του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη

Αν θυμάμαι καλά ο πρώτος υπερήρωας που έφτιαξε το σινεμά ήταν ο περίφημος «Μασίστας» στην ιταλική υπερπαραγωγή Καμπίρια του Παστρόνε το 1914. Μετά το όνομα «Μασίστας» έγινε συνώνυμο του πολύ δυνατού, λίγο θηριώδους άνδρα. Το 1918 ο αμερικάνικος κινηματογράφος γύρισε την πρώτη ταινία με ήρωα τον Ταρζάν.

Ο Ταρζάν είχε πρωτοπαρουσιαστεί από τον Έντγκαρ Ράης Μπάροους τον Οκτώβριο του 1912 στο περιοδικό «The all story» και πρωτοβγήκε σε βιβλίο το 1914. Σε κείνη την πρώτη ταινία λεγόταν «Tarzan the apeman» και ο πρώτος Ταρζάν ήταν ο Elmo Linkoln, βουβή ταινία, την οποία ακολούθησαν καμιά διακοσαριά ακόμα ταινίες μέχρι σήμερα με ήρωα τον Ταρζάν, όπου το βασιλιά της ζούγκλας ερμήνευσαν ως σήμερα συνολικά 22 ηθοποιοί μαζί με τον φετινό.

Ας μην αναφερθούμε στο πόσα βιβλία κυκλοφόρησαν από τότε μέχρι σήμερα, με ήρωα τον Ταρζάν, σε πόσες ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές σειρές υπήρξαν, σε πόσα θεατρικά έργα ή σε πόσα παιχνίδια στο ίντερνετ ήταν πρωταγωνιστής ο βασιλιάς της ζούγκλας. Ο Ταρζάν ήταν πάντα τα τελευταία 100 χρόνια αναπόσπαστο κομμάτι αυτού που λέμε ποπ κουλτούρας. Και πάντα ήταν νικητής, σε κάθε καινούρια γενιά, με ένα καινούριο πρόσωπο. Φυσικά πρέπει να πούμε εδώ πως ο πιο δημοφιλής Ταρζάν όλων των εποχών ήταν ο Τζόνι Βαϊσμίλερ «Johnny Weissmuller», ολυμπιονίκης με 5 χρυσά και ένα χάλκινο μετάλλιο στις Ολυμπιάδες του ’24 και ’28.

Ο ολοκαίνουριος Ταρζάν βγαίνει στους ελληνικούς κινηματογράφους σήμερα Πέμπτη, με τίτλο «Ο θρύλος του Ταρζάν», που υπογράφει σκηνοθετικά ο Ντέηβιντ Γέητς, και που τον ερμηνεύει ο 22ος στη σειρά από το 1918 Ταρζάν, ο Αλεξάντερ Σκάρσγκαρντ. Όμορφος και αθλητικός, όπως οφείλει να είναι κάθε Ταρζάν που σέβεται τον εαυτό του. Από το υπόλοιπο καστ που είναι εξαιρετικό, αξίζει να θυμηθούμε τον Κριστόφ Γουόλτζ στο ρόλο του «κακού του έργου» που πραγματικά δίνει ρεσιτάλ.

Πρόκειται για μια μεγάλη παραγωγή, που στοίχισε πάνω από 160 εκατομμύρια δολάρια και που μεταφέρει τον Ταρζάν από το Λονδίνο, όπου έχει επιστρέψει, μαζί με τη σύζυγό του πλέον Τζέην, ως κόμης του Γκρέης Στόουκ πίσω στη ζούγκλα του Κογκό, που κινδυνεύει από τους Βέλγους αποικιοκράτες του βασιλιά Λεοπόλδου. Μεγάλη παραγωγή, με πολλά εφέ, με όλα τα ζώα φτιαγμένα ψηφιακά -επίτηδες πιστεύω- φτιαγμένα όχι με ρεαλιστικό αλλά με καρτουνίστικο, παραμυθένιο τρόπο, για να έχει η ταινία και το στοιχείο του παραμυθιού, συγχρόνως με ένα πολιτικό σχόλιο, πάνω στην αποικιοκρατία – όσο μπορεί να έχει βέβαια κάτι τέτοιο μια ταινία του Ταρζάν – οικολογικά σχόλια, αλλά και το απαραίτητο στοιχείο περιπέτειας αλλά και χιούμορ όπου χρειάζεται.

Η ταινία βέβαια είναι πάνω απ’ όλα ψυχαγωγική με ένα μεγάλο φινάλε, όπου τα… ζώα της ζούγκλας δίνουν τη λύση, με τον Ταρζάν να ξεκινάει ως ένας αξιοπρεπής κόμης, για να γυρίσει στο φινάλε, μαζί με τη Τζέην ξανά στη ζούγκλα, προφανώς απηυδισμένος από τον πολιτισμό.

Ο καινούριος Ταρζάν καταφέρνει να αναπαλαιωθεί και συγχρόνως να εκσυγχρονιστεί, χωρίς να χάσει τα στοιχεία της γοητείας του, που τον έχουν κάνει αγαπημένο σε τόσες γενιές. Αυτό το στοιχείο, πρέπει να πω, της αναπαλαίωσης και συγχρόνως του εκσυγχρονισμού ενός παλιού κινηματογραφικού ήρωα, τα έχω συναντήσει πετυχημένα μόνο στην περίπτωση της ανάλογης προσπάθειας στον Κινγκ Κονγκ, πριν μία δεκαετία. Δηλαδή, χωρίς να προσπαθήσει κάποιος να μεταφέρει στο σήμερα έναν ήρωα, που έτσι κι αλλιώς ανήκει σε άλλη εποχή και σε άλλο κόσμο, να τον μεταφέρει στη σημερινή εποχή, αλλά απλώς να τον τοποθετήσει στην εποχή του, μπολιάζοντας στη δική του εποχή, τις ιδέες και τις απόψεις του σήμερα. Η πραγματική ιστορία που έγραψε ο Μπάροουζ πριν από 104 χρόνια μιλάει για ένα μωρό, που χάνεται στη ζούγκλα, το μεγαλώνουν γορίλες και κάποια στιγμή το βρίσκουν και επιστρέφει στον πολιτισμό και ξαναγίνεται ο κόμης Γκρέης Στόουκ. Εδώ τα πράγματα αρχίζουν ακριβώς από την επιστροφή στην Αγγλία, βλέπουμε σε φλας μπακ το παρελθόν του και από κει και πέρα βλέπουμε την πορεία του ήρωα.

Ένα καινούριο ξεκίνημα για τον Ταρζάν που κινηματογραφικά θα γίνει 100 ετών σε δύο χρόνια, και μία ταινία αντάξιά του.