Με τον Ούγγρο πρωθυπουργό, Βίκτορ Ορμπάν θα συναντηθεί την Πέμπτη η Γερμανίδα Καγκελάριος, Άγκελα Μέρκελ, την ώρα που ακροδεξιές ομάδες φαίνεται να περνάνε τη δική τους αντιμεταναστευτική πολιτική στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα, ο Χόρστ Ζεεχόφερ, ηγέτης των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), θα συναντηθεί με τον Καγκελάριο της Αυστρίας, Σεμπάστιαν Κουρτς.

Η ουγγρική εφημερίδα Magyar Idok, που πρόσκειται στην κυβέρνηση Ορμπάν, ανέφερε σε άρθρο της ότι «συνέβη κάτι πρωτοφανές: Η Άγκελα Μέρκελ ζήτησε να συναντηθεί με τον Βίκτορ Ορμπάν και όχι το αντίθετο». Και πρόσθεσε «ο άνεμος άλλαξε κατεύθυνση στην Ευρώπη», κάνοντας λόγο για «υποχώρηση» της Μέρκελ.

Οι δύο ηγέτες θα κάνουν δηλώσεις στους δημοσιογράφους στη 13:00 (14:00 ώρα Ελλάδας) μετά την πρώτη τους συνάντηση εδώ και σχεδόν τρία χρόνια.

Υπενθυμίζεται ότι στη σύνοδο Κορυφής για το προσφυγικό στις 28 και 29 Ιουνίου, ο Ορμπάν είχε δηλώσει ότι δεν επιθυμεί περαιτέρω «μετανάστευση», και ζήτησε να σταλούν πίσω «εκείνοι που έχουν μπει στην Ευρώπη». Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι χώρες του Βίσενγκραντ (Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία), διότι συμφώνησαν στην ανάγκη εντατικοποίησης των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, αλλά και την αποχή τους από τη «μίνι» σύνοδο κορυφής, που έγινε στις 24 Ιουνίου.

Την ίδια ώρα, στο εσωτερικό η Γερμανίδα καγκελάριος ήρθε σε συμβιβασμό με την ακροδεξιά πτέρυγα του κυβερνητικού συνασπισμού, το CSU, και δέχθηκε να τοποθετούνται σε κέντρα υποδοχής στα γερμανικά σύνορα όσοι πρόσφυγες έχουν ήδη καταγραφεί σε άλλη χώρα της ΕΕ και στη συνέχεια να απελαύνονται. Για να γίνει αυτό, πρέπει να καταλήξει σε διμερείς συμφωνίες με πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων η Ουγγαρία.

Ο συμβιβασμός ήρθε έπειτα από την ανακοίνωση της παραίτησης του Χορστ Ζεεχόφερ, υπουργού Εσωτερικών και ηγέτη του CSU, ενώ τελικά η παραίτηση ανακλήθηκε.

«Η σειρά των πραγμάτων μπορεί μόνο να είναι: διαπραγματεύσεις μεταξύ Αυστρίας και Γερμανίας, κατόπιν μεταξύ Αυστρίας και Ουγγαρίας και στο τέλος – και μόνο όταν η γερμανική θέση θα έχει αποσαφηνιστεί – διαπραγματεύσεις μεταξύ Ουγγαρίας και Γερμανίας» δήλωσε ο Ορμπάν.

Την Τετάρτη, τελεσίγραφο έστειλε το γερμανικό κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) προς την Καγκελάριο, ότι δεν θα παραμείνει στην κυβέρνηση συνασπισμού αν το CDU εφαρμόσει το σχέδιό δημιουργίας κλειστών κέντρων για τους πρόσφυγες στα σύνορα της χώρας. Για να υπάρξει σχετική σταθερότητα στο εσωτερικό της χώρας, η Αγκ. Μέρκελ πρέπει να λάβει την υποστήριξη και των δύο κομμάτων.

«Δεν μπορώ να υποσχεθώ ότι δεν θα υπάρξουν διαφωνίες για άλλα ζητήματα, όπως συμβαίνει όταν μια κυβέρνηση περιλαμβάνει τρία κόμματα» δήλωσε η Καγκελάριος σε ερώτηση για τη διάρκεια της κυβέρνησης της.

Αναφερόμενη στις συζητήσεις με τα κόμματα για τη μεταναστευτική πολιτική της χώρας, υπογράμμισε ότι «αυτή τη φορά ήταν μια βαριά διαμάχη για ένα θέμα που είναι επίσης πολύ συναισθηματικό. Πιστεύω, όμως, σθεναρά και θα αναλάβω το ρόλο μου για να διασφαλίσω ότι κάνουμε το κυβερνητικό μας έργο με καλό τρόπο και όχι μόνο τώρα, αλλά και τα επόμενα χρόνια».

Σύμφωνα με το Reuters, ωστόσο, έχει υπάρξει πρόοδος στις συζητήσεις μεταξύ των τριών κομμάτων της κυβέρνησης, με τον ηγέτη του SPD να δηλώνει ότι «οι συνομιλίες θα συνεχιστούν την Πέμπτη το βράδυ», ενώ είχε χαρακτηρίσει τη συμφωνία ως «ακάλυπτη επιταγή».

Αναφορικά με τα κέντρα υποδοχής, η Άγκ. Μέρκελ διευκρίνισε ότι οι μετανάστες θα κρατούνται το πολύ 48 ώρες στα κέντρα-τράνζιτ που συμφωνήθηκαν με τους Χριστιανοκοινωνιστές. Η αναφορά είχε στόχο να καθησυχάσει τους Σοσιαλδημοκράτες, ορισμένοι εκ των οποίων θεωρούν τα μέτρα δρακόντεια και απάνθρωπα, αναφέρει το Reuters.


«Τα μεταναστευτικά προβλήματα θα συνταράξουν την Ευρώπη»

Ο Χριστιανοκοινωνιστής (CSU) υπουργός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης της Γερμανίας, Γκερντ Μίλερ, δήλωσε στη γερμανική Die Welt ότι «τα μεταναστευτικά προβλήματα θα συνταράξουν την Ευρώπη, εάν δεν αντιδράσουμε».

«Πρέπει να δραστηριοποιηθούμε περισσότερο στις χώρες που περνάνε κρίση. Σήμερα, 270.000 άνθρωποι κατευθύνονται προς τα σύνορα της Ιορδανίας και του Ισραήλ, προκειμένου να αποφύγουν τις συριακές βόμβες και κατασκηνώνουν στην έρημο. Περισσότεροι από δέκα εκατομμύρια πρόσφυγες πολέμου αγωνίζονται απλώς για να επιβιώσουν στην Υεμένη αυτές τις μέρες. 800.000 Ροχίνγκια (σ.σ. της διωγμένης μουσουλμανικής μειονότητας της Βιρμανίας) εκτίθενται στις έντονες βροχές των μουσώνων στο Μπαγκλαντές (σ.σ. όπου έχουν καταφύγει) και προσπαθούν με κάποιο τρόπο να επιβιώσουν» τόνισε.

Και πρόσθεσε ότι «πρόκειται για προβλήματα που θα συνταράξουν την Ευρώπη, εάν δεν αντιδράσουμε. Μόνο στον Λίβανο με πληθυσμό 4 εκατομμύρια ζουν 1,2 εκατομμύρια Σύριοι και εδώ στη Γερμανία συζητάμε για το σημαντικό μεν θέμα, αλλά από την άποψη αριθμού διαχειρίσιμο, της προστασίας των εξωτερικών συνόρων».

Στη συνέχεια κατηγόρησε την Ευρωπαϊκή Ένωση πως «δεν ανταποκρίνεται στις ευθύνες της, ούτε πολιτικά ούτε οικονομικά. Αυτό αντικατοπτρίζεται στον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό προγραμματισμό για τα επόμενα επτά χρόνια από το 2021 έως το 2027, ο οποίος είναι εντελώς ανεπαρκής».

Ο ίδιος επεσήμανε ότι «για την πολιτική της Αφρικής, οι Βρυξέλλες προβλέπουν 39 δισεκατομμύρια ευρώ, για την ευρωπαϊκή γεωργική πολιτική το δεκαπλάσιο. Χρειαζόμαστε μια νέα εταιρική σχέση της ΕΕ με την Αφρική για να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις αυτού του αιώνα. Μια τέτοια εταιρική σχέση πρέπει επίσης να χρηματοδοτηθεί καλύτερα. Τα σημερινά κονδύλια για την Αφρική πρέπει τουλάχιστον να διπλασιαστούν. Και θα πρέπει να θέσουμε την εμπορική πολιτική της ΕΕ σε μια δίκαιη βάση. Θα κάνω μια τέτοια “επιθετική” πολιτική για την Αφρική προτεραιότητα της γερμανικής Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (σ.σ. το β΄εξάμηνο του 2020)».

Σε ερώτημα της εφημερίδας αναφορικά με τον περιορισμό των προσφυγικών ροών στην Ευρώπη, ο Μίλερ απάντησε πως «έχει συμβεί ήδη. Ο αριθμός των αφίξεων μειώθηκε κατά πολύ. Το 2016 υπήρχαν 722.000 αιτήσεις για άσυλο, ενώ συγκριτικά το 2017 ανέρχονταν σε 198.000 και σε μόλις 68.000 τους πρώτους πέντε μήνες του 2018. Η Καγκελάριος Μέρκελ ξεκίνησε την «πρωτοβουλία Sahel» με τον Πρόεδρο της Γαλλίας. Έχουμε ήδη υπογράψει συμφωνίες με το Μάλι και το Νίγηρα για τη δημιουργία καταυλισμών διέλευσης μεταναστών και για επενδύσεις στην οικονομία και τις υποδομές τους. Ο αριθμός των ατόμων που μεταναστεύουν μέσω του Νίγηρα έχει ήδη μειωθεί αισθητά».

Επιπλέον, για τα κέντρα υποδοχής που αποφάσισε να υιοθετήσει η Σύνοδος Κορυφής για το προσφυγικό στις 28 και 29 Ιουνίου, κατέληξε ότι «αν μιλάμε σήμερα για κέντρα υποδοχής, αυτά μπορούν να δημιουργηθούν μόνο σε συνεργασία με τα αφρικανικά κράτη», και έδειξε την άρνηση του να χρησιμοποιήσει την αναπτυξιακή βοήθεια ως μοχλό πίεσης προς τα κράτη αυτά. «Η μείωση των αναπτυξιακών προγραμμάτων είναι αντιπαραγωγική και αυξάνει τις αιτίες της φυγής, αφού ένα τέτοιο μέτρο δεν πλήττει τις κυβερνήσεις, αλλά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι στους οποίους προσφέρουμε μια προοπτική στην πατρίδα τους με τα προγράμματα κατάρτισης και απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένης της γεωργίας».