του Μάνου Μανουσάκη*

Οι πολλές και συγκλίνουσες κρίσεις της ΕΕ αποδυνάμωσαν το ηγεμονικό πολιτικό στρατόπεδο της λιτότητας, το οποίο πλέον δεν είναι τόσο ισχυρό όσο το καλοκαίρι του 2015. Αποτέλεσμα αυτών των μετατοπίσεων είναι καταρχήν η δυνατότητα απαίτησης χαμηλότερων δημοσιονομικών πλεονασμάτων και πριν το 2019, δηλαδή,  η δυνατότητα της αναθεώρησης της επιβεβλημένης στο ελληνικό κράτος «συμφωνίας» του 2015 (σχετικό άρθρο μου εδώ).
 
Δεν είναι όμως μόνο το ύψος των δημοσιονομικών πλεονασμάτων και η συνεπαγόμενη ρύθμιση του χρέους τα κρίσιμα στοιχεία για την πορεία της οικονομίας και οιμόνες σημαντικές  πολιτικέςπροκλήσεις. Οι νέες συνθήκες, αλλά και η ταχύτητα των εξελίξεων καθιστούν επιτακτική την άμεση παραγωγή αριστερής μεταρρυθμιστικής πολιτικής σε τομείς που δεν αφορούν άμεσα τα δημοσιονομικά μεγέθη. Η πολιτική αντιπαράθεση με τις «μεταρρυθμίσεις» που επιβάλει το στρατόπεδο της λιτότητας (ιδιωτικοποιήσεις, περικοπές κοινωνικών δαπανών, απολύσεις, μειώσεις μισθών κτλ), έχει πιθανότητα επιτυχίας μόνο αν αντιπροταθεί ένα πλέγμα εναλλακτικών παρεμβάσεων λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες και τις δυνατότητες που δημιουργούν. Αυτό το άρθρο επιχειρεί να συμβάλει με τρεις συγκεκριμένες προτάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση.
 
Η πρώτη άμεσα αναγκαία μεταρρύθμιση αφορά στη δημόσια διοίκηση. Οι παρεμβάσεις των δύο πρόσφατων νόμων του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και η απεξάρτηση της διαδικασίας απόδοσης των κονδυλίων του ΕΣΠΑ από τους ρουσφετολογικούς μηχανισμούς  δίνουν ένα θετικό στίγμα ως προς τις γενικές προθέσεις της κυβέρνησης. Η σημερινή συγκυρία όμως απαιτεί ακόμη πιο τολμηρές παρεμβάσεις. Χρειάζονται ριζοσπαστικές τομές που να αλλάξουν τον προσανατολισμό και τους στρατηγικούς στόχους της δημόσιας διοίκησης, και των δημόσιων υπηρεσιών συνολικά, προς μια «πολιτο-κεντρική» κατεύθυνση.
 
Η μεταρρύθμιση αυτή μπορεί να ξεκινήσει από τη διεπαφή του μηχανισμού της δημόσιας διοίκησης με τους πολίτες. Η πλήρης ψηφιοποίηση των συναλλαγών των πολιτών με τις δημόσιες υπηρεσίες (και όχι μόνο των δημοσίων υπηρεσιών μεταξύ τους), η συνεπαγόμενη κατάργηση κάθε εξωτερικής διακίνησης έντυπου εγγράφου και η συγκέντρωση των πιστοποιητικών σε βάσεις δεδομένων κοινά προσβάσιμες από τις δημόσιες υπηρεσίες είναι παρεμβάσεις που σήμερα είναι τεχνικά εφικτό αλλά και άμεσα αναγκαίο να ολοκληρωθούν. Όταν υλοποιηθεί αυτή η δέσμη παρεμβάσεων τα πιστοποιητικά κάθε τύπου θα εκδίδονται ηλεκτρονικά και όταν μια δημόσια υπηρεσία έχει εκδώσει (ηλεκτρονικά) ένα πιστοποιητικό δεν θα χρειάζεται ο πολίτης να ζητήσει εκ νέου την έκδοση του για να το παράσχει σε μια άλλη υπηρεσία, όπως γίνεται σήμερα.  Η μεταρρύθμιση αυτή θα επιφέρει: α) την άμεση αποσυμφόρηση των δημοσίων υπηρεσιών, και β) την δυνατότητα ανακατανομής των δημοσίων υπαλλήλων σε υπηρεσίες «πρώτης γραμμής εξυπηρέτησης» που καλύπτουν επείγουσες ανάγκες για τις οποίες δεν πρέπει να περιμένει ο πολίτης για να εξυπηρετηθεί. Οι επιδράσεις μπορούν να είναι αλυσιδωτές: Η δημιουργία σημείων εξυπηρέτησης πολιτών σε κάθε δημόσια υπηρεσία για θέματα που δεν εντάσσονται στην ηλεκτρονική διακίνηση εγγράφων θα βελτιώσει σημαντικά την εμπειρία εξυπηρέτησης του πολίτη, θα μειώσει δραστικά το χρόνο εξυπηρέτησης του, και υπό προϋποθέσεις μπορεί να αποτελέσει το πρώτο τεχνικό βήμα για την ελαχιστοποίηση τωνπελατειακών σχέσεων πολιτών-υπαλλήλων.
 
Για να ολοκληρωθεί αυτή η παρέμβαση είναι απαραίτητη η καταγραφή όλων των διαδικασιών εξυπηρέτησης του πολίτη με βάση τα σημερινά δεδομένα. Στη συνέχεια οι διαδικασίες αυτές πρέπει να ελεγχθούν με βασικό κριτήριο το επίπεδο της υπηρεσίας που παρέχεται στον πολίτη και να τεθούν στόχοι βελτίωσης του επιπέδου αυτού. Η ανάγκη για ανάπτυξη νέων διαδικασιών που θα είναι σχεδιασμένεςλαμβάνοντας σοβαρά υπόψη την εμπειρία του πολίτη θα προκύψει στις περισσότερες περιπτώσεις. Αυτή και μόνο η διαδικασία (υλοποιούμενη από κάτω προς τα πάνω με τη συμμετοχή των ίδιων των πολιτών μέσω της καταγραφής της εμπειρίας τους)  μπορεί να οδηγήσει έως τη βελτίωση της δομής της δημόσιας διοίκησης συνολικά, αλλά σίγουρα καταρχήν θα οδηγήσει στην εμπέδωση μιας νέας, πολιτο-κεντρικής νοοτροπίας στη δημόσια διοίκηση.
 
Για να γίνει όμως εφικτή μια τόσο μεγάλη αλλαγή στην νοοτροπία της διοίκησης απαιτείται μια εξίσου ριζική ανατροπή στη στελέχωση της ηγεσίας της σε όλα τα επίπεδα, από το επίπεδο του γενικού γραμματέα έως το επίπεδο του προϊσταμένου τμήματος. Η συνέχεια της αξιοκρατικά επιλεγμένης διοίκησης που νομοθετήθηκε πρόσφατα είναι σημαντική. Η ταχύτητα όμως των τεχνολογικών εξελίξεων, οι νέοι τρόποι συνεργασίας που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια στην παραγωγική διαδικασία αλλά και στην παραγωγή νέων ιδεών και οραμάτων, οι νέες τεχνικές δυνατότητες άμεσης οριζόντιας οργάνωσης της εργασίας σε ομάδες έργων, και το πνεύμα συνεχούς καινοτομίας και μετασχηματισμού που έχει η νέα, ψηφιακά μορφωμένη, γενιά επιβάλλεται πλέον να εισαχθούν στην κουλτούρα της διοίκησης των δημόσιων υπηρεσιών.
 
Η πειραματικού χαρακτήρα εμπειρία ανάληψης σημαντικών ευθυνών από νέους σε ηλικία και σε χρόνια υπηρεσίας υπαλλήλους από τους πρώτους μήνες της κυβέρνησης μετά τον Ιανουάριο του 2015 ήταν εξαιρετικά θετική. Υπάρχει σήμερα στα υπουργεία και στους δημόσιους οργανισμούς μια γενιά ικανών νέων ανθρώπων που είτε έχουν θητεύσει στην εθνική σχολή δημόσιας διοίκησης, είτε προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα, διαθέτουν την έμπνευση, αλλά έχουν και την προσωπική ανάγκη να αλλάξουν την καθημερινότητα του δημοσίου. Η πολιτο-κεντρική μεταρρύθμιση που θα υλοποιηθεί από τη νέα γενιά θα ωθήσει τους πολίτες να υπερασπιστούν επιθετικά μια δημόσια διοίκηση που θα υπηρετεί τις ανάγκες τους ως κεκτημένο της ποιότητας της ζωής τους και θα αποκρούσει τη βασική ιδεολογική επίθεση του νεοφιλελεύθερου πολιτικού στρατοπέδου της λιτότητας ενάντια σε κάθε τι δημόσιο.
 
Η δεύτερη μεταρρύθμιση αφορά στην κοινωνική οικονομία. Η παρατεταμένη ύφεση και η αναγκαστική υπερφορολόγηση για να εξυπηρετηθεί το δημόσιο χρέος έχουν οδηγήσει στη συρρίκνωση των μικρών επιχειρήσεων και στην οικονομική ασφυξία των αυτοαπασχολούμενων. Ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουν τα συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα είναι υπαρξιακός. Η συντελούμενη συγκέντρωση του κεφαλαίου σε πολλούς οικονομικούς κλάδους σε λίγες μεγάλες επιχειρήσεις που επιβιώνουν από την κρίση, δημιουργεί νέα δεδομένα τα οποία είναι αδύνατο να παρακαμφθούν. Η πολιτική απάντηση στην πραγματικότητα της ανεργίας και του μαρασμού αυτών των κοινωνικών στρωμάτωνμπορεί να είναι η θεσμική και οικονομική ενίσχυσησυνεργασίας των μικρών επιχειρήσεων, των αυτοαπασχολούμενων και των άνεργων νέων σε σχήματα κοινωνικής επιχειρηματικότητας, συνεταιρισμούς και συνεργατικές επιχειρήσεις.
 
Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα. Η αλληλεγγύη και συνεργασία που έχουν επιδείξει οι μικρές επιχειρήσεις τα τελευταία χρόνια παραμένει στο επίπεδο της αντιμετώπισης των χειρότερων πτυχών της κρίσης, με αποκορύφωμα την αλληλεγγύη στους πρόσφυγες στην οποία συμμετείχαν αθόρυβα σε σημαντικό βαθμό.Είναι όμως κατανοητά δύσκολο να εμπεδωθεί αυτή η προοπτική συνεργασίας στις παραγωγικές δραστηριότητες. Για να αποκτήσει έρεισμα στα πληττόμενα μικρομεσαία στρώματα αλλά και στη νεολαία η κατεύθυνση της κοινωνικής συνεταιριστικής επιχειρηματικότητας είναι αναγκαίο να γίνουν θεσμικές παρεμβάσεις που να καθιστούν σαφές σε όλους ότι η ενίσχυση της αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή.
 
Ήδη από το 2011 υπάρχει σχετικό νομικό πλαίσιο, το οποίο πλαισιώνεται σήμεραμε τις σχετικές παρεμβάσεις στον νέο αναπτυξιακό νόμο και την κατανομή των κονδυλίων ΕΣΠΑ, αλλά τα προβλήματα παραμένουν.Είναι απαραίτητες επιπλέον παρεμβάσεις α) στις δυνατότητες χρηματοδότησης, β) στηνπριμοδότηση των συλλόγων εργαζόμενων για την εκμετάλλευση των εταιρειών που εργάζονται όταν αυτές κλείνουν, γ) στην εισαγωγή κριτηρίων κοινωνικής ανταποδοτικότηταςστους διαγωνισμούςδημοσίων προμηθειώνώστε να ευνοούνται κοινωνικές επιχειρήσεις, και δ) στην πολιτική αναβάθμιση του στόχου ενίσχυσης της αξίας που παράγεται από τον κλάδο της κοινωνικής οικονομίας. Η δημιουργία χρηματοδοτικών εργαλείων προνομιακών για την κοινωνική συνεταιριστική επιχειρηματικότητα, πιθανόν από την χρήση πόρων από την «αξιοποίηση» της δημόσιας περιουσίας που προορίζονται για επενδύσεις, η συνεργασίαμε συνεταιριστικές επιχειρήσεις, συνεταιρισμούς καταναλωτών αλλά και πιστωτικά συνεταιριστικά ιδρύματα που λειτουργούν με επιτυχία στην Ευρώπημε σκοπό τη χάραξη στρατηγικής, η δημιουργία πολιτικής δομής σε ένα από τα βασικά παραγωγικά υπουργείαείναι  κάποιες από τις εφικτές θεσμικές παρεμβάσεις που θα δώσουν την αίσθηση στους παραγωγικούς φορείς και στους νέουςότι πράγματι επίκειται ένας μετασχηματισμός στο οικονομικό τοπίο,ο οποίος θα τους βοηθήσει να αποφύγουν τον αποκλεισμό. Οι πολιτικές παρεμβάσεις υπέρ της κοινωνικής οικονομίας θα ωθήσουν τα στρώματα αυτά  να στραφούν στην κοινωνική συνεταιριστική επιχειρηματικότητα, ακριβώς για να είναι «κύριοι του εαυτού τους» με συλλογικούς και δημοκρατικούς όρους. Η αναβάθμιση της κοινωνικής οικονομίας ως εναλλακτικής και βιώσιμης οικονομικής προοπτικής θα βοηθήσει επιπλέον στηνυπονόμευση της ιδεολογίας του κοινωνικού αυτοματισμού και κανιβαλισμού που ηγεμονεύει τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά και του φασισμού που ιστορικά έχει αναπτυχθεί επανειλημμένα σε οικονομικές συνθήκες δομικά ανάλογες με τις σημερινές.
 
Η τρίτη μεταρρύθμιση αφορά στην ψηφιακή οικονομία. Αποτελεί κοινό τόπο ότι συντελείται εδώ και δύο δεκαετίες περίπου μια παραγωγική επανάσταση. Η ψηφιοποίηση των επικοινωνιών και της παραγωγής οπτικοακουστικού περιεχομένου αποτέλεσε το πρώτο στάδιο αυτής της επανάστασης στις παραγωγικές δυνάμεις. Στη συνέχεια ακολούθησε η δημιουργία των κοινωνικών δικτύων που απελευθέρωσε την ενημέρωση, δημιούργησε νέες αγορές και δυνατότητες συνεργασίας μεταξύ ατόμων και συλλογικών φορέων. Το επόμενο στάδιο, το λεγόμενο διαδίκτυο των πραγμάτων (internetofthings) θα σαρώσει κάθε τι που θεωρείται δεδομένο στην αυτοματοποιημένη παραγωγή αλλά και στις τραπεζικές συναλλαγές, την παραγωγή ενέργειας, τη μετακίνηση, τους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων και σετελική ανάλυση κάθε πτυχή της ζωής. Το σύνολο της οικονομίας, και όχι μόνο κάποιοι κλάδοι της, όπως σήμερα θεωρείται για τους κλάδους πληροφορικής και επικοινωνιών, θα χαρακτηρίζεται  πλέον ψηφιακή οικονομία.
 
Η ετοιμότητα της χώρας γι’αυτές τις αλλαγές θα αποτελέσει κριτήριο για την κατηγορία στην οποία θα βρεθεί στο μέλλον σε ότι αφορά το επίπεδο της ποιότητας της ζωής των πολιτών. Αν στο παρελθόν ήταν αναγκαία η ανάπτυξη των παραδοσιακών υποδομών μεταφορών και ενέργειας για την ανάπτυξη της κοινωνίας και της οικονομίας, σήμερα είναι εξίσου αναγκαία η λεγόμενη ψηφιακή ετοιμότητα. Η ψηφιακή ετοιμότητα αφορά την ύπαρξη των απαραίτητων υποδομών σε δίκτυα και πληροφοριακά συστήματα, την επάρκεια σε τεχνογνωσία του ανθρώπινου δυναμικού και το κυριότερο στη θέση που κατέχει η ψηφιακή οικονομία στους στόχους και το όραμα των πολιτικών δυνάμεων για την ανάπτυξη της χώρας και στον τρόπο που αντανακλάταιη θέση αυτή στις πολιτικές δομές. Σύμφωνα με το Global In formation Technology Report 2016 του World Economic Forum, στις σταθερές ευρυζωνικές υποδομές η Ελλάδα βρίσκεται στην 28η από τις 139 ψηφιακά μετρήσιμες χώρες, ενώ στη σημασία που έχει η ψηφιακή τεχνολογία στις κυβερνητικές πολιτικές βρίσκεται στην 129η θέση από τις 139! Όση υποκειμενικότητα κι αν περιέχει η μέθοδος της μελέτης αυτής (που πάντως θεωρείται έρευνα αναφοράς για την ψηφιακή οικονομία) είναι σαφές ότι τα νούμερα δείχνουν μια σοβαρή έλλειψη.
 
Η δημιουργία γενικής γραμματείας ψηφιακής πολιτικής είναι ένα βήμα προς την κάλυψη αυτού του κενού. Σε μια εποχή που η κοινωνική καινοτομία παράγει συνεχώς νέες δραστηριότητες ή μετασχηματίζει υπάρχουσες με τη χρήση ψηφιακών πλατφορμών συνεργασίας, είναι απαραίτητο η πολιτική προσοχή να στραφεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Ένα πρώτο βήμα για την χάραξη ψηφιακής στρατηγικής μπορεί να είναι η πολιτική ενίσχυση της ψηφιακής οικονομίας που είναι διασπασμένη ως πολιτικός τομέας σε διάφορα υπουργεία (με ευθύνη και της αγοράς και των πολιτικών δυνάμεων που ηγεμόνευαν ως το ξέσπασμα της κρίσης).Ένα δεύτερο βήμα είναι η παροχή σοβαρών κινήτρων δημιουργίας επιχειρήσεων ψηφιακής οικονομίας απόνέους επιστήμονες στην Ελλάδα. Η Ελλάδα έχει τεράστιο δυναμικό νέων επιστημόνων οι οποίοι θα μπορούσαν να δημιουργήσουν με τα κατάλληλα κίνητρα μια δυναμική που να μετατρέψει την οικονομία της χώρας από οικονομία που βασίζεται στην κατανάλωση υπηρεσιών σε οικονομία που βασίζεται στην ψηφιακή καινοτομία. Ήδη στη βάση της κοινωνίας, στις παρέες των νέων άνεργων βράζει η δημιουργικότητα προς αυτήν την κατεύθυνση. Χρειάζεται να βρεθεί  ο τρόπος αυτή η δημιουργικότητα να ανθίσει και να δημιουργήσει γύρω της ένα πλέγμα δραστηριοτήτων με την ανάπτυξη της.
 
Η στρατηγική ψηφιακών μεταρρυθμίσεων απασχολεί ολοένα και περισσότερο τη διεθνή πολιτική σκηνή, και παράγονται ιδέες και προγράμματα που μπορούν να αποτελέσουν τροφή για σκέψη. Πρόσφατα το Εργατικό κόμμα της Μ. Βρετανίας ανακοίνωσε το «μανιφέστο ψηφιακής δημοκρατίας», ένα πρόγραμμα στο οποίο περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων η αναγνώριση της ευρυζωνικής πρόσβασης ως βασικό δημόσιο αγαθό, η δημιουργία ψηφιακής βιβλιοθήκης ανοικτής πρόσβασης, η πρόσβαση στον κώδικα του λογισμικού που χρησιμοποιεί το δημόσιο.Το σημαντικότερο ίσως στοιχείο αυτού του προγράμματος, που σχετίζεται με την κοινωνική οικονομία, είναι η θεσμική κατοχύρωση και ενίσχυση των συνεταιριστικών ψηφιακών πλατφορμών. Είναι από σήμερα εμφανές ότι η ψηφιακή πλατφόρμα ως μέσο παραγωγής, και ως τρόπος κοινωνικής οργάνωσης θα αποτελέσει το βασικό, πυρηνικό στοιχείο των μελλοντικών εξελίξεων και η πολιτική αντιπαράθεση σύντομα θα περιστρέφεται γύρω από τον τρόπο χρήσης της.
 
Οι τρεις οικογένειες μεταρρυθμίσεων που προτείνονται εδώ έχουν πολλές αναγκαίες προϋποθέσεις και στην υλοποίηση τους εμπλέκονται πολλοί δρώντες παράγοντες, αλλά σίγουρα έχουν και έναν κοινό παρονομαστή. Είναι οι νέοι και νέες που ζουν στη χώρα, είτε είναι Έλληνες-ίδες, είτε μετανάστες-ριες, και μπορούν με το δημιουργικό πάθος και τις ικανότητες τους να μεταμορφώσουν το δημόσιο, να δημιουργήσουν νέους τομείς οικονομίας και σε επίπεδο κλάδου και σε επίπεδο παραγωγικών σχέσεων, μπορούν να αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη δημιουργία ενός καλύτερου μέλλοντοςθέτοντας σε αμφισβήτηση το μοντέλο που τους έχει φέρει στη σημερινή δεινή θέση.
 
Προφανώς οι αριστερές μεταρρυθμίσεις, αυτές που θα δημιουργήσουν τον κορμό της κοινωνίας που θα έχει παραχθεί στο τέλος αυτής της κρίσης, δεν μπορεί να περιορίζονται μόνο σε τρεις τομείς. Το στοίχημα για όλους σήμερα είναι να συνδράμουν, ο καθένας και κάθε μία με τις δυνατότητες και τις δυνάμεις που έχει στην προσπάθεια για το μέλλον.
 
*Έχει διατελέσει γενικός γραμματέας του Υπουργείου Οικονομίας, σήμερα εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα.