Σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters, ο Ιταλός πρωθυπουργός, Τζουζέπε Κόντε, επιβεβαίωσε την προγραμματισμένη συνάντηση της Παρασκευής με τον Γάλλο πρόεδρο, Εμανουέλ Μακρόν, έπειτα από τηλεφωνική συνομιλία που είχαν οι δύο πολιτικοί. Η επιβεβαίωση της συνάντησης έρχεται σε αντίθεση με το πολιτικό κλίμα μεταξύ των δύο χωρών, με αφορμή την άρνηση της Ιταλίας να δεχθεί το πλοίο Aquarius το οποίο μετέφερε 629 πρόσφυγες.
 
«Ο πρόεδρος Μακρόν ξεκαθάρισε πως δεν είπε κάτι με το οποίο ήθελε να προσβάλει την Ιταλία ή τον ιταλικό λαό», δήλωσε σε ανακοίνωση του το γραφείο του Ιταλού πρωθυπουργού και στη συνέχεια πρόσθεσε πως «ο Μακρόν και ο Κόντε είναι απαραίτητο να συζητήσουν νέες πρωτοβουλίες εν όψει της συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα τέλη Ιουνίου». 
 
Υπενθυμίζεται ότι την Τετάρτη ακυρώθηκε η συνάντηση ανάμεσα στον Ιταλό υπουργό Οικονομικών, Τζοβάνι Τρία, και τον Γάλλο ομόλογό του Μπρινό Λεμέρ, λόγω τον χαρακτηρισμών της Γαλλίας αναφορικά με τη μεταναστευτική πολιτική της Ιταλίας. Συγκεκριμένα, ο εκπρόσωπος του γαλλικού κόμματος En Marche του προέδρου Ε. Μακρόν, είχε χαρακτηρίσει «εμετική» τη στάση της Ιταλίας σχετικά με το πλοίο των προσφύγων. 
 
Επιπλέον, ο πρόεδρος της Γαλλίας είχε υποστηρίξει ότι η Ιταλία παίζει «πολιτικά παιχνίδια» των ώρα που διακινδυνεύονται ανθρώπινες ζωές, ενώ στη συνέχεια υπογράμμισε ότι η στάση της Ιταλίας «περιέχει μια μορφή κυνισμού και ανευθυνότητας», όπως αναφέρουν τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης. Απέναντι σε αυτές τις δηλώσεις ο Ιταλός υπουργός Εσωτερικών και γραμματέας της ακροδεξιάς Λέγκα, Μάριο Σαλβίνι, κάλεσε τον Ε. Μακρόν να απολογηθεί για τις δηλώσεις του, τονίζοντας ότι «δεν χρειαζόμαστε μαθήματα από κανέναν για γενναιοδωρία και αλληλεγγύη». 
 
Παρ' όλα αυτά, μετά από νέα επικοινωνία μεταξύ των δύο ΥΠΟΙΚ συμφωνήθηκε να επαναπρογραμματιστεί η συνάντηση τους. «Oι δύο υπουργοί έχουν μιλήσει τώρα στο τηλέφωνο. Συμφώνησαν ο Τρία να έρθει στο Παρίσι τις ερχόμενες ημέρες», δήλωσε αξιωματούχος του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών.
 

Στην ανάγκη ενίσχυσης των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ τα βρήκαν Μέρκελ – Κουρτς

 
«Είναι αποφασιστικής σημασίας να σταματήσουμε τους πρόσφυγες να μετακινούνται σε ολόκληρη την Ευρώπη και μετά να ζητούν άσυλο στη Γερμανία και τη Σουηδία, αυτό δεν συμβαδίζει με τον Κανονισμό του Δουβλίνο» τόνισε ο καγκελάριος της Αυστρίας, Συμπάστιαν Κουρτς σχετικά με το προσφυγικό στα πλαίσια συνάντησης με την Άγκελα Μέρκελ.
 
Ο ίδιος ζήτησε επίσης την πιο αποτελεσματική φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ και προανήγγειλε συμβούλιο κορυφής στις 20 Σεπτεμβρίου, όπου θα αποφασιστεί η στελεχιακή, οικονομική και από πλευράς περιεχομένου ενίσχυση των αρμοδιοτήτων στήριξη της Frontex. 
 
«Χρειάζονται αλλαγές στην ΕΕ αλλά για μένα πολύ σημαντικό είναι να λαμβάνονται αποφάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο» απάντησε από μεριάς η Α. Μέρκελ. «Εκείνο που δεν θα πρέπει να κάνουμε είναι να μεταθέτουμε τις ευθύνες σε χώρες, που δέχονται τις μεγαλύτερες προσφυγικές ροές» σημείωσε.

Η Μέρκελ από την πλευρά της τάχθηκε για μια ακόμη φορά υπέρ της ευρωπαϊκής απάντησης στο θέμα της μετανάστευσης, προειδοποιώντας ότι, αν η Ευρώπη δεν ανταποκριθεί στην πρόκληση, θα ζημιωθεί ιδιαίτερα ο χώρος ελεύθερης μετακίνησης. «Συμφωνούμε ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση, αν δει κανείς την παγκόσμια κατάσταση. Έχουμε την πρόκληση εξωτερικής πολιτικής να δράσουμε από κοινού.
 

Στο αντιμεταναστευτικό πλευρό της Ιταλίας η Ουγγαρία και Σλοβακία

 
Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, δήλωσε προ ολίγων ημερών ότι «στηρίζει πλήρως» την ιταλική κυβέρνηση αναφορικά με το μεταναστευτικό. «Αυτό που έλειπε μέχρι τώρα ήταν πράγματι η βούληση» πρόσθεσε, ενώ επιπλέον σημείωσε ότι «αυτή η βούληση επέστρεψε στην Ιταλία». 
 
Την ίδια ώρα, ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας, Πέτερ Πελεγκρίνι, τοποθετήθηκε στην κοινή συνέντευξη τύπου με τον Ούγγρο ομόλογο του, δηλώνοντας ότι «Πρέπει να σταματήσουμε την πολιτική που συνίσταται στο να σώζουμε όλους εκείνους που ρίχνονται στο νερό: η ακτοφυλακή ή η αστυνομία τους σώζουν και μεταφέρονται στο έδαφος της ΕΕ. Πρέπει να τους μεταφέρουμε σε hotspots εκτός της ΕΕ».

Τέλος, τόνισε πως «αρνούμαστε να δεχτούμε μετανάστες στις χώρες μας. Αντιθέτως, μπορούμε και θα βοηθήσουμε στην άμυνα των συνόρων, με στρατιώτες και αστυνομικούς, μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε αυτήν την άμυνα και να βοηθήσουμε τους μετανάστες επί τόπου».