Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη

Ή μήπως είναι πιο εύστοχο να τολμήσουμε να ρωτήσουμε, επιτέλους, τι είναι Λογικό σ’ αυτήν την Ευρώπη του παραλογισμού; Και να αραδιάσουμε ταυτόχρονα, δίπλα στη ρητορική μας ερώτηση, τις εκατόμβες των θυμάτων της αράγιστης Λογικής των λογής-λογής ολοκληρωτισμών. Να συνταιριάξουμε ακόμη δίπλα, το άφθονο αίμα ή τις θάλασσες του ανθρώπινου πόνου, για να αφήσω στην άκρη τα «επιστημονικά» βασανιστήρια των ζώων ή τη λεηλασία της φύσης. Στ’  αλήθεια, πόσο Λογικά είναι όλα αυτά ή μήπως αρκεί η επίκληση της Λογικής που τα απενοχοποιεί και τα αθωώνει; Και να φτάσουμε, τέλος, ίσαμε τις μέρες μας: να δούμε αν είναι Λογική, όλη ετούτη η μνημονιακή γαλέρα στην οποία ναυτολογηθήκαμε όλοι με το στανιό.     

 
Ε λοιπόν, θέλω πολύ να ταρακουνήσω όλους όσους συνεχίζουν να πιστεύουν ακράδαντα σε μια γραμμική και απαρέγκλιτη πορεία της Ιστορίας που κατευθύνεται με ταχύτητα προς ό,τι φαντασιώνονται ότι συνιστά Πρόοδο ή τελική λύση, να σκουντήξω με μια γερή αγκωνιά όσους αυταπατώνται για την επικυριαρχία του Ορθολογικού επί των σκοτεινών δυνάμεων.Ξέρεις φίλε, το Ανορθολογικόείναι, όχι μόνο προ των πυλών, μα τις έχει ήδη διαβεί με όλη την ορμή και το ποδοβολητό μιας Μεσαιωνικής λεγεώνας, έστω κι αν είναι περιτυλιγμένο σε συσκευασία υψηλής ευκρίνειας, έστω κι αν οι λεγεωνάριοι κρατούν στα χέρια τους πανάκριβα smartphones. 
 
«Η λογική είναι μια έμμονη ιδέα των ψυχιάτρων», θα σαρκάσει ο Νίκος Καρούζος. Λογικό, είναι ό,τι χρήσιμο, ωφέλιμο και αποτελεσματικό για την πάρτη μου, άντε και για την κοινωνία, θα απαντήσει αμήχανα ο κάθε νοικοκυραίος. Λογικός, είναι ένας στόχος καθ’ εαυτός, αν αναφέρεται στη μεγιστοποίηση του υποκειμενικού κέρδους και ταυτόχρονα στην ελαχιστοποίηση του υποκειμενικού κόστους. Τελεία και παύλα. Δίχως ερωτηματικά και άλλα σημεία στίξης. Τα υπόλοιπα μοιάζουν αφελείς δονκιχωτισμοί, ανώριμοι ρομαντισμοί, παιδιάστικες ανοησίες.  
 
Αν δεν το πήρες χαμπάρι, πάει καιρός, που η Λογική, ο Ορθός Λόγος, αντικαταστάθηκε από ένα ratio, έναν γκατζετάδικο ορθολογισμό. Ένα λογικό black&decker, που σου τρυπάει το «είναι» για να «έχεις». Πρόκειται για ένα είδος Ορθολογισμού, για την ακρίβεια, μια έκπτωση του Ορθολογισμού,  καθώς με μανία υπολογίζουμε την οικονομικότερη προσαρμογή των μέσων σ’ ένανιδιοτελή και υστερόβουλο σκοπό. Η μέγιστη αποδοτικότητα, η καλύτερη σχέση κόστους/ωφέλειας(cost-benefitanalysisπου λένε και στην Κρήτη),είναι το κριτήριο της νέας Λογικής μας. Μια κατ’ εξοχήν ανορθολογική Αρχή περιστρέφει, υποκινεί τον υπαρξιακό πυρήνα μας κι ύστερα καλεί την Λογική να την υπηρετήσει…αλλά με ορθολογικό τρόπο. Σαν να ερωτεύεται κανείς ένα πορτοφόλι με βυζιά ή μια τσέπη με πέος ή ένα κιλό οργασμού… και να επιμένει ότι ερωτεύεται. 
 
Να γιατί μας είναι σχεδόν αδύνατον να συσχετίσουμε τον Έρωτα με τη Λογική. Ο Έρωτας δεν είναι χρήσιμος, δεν είναι ωφέλιμος, κατά πάσαν πιθανότητα δεν είναι και αποτελεσματικός, ενώ είναι βέβαιο πως μια στοιχειώδης costbenefitanalysis,δεν μπορεί παρά να μας αποτρέψει από ένα decisionmaking πλήρους και ανιδιοτελούς εμπλοκής. Τον, ως εκ τούτου εξορθολογισμένο Έρωτα, οι άνθρωποι του καιρού μου ονομάζουν «Αγάπη».  Η Αγάπη, ως εκλογικευμένος Έρωτας εργαλειακής απόλαυσης και αυταρέσκειας, που συνιστάται πλέον από 29 κατασκευαστές ψυχικών πλυντηρίων μικροαστισμού και νοικοκυροσύνης.
 
Κι αν με ρωτάς τι είναι εκείνο που θα ήθελα διακαώς να με ωθεί να ερωτεύομαι, θα σου έλεγα πως είναι η στέρησή μου, το λίγο μου,  τα ερωτηματικά μου.Και αμέσως αντιλαμβάνομαι πως κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου, μα καθόλου, Λογικό, σε αντίθεση, φαντάζομαι, με όλους αυτούς που σπρώχνονται στον έρωτα από πλούτο, από περίσσιαδύναμη ή απ’ τα λαμπερά θαυμαστικά τους. 
 
Θα ήθελα, το όνομα της να είναι ο ήχος που κάνει το πρόσωπο της,καθώς αποσπάται από το συμπαγές σύνολο των γυναικείων προσώπων γύρω μου. Αποσπάται από κει, για να μεταφερθεί στη συνείδηση μου και να γίνει ο κόσμος μου. Τα ίδια και απαράλλαχτα, αν ήθελα να δηλώνω ερωτευμένος με την πατρίδα μου. Το όνομα της είναι ήδη μια γέννηση. Για την ακρίβεια, είναιμια πρόσκληση σε γεννητούρια, καθώς με αφυπνίζει μέσα μου και με καλεί στο φως. Ένας Έρωτας που κάνει τον κόσμο Φαινόμενο. Να γιατί, η Λογική αρχίζει με τον  Έρωτα, στον αντίποδα ακριβώς της κυρίαρχης αντίληψης που ταυτίζει τον Έρωτα με την ά-λογη αναποτελεσματικότητα. Και να γιατί, μόνο μέσα από την βιωματική ψηλάφηση του Έρωτα, μπορεί να προσεγγίσει κανείς τον κυρίαρχο συστημικό ανορθολογισμό πουπαριστάνει τη Λογική.
 
Αλλά, ξέρεις,στον Έρωταταυτόχρονα το όνομα της με ακρωτηριάζει, πιστοποιεί το μισερό μου, το λειψό μου, με αποσπά βίαια από την αγκαλιά της εγωκεντρικής φύσης μου, από τον ναρκισσιστικό μου Παράδεισο.   Το όνομα της. μου επισημαίνει την έσχατη αναγκαιότητα, τη μέγιστη ανελευθερία: την επίγνωση του θανάτου μου, την περατότητα της ύπαρξης μου και κυρίως την έκθεση μου σ’ έναν κόσμο εχθρικό, όπου κάποιος Άλλος μπορεί να προφέρει κι αυτός το όνομα της! Κάποιος άλλος, μπορεί να γεννηθεί και αυτός και το όνομα της να γίνει ο κόσμος του, διαλύοντας τον δικό μου. Καταλαβαίνεις φαντάζομαι τώρα, γιατί υποψιάζομαι ότι δεν είμαι καθόλου ερωτευμένος με τον Τόπο μου: γιατί κάποιος Άλλος, όχι μόνο γεννιέται αυτός τώρα και το όνομα του τόπου μου γίνεται ο δικός του κόσμος, αλλά ασελγεί κατ’ επανάληψη στο κορμί του, στο χώμα του, στο «είναι» του, κι εμένα δεν μου καίγεται καρφί. Το αυτί μου ιδρώνει άντε σε κανά ΕΝΦΙΑ, το πολύ. Εκεί, όπου η «Λογική» ανάλυση με βγάζει ζημιωμένο.    
 
Ίσως και να με διευκολύνει κάπως ότι, κάπως έτσι, σε κάθε Έρωτα,  το όνομα της, ο Λόγος της,σημαίνει ταυτόχρονα την αυτονομία μου, αλλά και την αυτοεξορία μου. Το όνομα της,σημαίνει την απόσταση, την ασυνέχεια, το σπαραγμό και τη ρήξη ανάμεσα σε μένα και σε κείνην. Ανάμεσα στο δικό μου και στο ξένο. Στον εαυτό μου και στο αλλότριο. Ανάμεσα στο «εγώ» και στο «εσύ».
 
Το όνομα της, ο Λόγος της, είναι στ’ αλήθεια μια αβάσταχτη πανουργία. Μια δαιμόνια πονηριά. Ένας δόλος. Γιατί, τώρα το ξέρω καλά, δεν είναι μονάχα φως, αλλά είναι ταυτόχρονα και μια έλλειψη. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, πως στον δικό μας αρχαίο κόσμο ο Έρωτας είναι παιδί του Πόρου και της Πενίας. Είναι αυτή η κουφάλα η Πενία, η εκπρόσωπος της ένδειας, της έλλειψης και της στέρησης που μεθά με δόλιο τρόπο τον Πόρο, τον μέγιστο εκφραστή της πληρότητας και τον εξωθεί στην γενετήσια ένωση μαζί της. Το «μη-είναι» ενώνεται ανορθολογικά με το «είναι».  Ο Έρωτας είναι το όριο που θέλουμε να ξεπεράσουμε για να σπάσουμε την ασυνέχεια και την απόσταση που μας καταθλίβει. Αλλά, την ίδια στιγμή, δεν θέλουμε να σπάσουμε το όριο, γιατί κάτι τέτοιο σημαίνει την απώλεια της αυτοσυνειδησίας μας, του ίδιου μας του εαυτού. Λες και η ανάγκη μας για αυτοεπιβεβαίωση, η αυτοεπιβεβαιωτική μας τάση όπως λέει ο Καίσλερ, είναι σε μόνιμη ρήξη με την αυθυπερβατική μας τάση, την ανάγκη μας για συμμετοχή, κοινωνία και Έρωτα. 
 
«HomoSapiens-HomoΣάπιος», όπως θα ορίσει και πάλι ο Καρούζος. Η σοφία του ανθρώπου, ο Λόγος του, είναι την ίδια στιγμή η Έλλειψη του, η σαπίλα του.Και ό,τι «εκπαιδευτήκαμε» στο πλαίσιο της δυτικής μας παιδείας να καταγγέλλουμε ως  ανορθολογικό, όπως ο μύθος, το μυστήριο, το μεταφυσικό, είναι κι αυτό ένας λόγος που ζητάει να βγει έξω και ο έρμος δεν μπορεί. Είναι ένας Έρωτας που ασφυκτιά και καταπνίγεται, γιατί δεν μας μοιάζει Λογικός. Είναι μια επ-ανάσταση που δεν εκδηλώνεται, γιατί οι συνθήκες της δεν ωρίμασαν ακόμη. Είναι ένας Φόβος που παριστάνει τη σύνεση.  
 
Μάλλον η αλήθεια είναι, ότι ο δυτικός εργαλειακός Ορθολογισμός κατήγγειλε μεν όλες τις παραδοσιακές μορφές καταπίεσης και εκμετάλλευσης, εξευτελισμού και αλλοτρίωσης, όχι για να οδηγήσει στην ελευθερία «από», αλλά για να δημιουργήσει καινούργιους μύθους που θα εγκλωβίσουν τον άνθρωπο στην «ελευθερία» των μάταιων επιλογών «για να». Και δεν υπάρχει μεγαλύτερο παραμύθιασμα απ’ αυτό που προειδοποιεί, ότι η Λογική σταματά εκεί όπου αρχίζει ο Έρωτας. Το αντίθετο μάγκα μου. Κι’ όμως, το αντίθετο ακριβώς. Η Λογική αρχίζει με τον Έρωτα. Οι ανέραστοι των ελίτ το γνωρίζουν στο πετσί τους, αλλά μην περιμένεις να στο αποκαλύψουν. Κινδυνεύουν να τα γαμήσουμε όλα…