέρασε από τις πλατείες πάνω από το ¼ του πληθυσμού-, είχαν αίτημα ’όχι κόμματα εδώ και όχι συνδικάτα’. Αυτό το αίτημα δήλωνε ότι έρχονται καινούργια στρώματα στις κινητοποιήσεις. Είναι έξω από τον ‘λαό’ των κομμάτων της Αριστεράς, των κομμάτων, των κινητοποιημένων. Είναι καινούργια στρώματα που μπήκαν και υπάρχει αυτό το δυναμικό. Δεν είναι απολίτικη αυτή η τάση, διότι οι άνθρωποι αυτοί έκαναν πολιτική.

»Χρειάζεται ένα δέσιμο που θα αναδείξει νέα πρόσωπα και νέες ηγεσίες. Έχω σήματα που δείχνουν ότι πρέπει να φύγουμε από την κατάθλιψη, να είμαστε αισιόδοξοι, μπορεί να γίνει ξανά», κατέληξε ο Γ. Μηλιός.