Μέρες μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ δείχνουν να βρίσκονται σε ιδιαίτερα άβολη θέση για διαφορετικούς λόγους. Στην Κουμουνδούρου σίγουρα θα ήθελαν να γιορτάσουν με νταούλια και τυμπανοκρουσίες την αρχή της «μεταμνημονιακής περιόδου». Ωστόσο, η τραγωδία με τους 96 νεκρούς στην ανατολική Αττική δεν τους άφησε το περιθώριο για φιέστες.

του Ορέστη Βέλμαχου

Αρκέστηκαν στο διάγγελμα του Αλέξη Τσίπρα στην Ιθάκη, όπου εγκαινιάστηκε άτυπα η προεκλογική περίοδος και δόθηκε η γραμμή για τους «μνηστήρες» που «επιθυμούν να δουν το καράβι ξανά να θαλασσοδέρνεται και το λαό ξανά στα αμπάρια» και  «έφτιαξαν κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση τους, την Ελλάδα της διαφθοράς, της διαπλοκής και της εξουσίας των λίγων».

Από την άλλη πλευρά, η ΝΔ είναι κυριολεκτικά ανήμπορη να αντιδράσει καθώς βλέπει τον ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόζει με αξιοθαύμαστη συνέπεια τα όσα απαιτούν οι δανειστές. Οι κατηγορίες περί «ιδεοληψίες της Αριστεράς» δεν έχουν πλέον καμία βάση, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ εφαρμόζει κατά γράμμα την πιο σκληρή και νεοφιλελεύθερη πολιτική, καταφέρνοντας να περάσει χωρίς κόπο (και μαζικές διαδηλώσεις) τα μέτρα λιτότητας, που η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου θα ήθελε να περάσει.
 
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να διεισδύσει  με αστραπιαία ταχύτητα στα χωράφια του νεοφιλελευθερισμού, αφήνοντας τη ΝΔ σε ρόλο κομπάρσου. Οι δανειστές ( ή αλλιώς οι gangsters σύμφωνα με τον Αλέξη Τσίπρα, πριν γίνει πρωθυπουργός) βρήκαν στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ το ιδανικό όχημα που θα πάει μέχρι τέλους την εφαρμογή των απάνθρωπων μέτρων.
 
Έχοντας μπει άτυπα στην προεκλογική περίοδο, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ έπρεπε να δώσουν τον τόνο της επόμενης μέρας. Με ποιόν τρόπο μπορείς να διαχωρίσεις τη θέση σου από τον «αντίπαλο» που πρεσβεύει την ίδια ακριβώς θέση; Με αναφορές στην ιδεολογική σύγκρουση και τον εμφύλιο πόλεμο, είναι η απάντηση.
 
Ο τομεάρχης Εσωτερικών της ΝΔ, Μάκης Βορίδης, χαρακτήρισε «ελαττωματικές» της θέσεις της Αριστεράς και υποστήριξε πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης «πρέπει να κάνει παρεμβάσεις στο κράτος και στους θεσμούς για να μην ξαναέρθει η Αριστερά στην εξουσία». Εκεί ξεκινά το παιχνίδι του «εμφύλιου πολέμου».
 
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Ξυδάκης, απάντησε πως «τα ίδια έλεγαν και οι ναζί στον μεσοπόλεμο» και απευθυνόμενος «στη μεγάλη δημοκρατική πλειοψηφία του ελληνικού λαού», ζήτησε «να μην ακούσει τις σειρήνες της απολυταρχίας, ώστε να γίνουν συγκρούσεις με πολιτικά επιχειρήματα και όχι με δολοφονίες χαρακτήρων και με διακηρύξεις για στρατηγικές ήττες ιδεολογιών». Ο αντιπρόεδρος της ΝΔ, Άδωνις Γεωργιάδης, δήλωσε ότι «ο Τσίπρας είναι ό,τι πιο χυδαίο και τοξικό έχει εμφανιστεί στη χώρα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Σε όλα αυτά προστίθεται η βάρκα του Μ. Βορίδη, ο οποίος ξεκαθάρισε πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης συμπλέει ιδεολογικά με τον ίδιο, τον Α. Γεωργιάδη και τον Αντώνη Σαμαρά.
 
Οι παραπάνω τοποθετήσεις (και πολλές άλλες, στο ίδιο ύφος), δίνουν τον τόνο για την κυβερνητική ή την αντικυβερνητική γραμμή. Αυτό που δεν επισημαίνεται  από την πλειοψηφία των ΜΜΕ, ενώ αποτελεί την  βάση για την επόμενη μέρα, είναι πως στο δημόσιο διάλογο επικρατεί η συζήτηση για το δύσκολο μέλλον που έχουμε μπροστά μας. Όπως φαίνεται, όλο και λιγότεροι ενδιαφέρονται για τα όσα απλώνονται μπροστά μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα τα βρούμε μπροστά μας.

Η δήθεν έξοδος από τα μνημόνια αρκεί να μπαλώσει για λίγο καιρό επικοινωνιακά τα χτυπήματα που έχει δεχθεί η κυβέρνηση. Η ΝΔ, μη έχοντας άλλο χαρτί να παίξει,  θα επικεντρωθεί στην τραγωδία των πυρκαγιών. Σταδιακά θα πρέπει να φύγει από αυτό και η «ιδεοληψία της Αριστεράς» δεν προσφέρει πλέον έδαφος για γόνιμη κριτική, απέναντι σε μια κυβέρνηση που αποτελεί τον καλύτερο εντολοδόχο των δανειστών.