Η αγωγή αυτή κατατέθηκε στο Μπράουνσβαϊγκκαι είναι η μεγαλύτερη έως σήμερα νομική δοκιμασία της εταιρείας στη Γερμανία, μετά από ένα κύμα αγωγών στις ΗΠΑ για το ίδιο σκάνδαλο. Στην αγωγή τονίζεται ότι η Volkswagen απέτυχε να δημοσιοποιήσει έγκαιρα πληροφορίες για το σκάνδαλο των εκπομπών ρύπων.
 
Η νέα αγωγή κατατίθεται περίπου έξι μήνες μετά την παραδοχή από τη Volkswagen για το παράνομο λογισμικό στα πετρελαιοκίνητα  αυτοκίνητά της για να εξαπατά τους ελέγχους εκπομπών αερίων, ένα σκάνδαλο που εξαπλώθηκε σε όλη την παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία. Το δικαστήριο του Μπράουνσβαϊγκ δημοσιοποίησε την περασμένη εβδομάδα ότι εκκρεμούν 65 υποθέσεις για το θέμα αυτό. Η γερμανική εταιρεία πρέπει να αντιμετωπίσει έναν μεγάλο αριθμό αγωγών στις ΗΠΑ  αλλά και ποινικές διώξεις σε διάφορες χώρες.
 
Επειδή η Volkswagen δεν θέλησε να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις για έναν διακανονισμό και δεν θα παραιτηθεί του δικαιώματός της για τον προβλεπόμενο χρόνο παραγραφής, έπρεπε να γίνει η υποβολή της αγωγής, τόνισε ο δικηγόρος Αντρέας Τιλπ, ο οποίος εκπροσωπεί επενδυτές σε πολλές γερμανικές υποθέσεις που αφορούν θέματα διαφάνειας στην κεφαλαιαγορά.
 
Μεταξύ των εναγόντων στη νέα υπόθεση κατά της VW περιλαμβάνονται επενδυτές από την Αυστραλία, την Αυστρία, τη Δανία, τον Καναδά, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ιαπωνία, το Λουξεμβούργο, την Ολλανδία, τη Νορβηγία, τη Σουηδία, την Ελβετία, τη Βρετανία, τις ΗΠΑ και την Ταϊβάν. 
 
Ανάμεσα στους ενάγοντες περιλαμβάνονται, επίσης, και 17 γερμανικές εταιρείες διαχείρισης επενδύσεων καθώς και ασφαλιστικές εταιρίες και το Ασφαλιστικό Ταμείο Δημοσίων Υπαλλήλων της Καλιφόρνια, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα στις ΗΠΑ, δήλωσε ο Τιλπ.
 
Άλλοι 20 θεσμικοί επενδυτές, που ζητούν πάνω από 1 δισ. ευρώ, βρίσκονται σε συζητήσεις με την εταιρεία για μία νέα αγωγή, δήλωσε ο Τιλπ, ο οποίος κατέθεσε την πρώτη ατομική υπόθεση μετόχου κατά της VW την 1η Οκτωβρίου.