Η ετήσια έκθεση του WEF για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών αφορά 144 χώρες και αναλύει τις ανισότητες μεταξύ των φύλων στο πεδίο της εργασίας, καθώς επίσης και στα πεδία της εκπαίδευσης, της υγείας και της πολιτικής. Η μελέτη φετινή καταδεικνύει ότι με τον τρέχοντα ρυθμό, οι ανισότητες μεταξύ των ανδρών και των γυναικών στην εργασία δεν θα εξαλειφθούν πριν από το 2234, δηλαδή σε 217 χρόνια, ενώ πέρυσι, ο χρονικός ορίζοντας που προβλεπόταν για την επίτευξη αυτού του στόχου ήταν 170 χρόνια.
 
Στο πεδίο της εργασίας το χάσμα μεταξύ των φύλων αυξάνεται για τέταρτη συναπτή χρονιά και πλέον έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2008, τονίζεται στην έκθεση.

Συνολικά, το 2017 καταγράφηκε εξάλλου «μια ανάσχεση, έπειτα από μια δεκαετία αργής, αλλά σταθερής προόδου όσον αφορά τη βελτίωση της ισότητας των φύλων, καθώς η απόκλιση μεταξύ των φύλων σε παγκόσμια κλίμακα αυξάνεται, για πρώτη φορά από τη δημοσιοποίηση της πρώτης έκθεσης το 2006», υπογραμμίζει το WEF.
Με τον τρέχοντα ρυθμό, θα χρειαστεί ένας αιώνας για να κλείσει το συνολικό χάσμα μεταξύ των φύλων, από 83 έτη την περασμένη χρονιά.«Εν έτει 2017, δεν θα έπρεπε να βλέπουμε την τάση της βελτίωσης της ισότητας (των φύλων) να αντιστρέφεται», επισήμανε μια από τις συγγραφείς της έκθεσης, η Σαάντια Ζαχίντι.

Πίσω από αυτή την υποχώρηση βρίσκεται η διεύρυνση του χάσματος μεταξύ ανδρών και γυναικών και στους τέσσερις πυλώνες που μελετούν οι ειδικοί. «Τα πεδία όπου οι ανισότητες μεταξύ των φύλων συνεχίζει να είναι πιο δύσκολο να ξεπεραστούν είναι η οικονομία και η υγεία», ενώ «το χάσμα στην πολιτική είναι εκείνο στο οποίο οι ανισότητες μεταξύ των φύλων είναι οι πιο κραυγαλέες και μπορεί να χρειαστούν 99 χρόνια για κλείσει», επισημαίνει το WEF.
 
Λαμβανομένων υπόψη των σημερινών τάσεων, το χάσμα των φύλων στο πεδίο της εκπαίδευσης αντίθετα μπορεί να εξαλειφθεί μέσα σε 13 χρόνια.

Το 2017, η δυτική Ευρώπη παρέμεινε η περιοχή με τις καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά τη μείωση των ανισοτήτων των φύλων, μπροστά από τη βόρεια Αμερική. Οι περιοχές της Μέσης Ανατολής και της βόρειας Αφρικής αντίθετα κατατάχθηκαν στις χαμηλότερες θέσεις.
 

Μεταξύ των κρατών της Ομάδας των Είκοσι (G20), η Γαλλία κατατάσσεται πρώτη σε ό,τι αφορά την ισότητα ανδρών-γυναικών, ακολουθούμενη από τη Γερμανία, τη Βρετανία, τον Καναδά, τη Νότια Αφρική και την Αργεντινή.

Στη γενική κατάταξη, στην οποία κυριαρχούν χώρες της βόρειας Ευρώπης – Ισλανδία, Νορβηγία, Φινλανδία – η Γαλλία κέρδισε έξι θέσεις και ανέβηκε στην 11η, χάρη κυρίως στην πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά την ισότητα στο πεδίο της πολιτικής. Το 2006, όταν δινόταν στη δημοσιότητα η πρώτη έκθεση, η Γαλλία βρισκόταν στην 70ή θέση.
 
Αντίθετα, οι ΗΠΑ έχασαν τέσσερις θέσεις και κατατάσσονται πλέον στην 49η θέση της γενικής κατάταξης, κυρίως λόγω της μείωσης της αντιπροσώπευσης των γυναικών στην πολιτική.
 

Η χειρότερη χώρα της ΕΕ για να είσαι γυναίκα

Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα αναδείχτηκε για ακόμη μία φορά, όπως είχε συμβεί και το 2010 και το 2012, τελευταία στην Ευρωπαϊκή Ένωση στα θέματα ισότητας φύλου,(με βαθμολογία 50 έναντι 66,2 κατά μέσο όρο στην Ε.Ε.), σύμφωνα με τον Δείκτης Ισότητας της EIGE, καθώς και το μοναδικό κράτος-μέλος που τη δεκαετία 2005-2015 επιδείνωσε τις επιδόσεις του σε τρεις τομείς: στο χρήμα (-1,2 μονάδες), στην υγεία (-1,5 μονάδες) και στον χρόνο (-1,5 μονάδες).

Σημειώνεται ότι σε πρόσφατο ψήφισμα της ΕΕ για την ισότητα γυναικών – ανδρών, που υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 14 Μαρτίου με 369 ψήφους υπέρ, 188 κατά και 133 αποχές, αποτυπωνόταν ότι εάν η Ευρώπη συνεχίσει με τον ίδιο ρυθμό προόδου στα θέματα ισότητας των φύλων, θα χρειαστούν ακόμη 70 χρόνια για να επιτευχθούν ίσες αμοιβές, 40 χρόνια για τον ίσο καταμερισμό των οικιακών εργασιών, 30 χρόνια για να φτάσει το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών στο 70% και ακόμη 20 χρόνια για την ισορροπία μεταξύ των φύλων στην πολιτική.
 
«Τα στοιχεία δείχνουν πως η Ευρώπη βρίσκεται στο μέσο της διαδρομής για την επίτευξη της ισότητας των φύλων. Σε πολλά θέματα, όπως η ίση αμοιβή, η ίση σύνταξη ή οι ευκαιρίες απασχόλησης, η κατάσταση είτε παραμένει στάσιμη είτε έχει οπισθοδρομήσει», τόνισε ο Ισπανός ευρωβουλευτής των Πρασίνων, Ερνεστ Ουρτασούν, εισηγητής της σχετικής έκθεσης.